ανέφερε ότι η κρατική ευθύνη για τα αδέσποτα ζώα φορτώνεται από το κράτος στους Δήμους και χωρίς επαρκή χρηματοδότηση, ενώ αφήνεται ανοικτό το πεδίο σε επιχειρηματική δράση γύρω από τα αδέσποτα και σε επιβάρυνση των δημοτών. Αναφέρθηκε στις δυσβάσταχτες επιβαρύνσεις που προβλέπει το νομοσχέδιο, τονίζοντας πως μια λαϊκή οικογένεια θα κληθεί να καταβάλει πάνω από 200 ευρώ για στείρωση και τοποθέτηση «τσιπ» και 150 ευρώ για DNA.
Αναλυτικά για το νομοσχέδιο επισήμανε: «Η ουσία του νομοσχεδίου σχετικά με «την ευζωία των ζώων συντροφιάς» δεν αλλάζει, παρά τις όποιες βελτιώσεις που έκανε η Κυβέρνηση, σε μια σειρά ζητήματα κάτω από τις αντιδράσεις που υπήρξαν. Οι Δήμοι εξακολουθούν να έχουν αρμοδιότητες, χωρίς όμως επαρκή χρηματοδότηση, επαρκείς υποδομές και προϋποθέσεις για να τις διαχειριστούν, καθιστώντας μάλιστα τους Δήμους υπεύθυνους και μάλιστα καθ’ ολοκληρία, ενώ θεσπίζει και ποινές για την τήρηση των όποιων χρονοδιαγραμμάτων στα επιχειρησιακά προγράμματα που οφείλουν να εκπονήσουν οι Δήμοι. Το πρόβλημα των αδέσποτων ζώων πρέπει να αντιμετωπιστεί με ενιαίο τρόπο και χρειάζεται να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι, να υπάρχουν δημοτικά κτηνιατρεία με σύγχρονες υποδομές, σε επίπεδο Δήμου ή όμορων Δήμων.
Το ζήτημα των ζώων δεν είναι ηθικό, είναι πολιτικό, επισήμανε και στάθηκε στην πολιτική των εκάστοτε κυβερνήσεων που έχουν επίκεντρο το κέρδος. «Με μαθηματική ακρίβεια, τα πράγματα οδηγούνται σε προώθηση της ανάθεσης αυτών των υποχρεώσεων των Δήμων σε τρίτους, δηλαδή ΜΚΟ, ιδιώτες κτηνιάτρους, που ούτως ή άλλως προβλέπεται από το νομοσχέδιο, αφήνοντας συγχρόνως ανοικτό το πεδίο σε επιχειρηματική δράση γύρω από τα αδέσποτα και ταυτόχρονα σε επιβάρυνση των δημοτών στη βάση της ανταποδοτικότητας», ανέφερε χαρακτηριστικά. Υπογράμμισε πως «δεν διαφωνούμε με τη δράση των φιλοζωικών σωματείων στη διαχείριση του προβλήματος των αδέσποτων ζώων, «όμως αυτή πρέπει να είναι ενταγμένη στο πλαίσιο των κρατικών υποδομών και του σχετικού σχεδιασμού από το κράτος και όχι να γίνεται ουσιαστικά ανάθεση αρμοδιοτήτων του κράτους σε φορείς εθελοντικού χαρακτήρα». Μίλησε για μετατροπή κατοχής ενός κατοικιδίου σε πολυτέλεια με το «τσιπ», τη στείρωση, την καταγραφή του DNA και σημείωσε πως «δεν μπορούμε να δεχθούμε αυτές τις σκέψεις και προτάσεις της Κυβέρνησης. Διαφωνούμε με την ήδη ισχύουσα διάταξη που επαναλαμβάνει το νομοσχέδιο περί εγκατάστασης κυνοκομείων σε δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις που δημιουργεί έντονα ερωτηματικά και προβληματισμό ως προς τις στοχεύσεις της», είπε και συμπλήρωσε πως «όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες πυρκαγιές, αυτά τα ζώα σε αυτές τις εγκαταστάσεις θα βρίσκονται στο έλεος της εγκληματικής πολιτικής σε ό,τι αφορά τα δάση και την προστασία τους. Οι διατάξεις του νομοσχεδίου βρίσκονται στον αντίποδα μιας ουσιαστικής παρέμβασης για τα αδέσποτα και εμείς δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε επί της αρχής», ανέφερε καταλήγοντας.