Μαρτίου και 31ης Αυγούστου στη Λάρισα, που χρονολογείται από το 1937-1938, έβαλε το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής, με τον χαρακτηρισμό του ως διατηρητέου.
Η απόφασή του βασίστηκε μεταξύ άλλων στη θετική γνωμοδότηση της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικής Οικοδομικών Κανονισμών και Αδειοδοτήσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στην οποία παρέπεμψε την υπόθεση του ακινήτου το Τοπικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής Π.Ε. Λάρισας, όταν κλήθηκε να εξετάσει αίτημα κατεδάφισής του από εργολάβο. Ο λόγος που κρίθηκε διατηρητέο είναι γιατί «έχει καταγραφεί ότι είναι έργο του εμβληματικού τοπικού αρχιτέκτονα Ελευθέριου Κολονέλου που με τη δουλειά του είχε προσδώσει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην πόλη» και τονίζεται πως «δυστυχώς ελάχιστα κτίριά του σώζονται πια στην πόλη, με πιο χαρακτηριστικό τον διατηρητέο πρώην κινηματογράφο Παλλάς». Πιο αναλυτικά, το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής γνωμοδότησε κατά πλειοψηφία υπέρ «της έκδοσης Υπουργικής Απόφασης, για τον χαρακτηρισμό ως διατηρητέου του κτιρίου και του περιβάλλοντος χώρου αυτού, επί της οδού 25ης Μαρτίου και 31η Αυγούστου στον Δήμο Λαρισαίων και τον καθορισμό ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης σε αυτό με το εξής περιεχόμενο: Ως διατηρητέο χαρακτηρίζεται το αρχικό διώροφο κτίριο, όχι όμως και τα πάσης φύσεως καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση υπάρχοντα προσκτίσματα ή μεταγενέστερες επεμβάσεις που αλλοιώνουν το αρχικό κτίριο. Ο καθορισμός των προσκτισμάτων ή μεταγενέστερων επεμβάσεων που αλλοιώνουν το αρχικό κτίριο πραγματοποιείται από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής (Σ.Α.).
Στο χαρακτηριζόμενο ως διατηρητέο κτίριο απαγορεύεται κάθε αφαίρεση, αλλοίωση ή καταστροφή τόσο των επί μέρους αρχιτεκτονικών ή καλλιτεχνικών και διακοσμητικών στοιχείων του, όσο και του κτιρίου συνολικά, πλην των προσκτισμάτων ή των στοιχείων του κτιρίου για τα οποία το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής (Σ.Α.) έχει γνωμοδοτήσει για την αφαίρεσή τους.
Επιτρέπεται η επισκευή, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, η ενίσχυση του φέροντα οργανισμού, καθώς και επεμβάσεις για λόγους λειτουργικούς του διατηρητέου κτιρίου και επαναφορά αρχικών στοιχείων μετά από τεκμηρίωση, εφόσον δεν αλλοιώνεται ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας του και δεν θίγονται τα διατηρητέα στοιχεία του.
Δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών επιγραφών και διαφημίσεων στο διατηρητέο κτίριο ή τον περιβάλλοντα χώρο αυτού. Επιτρέπεται μόνο η τοποθέτηση επιγραφών μικρών διαστάσεων που πληροφορούν για τη χρήση των χώρων του κτιρίου.
Αιτήσεις για προσθήκη στο ακίνητο αποστέλλονται στην αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΕΝ με γνώμη του αρμόδιου Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής για καθορισμό συμπληρωματικών ειδικών όρων δόμησης, εφόσον δεν παραβλάπτεται το διατηρητέο κτίριο και ο χώρος που το περιβάλλει. Για οποιαδήποτε επέμβαση στο εξωτερικό και εσωτερικό του διατηρητέου κτιρίου, όπως και για την τοποθέτηση επιγραφών απαιτείται έγκριση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής».
ΛΙΣΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΩΝ ΚΤΙΣΜΑΤΩΝ
Να σημειωθεί ότι μετά από κατεδαφίσεις ιστορικών κτιρίων της Λάρισας, ο Δήμος Λαρισαίων κινητοποίησε τους τοπικούς φορείς, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το ΤΕΕ - ΚΔΘ, τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, τη Φωτοθήκη Λάρισας κ.λπ., για την καταγραφή και την διάσωση της τοπικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Σαν πρώτο βήμα αποφασίστηκε και προχώρησε η επικαιροποίση της λίστας αξιόλογων κτιρίων της ομάδας εργασίας του ΤΕΕ - ΚΔΘ (που είχε καταγράψει το 1994), καθώς και η αποστολή της προς κήρυξη διατηρητέων, στα αρμόδια υπουργεία, στο Υπουργείο Πολιτισμού και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Από τη λίστα έχουν μείνει πλέον ελάχιστα κτίρια που η διάσωσή τους κρίνεται απαραίτητη, από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής της Π.Ε. Λάρισας. Η σχετική αίτηση έγινε από τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, ενώ το ίδιο έκανε κατά την πρόσφατη επίσκεψη της κ. Μενδώνη στη Λάρισα ο δήμαρχος Λαρισαίων κ. Απ. Καλογιάννης.
Να σημειωθεί πως το κτίριο επί της οδού 25ης Μαρτίου και 31ης Αυγούστου, που κρίθηκε διατηρητέο, δεν βρίσκεται στη συγκεκριμένη «Μελέτη αξιόλογων κτισμάτων της Λάρισας» του ΤΕΕ Κ&Δ Θεσσαλίας (1994), καθώς σε σχέση με τα «Δίδυμα κτίρια» επί της 31ης Αυγούστου, δεν φάνηκε αρκετά ενδιαφέρον, αλλά σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Σ.Α. Λάρισας «πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι από τότε έχουν περάσει 30 χρόνια και από το σύνολο των κτιρίων που αναφέρονται σε αυτήν τη μελέτη σήμερα ελάχιστα έχουν απομείνει».