να επισκεφτούμε το Άγιο Όρος. Ευλογημένη ώρα! Από τότε κάθε χρόνο, δύο ή τρεις φορές, άνοιξη, φθινόπωρο και ενίοτε τον χειμώνα, επαναλαμβάνουμε αυτό το προσκύνημα. Η πρώτη ομάδα φίλων που ξεκίνησε αυτό το «ταξίδι» αποτελούνταν από τους Στέλιο Τσιανίκα, Έκτορα Νασιώκα, Απόστολο Κατσαρό και Γιώργο Γερογιώργο. Τα επόμενα χρόνια η ομάδα μας όλο και διευρύνονταν, φτάνοντας κάποτε τους 30 συνοδοιπόρους-προσκυνητές. Εκείνος πάντως που μας ξεπέρασε είναι ο Νικηφόρος Παπανικολάου. Συνεχίζει ανελλιπώς τις επισκέψεις του στο Περιβόλι της Παναγίας για εκατοντάδες φορές. Φωτογραφίζει, βιντεοσκοπεί, δημιουργεί φιλίες με τους αγιορείτες. Ανήκει πλέον στους φανατικούς «φίλους του Αγίου Όρους».
Αναρωτήθηκα πολλές φορές. Τι είναι αυτό το συναίσθημα που σε κατακλύζει όταν γνωρίσεις αυτόν τον τόπο και συνέχεια τον νοσταλγείς;
Θυμάμαι ένα περιστατικό. Άνοιξη του 1983. Διαμένουμε στη Μονή Δοχειαρίου. Ο μοναχός που μας ξεναγεί μας καλεί να προσκυνήσουμε την Παναγιά τη Γοργοεπήκοο. Η μεγάλη εικόνα της Παναγίας περιβάλλεται από υψηλής τεχνικής ασημένιο πουκάμισο. Έμεινα έκθαμβος από το αριστούργημα που έβλεπα. Οι πτυχώσεις του ασημένιου «υφάσματος» με εντυπωσίασαν.
- Πάτερ, από ποιο εργοστάσιο αργυροχρυσοχοΐας βγήκε αυτό το αριστούργημα;
- Μα είναι ένα θαύμα, απάντησε.
Έκτοτε βλέπω το Άγιο Όρος ως ένα μεγάλο και διαρκές «θαύμα».
Οδοιπορώντας στο Όρος οι εικόνες που αντικρίζεις σε καθηλώνουν. Όλες οι μονές φαντάζουν σαν παραμυθένια ανάκτορα. Ένα απέραντο κέντημα είναι οι σχιστολίθινες σκεπές των μοναστηριών, πάνω από τις οποίες ορθώνονται οι άπειροι καπνοδόχοι. Οι περίτεχνοι εξώστες που στηρίζονται από ξύλα καστανιάς, αγναντεύουν σε όμορφες ακρογιαλιές και καταπράσινες πλαγιές.
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους με συναρπάζει. Οι καλοπελεκημένες πέτρες στις ξερολιθιές, τα παράθυρα των κελιών, οι λεπτομέρειες στη δόμηση των καμπαναριών, των εκκλησιών, των μεσαιωνικών πύργων με τους μολυβένιους τρούλους, τα ψηλά φρουριακά τείχη, το αρμολόγημα των τοίχων των καθολικών, είναι η αποθέωση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Η πίστη και η αφοσίωση στον Θεό δημιούργησαν έργα υψηλής αισθητικής τόλμης, σεβασμού και σεμνού μεγαλείου.
Εκείνα τα αρχαία μονοπάτια! Πανέμορφα και δαιδαλώδη. Τα περπατάς περνώντας μέσα από δέντρα και οργιώδη βλάστηση. Κάθε τόσο οδοιπορώντας περνάς μέσα από τα τόξα που σχηματίζονται από το ρείκι, τη βελανιδιά, την οξιά, την κουμαριά και τον πλάτανο. Μόνο οι καστανιές ψηλώνουν πολύ, προσπαθώντας να βρουν τον ήλιο. Έτσι δημιουργούνται τα ωραία δάση της καστανιάς, η υλοτόμηση των οποίων δίνει μεγάλη οικονομική ανάσα στα μοναστήρια.
Για να γνωρίσεις το Άγιο Όρος πρέπει να πας και να ξαναπάς. Να ιδρώσεις στα μονοπάτια του, να κάνεις τη διαδρομή Βατοπαίδι Καρυές, ή το δύσκολο μονοπάτι της Μεγίστης Λαύρας Αγίου Παύλου. Να φας αλάδωτο στην αρχαία τράπεζα της Λαύρας, θαυμάζοντας ταυτοχρόνως τη ζωγραφική του Θεοφάνη. Εδώ, μας λέει ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου «Ο Θεοφάνης ξανασκέφτηκε το Βυζάντιο. Στην τράπεζα της Λαύρας, όπου βρήκε μεγάλες επιφάνειες, φιλοδόξησε να γράψει την εποποιία της Ορθοδοξίας». Ακολούθως πρέπει να πας στο Πρωτάτο για να θαυμάσεις τη ζωγραφική του Πανσέληνου. Τότε θα καταλάβεις γιατί το μέρος αυτό είναι ξεχωριστό σε όλο τον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια στο Άγιο Όρος παρατηρείται οργασμός εργασιών χάρη στα ευρωπαϊκά κονδύλια. Χιλιάδες χειρόγραφα, χιλιάδες βυζαντινές εικόνες, λειψανοθήκες, σταυροί, θυμιατά, κανδήλια, ευαγγέλια, άμφια, ανεκτίμητα κειμήλια από ασήμι, χρυσάφι, μπρούτζο, μετάξι, φίλντισι. Όλα αυτά συντηρούνται και καταγράφονται ηλεκτρονικά.
Η καταγραφή αυτή θα διαρκέσει 20 χρόνια, μας πληροφόρησε ο αρχοντάρης της Μονής Σίμωνος Πέτρας.
- Είκοσι χρόνια! απορήσαμε.
- Τι είναι τα είκοσι χρόνια για τη ζωή του Αγίου Όρους; Μια στιγμή, απάντησε ο Γέροντας.
Είχε δίκιο! Ο χρόνος στο Άγιο Όρος έχει άλλη διάσταση. Η ζωή για τους αγιορείτες είναι μια «μυσταγωγία». Στο Άγιο Όρος ζεις στιγμές γαλήνης και περισυλλογής.
Θα τελειώσουμε το οδοιπορικό μας και την περιήγησή μας στην Αγιορείτικη ζωή διαβάζοντας τους στοχασμούς του ποιητή Κώστα Ουράνη:
«Στο μπαλκόνι αυτό πέρασα τις πιο μακάριες ώρες της διαμονής μου, ρουφώντας ειρήνη με όλους μου τους πόρους. Είδα από κει, ξημερώματα, πάνω στη θάλασσα τόσο ονειρώδη, που ξεπερνούσαν κι αυτά ακόμα του αρχιπελάγους των Κυκλάδων, γιατί στα γλυκύτατα χρώματα τ’ ουρανού και των ατλαζένιων νερών έρχονται να προστεθούν οι εαρινές πρασινάδες των πλαγιών και τα μύρια αρώματα που κατεβάζει η πρωινή αύρα».Στέλιος Τσιανίκας
(Το φωτογραφικό υλικό είναι από το προσωπικό αρχείο του Νικηφόρου Παπανικολάου)