ήταν τα θέματα που απασχόλησαν τη χθεσινή ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο ΓΕΩΤΕΕ Λάρισας, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας για την καταπολέμηση της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας 2022, που διοργάνωσε η Επιτροπή για τη Διεκδίκηση επίλυσης Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ.) σε συνεργασία με το ΓΕΩΤ.Ε.Ε./Παράρτημα Κεντρικής Ελλάδας, το Οικονομικό Επιμελητήριο Θεσσαλίας και τον Γεωπονικό Σύλλογο Ν. Λάρισας.
Με την κοινή παραδοχή ότι η Θεσσαλία βρίσκεται πλέον σε κατάσταση συναγερμού, αφού η διαχείριση των υδάτων είναι κακή και αναποτελεσματική και άμεσα πρέπει να παρθούν αποφάσεις για έργα που θα στοχεύουν στην ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξή της και παράλληλα θα την προστατεύουν από την επερχόμενη ερημοποίησή της, διακεκριμένοι καθηγητές Πανεπιστημίων παρουσίασαν τη σημερινή κατάσταση σε συνάρτηση με την κλιματική, ενεργειακή και διατροφική κρίση, που βιώνουμε.
Ο καθηγητής Τμήματος Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νίκος Δαναλάτος, στην ομιλία του επισήμανε ότι η επιταχυνόμενη διάβρωση εδαφών και η συνεχιζόμενη υποβάθμιση λόγω εδαφικής αναπνοής και μείωσης της διαθεσιμότητας νερού έχουν αρχίσει να κάνουν εμφανή την καταστροφική τους επίδραση που υποβοηθείται από τη συνεχιζόμενη ξηρασία και αύξηση της θερμοκρασίας. «Το πρόβλημα χρειάζεται άμεσες επεμβάσεις που αφορούν τόσο στην εξεύρεση αρδευτικού νερού όσο και σε συγκεκριμένες καλλιεργητικές πρακτικές» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο ομότιμος καθηγητής Γεωπονικού του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Μιγκίρος, αναφέρθηκε στη μακροχρόνια υδατική “αρρυθμία” της Θεσσαλίας, η οποία, όπως είπε, απαιτεί άμεσες και δραστικές λύσεις με έργα, που θα στοχεύουν στην ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξή της και παράλληλα θα την προστατεύουν από την επερχόμενη ερημοποίησή της. «Ο Πηνειός ποταμός αποστραγγίζει σχεδόν το σύνολο της Θεσσαλίας και συνιστά πηγή οικολογικής ισορροπίας αλλά και επιβίωσης. Η ξήρανση του ποταμού κατά τη θερινή περίοδο, σχεδόν στο σύνολό του, δημιουργεί ακραίες κλιματικές συνθήκες στον ευρύτερο χώρο του, οι οποίες επιταχύνουν σημαντικά την ερημοποίηση. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με άλλο τρόπο, παρά μόνο με την ολοκλήρωση και λειτουργία των έργων εκτροπής του Αχελώου, που θα προσφέρουν κατά ελάχιστο την οικολογική παροχή του ποταμού την περίοδο Μάιος – Οκτώβριος» ανέφερε μεταξύ άλλων.
Ο αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ, Νίκος Μαμάσης, ανέλυσε το πώς μπορεί να μετριαστεί το υδατικό και ενεργειακό πρόβλημα της Θεσσαλίας μέσα από την ανάπτυξη της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε: «Η κατασκευή υδροηλεκτρικών ταμιευτήρων πολλαπλού σκοπού μπορεί, εκτός από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από εγχώρια καύσιμα, να μετριάσει και άλλα υδατικά προβλήματα σε πολλές περιοχές της χώρας. Ειδικότερα, η περιοχή της Θεσσαλίας αντιμετωπίζει έλλειψη αρδευτικού νερού και προβλήματα πλημμυρών. Πρόσθετα, έχει τη μεγαλύτερη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα για γεωργική χρήση. Σήμερα, η κατασκευή ταμιευτήρων πολλαπλού σκοπού στη Θεσσαλία μπορεί να μετριάσει τα προβλήματα λειψυδρίας και πλημμυρών, καθώς και την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας».
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΥ
Ο πολιτικός μηχανικός και μέλος της ΕΔΥΘΕ, Τάσος Μπαρμπούτης, αναφέρθηκε στη δραματική μεταβολή των συνθηκών και των παραμέτρων που συνθέτουν το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας, τονίζοντας ότι πλέον η περιοχή βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού, αφού η διαχείριση των υδάτων είναι κακή και αναποτελεσματική. Σε αυτό το σημείο πρόσθεσε ότι αυτό συμβαίνει καθώς δεν υφίσταται μια σαφής, θεσμοθετημένη και κοινά αποδεκτή μεσοπρόθεσμη πολιτική για τον πρωτογενή τομέα, με συνέπεια να μην είναι σαφώς προσδιορισμένοι και οι υδατικοί πόροι για την υλοποίηση αυτής της πολιτικής.
«Σε αυτές τις συνθήκες, μια σύγχρονη, αποτελεσματική, αειφορική και βιώσιμη διαχείριση υδάτων στη Θεσσαλία δεν πρόκειται να υπάρξει. Θα παραμένει ένα «σχέδιο επί χάρτου», χωρίς δυνατότητα να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι απειλές από την ξηρασία, την ερημοποίηση, την εντεινόμενη υποβάθμιση των οικοσυστημάτων στην περιοχή. Γι’ αυτό διεκδικούμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό για τις πολιτικές, τις δράσεις και τα έργα που απαιτούνται (master plan), κάτι που έως σήμερα καμιά κυβέρνηση δεν έχει πραγματοποιήσει. Σε ό,τι αφορά το τεράστιο υδατικό έλλειμμα Θεσσαλίας και τις καταστροφικές του συνέπειες, οι μελέτες αποδεικνύουν πως, ακόμη και όταν κατασκευαστεί το σύνολο των περιφερειακών ταμιευτήρων εντός της ΛΑΠ Πηνειού που περιλαμβάνονται στη σχετική Υπουργική Απόφαση (Ενιπέας, Νεοχώρι, Μουζάκι κ.λπ.), ακόμη και εάν επιτευχθεί ο στόχος του εξοικονόμησης περίπου 180 εκατ. κ.μ. νερού ετησίως, ακόμη και εάν επιλεγεί με ορθολογικά (και περιβαλλοντικά) κριτήρια το «βέλτιστο» μείγμα καλλιεργειών του θεσσαλικού κάμπου, στον βαθμό που οι ανάγκες των αρδεύσεων σχεδιάζονται για διατήρηση αρδευόμενων εκτάσεων της τάξης των 2,5 εκατ. στρεμμάτων (επιλογή που αποδέχτηκαν όλες οι κυβερνήσεις), τότε τα ελλείμματα θα παραμένουν. Στην περίπτωση αυτή, η πρόσθετη ενίσχυση του υδατικού δυναμικού από τη ΛΑΠ Αχελώου είναι απολύτως αναγκαία. Ιδιαίτερα στάθηκε στην υδροηλεκτρική αξιοποίηση των έργων Αχελώου, καθώς η χώρα εξαρτάται κατά 80% από εισαγόμενες πηγές και πρόσθεσε: «Σε όλα τα εμπόδια που υπήρξαν κατά το παρελθόν στην ολοκλήρωση των έργων Αχελώου, προστέθηκε τα τελευταία χρόνια και η ενεργειακή πολιτική των τελευταίων κυβερνήσεων που στήριξαν την κυριαρχία του φυσικού αερίου ως «μεταβατικού» καυσίμου για την «απολιγνιτοποίηση», εργάστηκαν με συνέπεια για να εξασφαλίσουν στο ενεργειακό μείγμα έναν επαρκή «χώρο» σε ολιγοπωλιακά επιχειρηματικά σχήματα για επενδύσεις παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας, με παράλληλο βεβαίως εξοβελισμό της ΥΗ ενέργειας και φυσικά και των έργων Αχελώου.
Σε αυτές τις συνθήκες, η σημερινή Κυβέρνηση επέδειξε μια ανεπίτρεπτη διστακτικότητα, παρότι είναι βέβαιο ότι τα έργα αυτά δεν μπορούν άλλο να παραμένουν σε καθεστώς εγκατάλειψης (τεράστιοι κίνδυνοι στην περιοχή από έντονα πλημμυρικά φαινόμενα, συνέπειες στο ποτάμιο οικοσύστημα του Αχελώου από την παρεμπόδιση της φυσιολογικής του ροής λόγω προφραγμάτων, χωματισμών και κατασκευών από σκυρόδεμα κ.λπ.). Μπροστά στο οικολογικό έγκλημα που συντελείται στην περιοχή της Συκιάς, οι κυβερνήσεις παραμένουν σιωπηλοί συμπαραστάτες. Θεωρούμε
πως όλοι έχουν υποχρέωση να οδηγήσουν το θέμα στη Βουλή για τη λήψη οριστικών και να πάψει επιτέλους η Θεσσαλία να παραμένει ανοχύρωτη απέναντι σε ποικίλες απειλές και καταδικασμένη σε μια μίζερη ανάπτυξη και σε ένα μέλλον που δεν αξίζει στις νεότερες γενιές».
Στο έργο της Επιτροπής για τη Διεκδίκηση επίλυσης Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ.) αναφέρθηκε ο ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Φάνης Γέμτος, ενώ χαιρετισμό απήυθυναν ο πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας Κ. Γκούμας και ο πρόεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Θεσσαλίας, Γ. Χατζής.
Τις εργασίες της ημερίδας παρακολούθησαν ο αντιπρόεδρος της ΔΕΥΑΛ Δημήτρης Μαβίδης, η επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης στον Δήμο Λαρισαίων κ. Ρένα Καραλαριώτου, ο πρώην δήμαρχος Λάρισας κ. Κώστας Τζανακούλης, ο πρώην πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ Κ. Σκόδρας, από τη ΔΕΕΠ Λάρισας συμμετείχε ο γραμματέας της ΔΕΕΠ Θώδας Γιώργος, ο συντονιστής Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας Γουμενόπουλος Γιώργος, ο αν. τομεάρχης Περιβάλλοντος Καλλίνος Αλέξανδρος και εκπρόσωποι φορέων της περιοχής.