Στέλλα Μπίζιου, τοποθετούμενη επί του σχεδίου νόμου της κυβέρνησης και του Υπουργείου Εσωτερικών για την ενίσχυση διαφάνειας και λογοδοσίας σε θεσμικούς φορείς της Πολιτείας, το οποίο συζητήθηκε και υπερψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής.
«Η άσκηση πίεσης αναγνωρίζεται διεθνώς ως μια νόμιμη πρακτική στο πεδίο της πολιτικής ζωής και είναι στενά συνδεδεμένη με καθολικές αξίες, όπως η ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα αναφοράς προς τις αρχές. Επιτρέπει σε διάφορες ομάδες συμφερόντων να παρουσιάζουν τις απόψεις τους σχετικά με την ανάπτυξη και εφαρμογή δημόσιων πολιτικών και δίνει τη δυνατότητα σε αυτούς που χαράσσουν τις πολιτικές να ενημερωθούν διεξοδικά για τις επιλογές και τις αντισταθμίσεις αυτών.
Η άσκηση πολιτικής επιρροής δεν είναι φυσικά μια πρακτική άγνωστη στην ελληνική πραγματικότητα. Καθημερινά ομάδες ανθρώπων και συμφερόντων απευθύνονται σε θεσμικούς φορείς προκειμένου να αναδείξουν τα ζητήματα που τους απασχολούν και να πείσουν για το δίκαιο των αιτημάτων τους. Αυτό μπορεί να γίνεται από μια περιβαλλοντική οργάνωση, έναν συνεταιρισμό κτηνοτρόφων, μια ομάδα επαγγελματιών. Η λίστα των συμφερόντων και επιδιωκόμενων σκοπών είναι φυσικά ατελείωτη. Είναι μια πρακτική απολύτως θεμιτή εφόσον γίνεται υπό όρους διαφάνειας και ακεραιότητας στα πλαίσιο μιας υγιούς δημοκρατικής διαδικασίας. Όταν το lobbying γίνεται με όρους διαφάνειας και ακεραιότητας μπορεί να διασφαλίσει την πολυμορφία των εμπλεκομένων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και εν τέλει να οδηγήσει σε πιο ενημερωμένες, πιο καλές πολιτικές, χωρίς αποκλεισμούς, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.
Το Υπουργείο Εσωτερικών εντοπίζοντας το νομοθετικό κενό δημιούργησε με αυτό το νομοσχέδιο, για πρώτη φορά, το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει την επικοινωνία των θεσμικών φορέων της πολιτείας με εκπροσώπους συμφερόντων, εναρμονιζόμενο με τις επιταγές των διεθνών και ευρωπαϊκών οργάνων. Βούληση της κυβέρνησης είναι να ενθαρρύνει την ορθολογική πλευρά του lobbying και να θεμελιώσει τις αρχές και τους μηχανισμούς που προωθούν τη διαφάνεια, την εποπτεία και τον έλεγχο και κάμπτουν την διαφθορά.
Δημιουργείται ηλεκτρονική βάση δεδομένων, το «Μητρώο Διαφάνειας», στο οποίο υποχρεούται να εγγραφεί κάθε «εκπρόσωπος συμφερόντων», δηλαδή φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έναντι αμοιβής προσπαθεί να επηρεάσει κρατικούς φορείς ώστε να λάβουν συγκεκριμένη απόφαση προς όφελος του πελάτη που εκπροσωπούν. Στο Μητρώο μπορούν να εγγραφούν, άρα και να ασκήσουν δραστηριότητα επιρροής, σωματεία, επαγγελματικές ενώσεις, επιμελητήρια και φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Το Μητρώο τηρείται από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ) και η πρόσβαση σε αυτό είναι διαθέσιμη στο κοινό, μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης.
Η Νέα Δημοκρατία έχει δεσμευτεί στην πάταξη των φαινομένων αδιαφάνειας, διαφθοράς και αθέμιτων πρακτικών που υπονομεύουν τη δημοκρατία. Προς τον σκοπό αυτό είναι απαραίτητη η θεμελίωση μιας κουλτούρας ακεραιότητας στην οποία συμπράττουν η κυβέρνηση, ο ιδιωτικός τομέας, η κοινωνία των πολιτών αλλά και κάθε άτομο ξεχωριστά. Ήδη η θέση της Ελλάδας στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς βελτιώθηκε στο διάστημα που ηγείται της χώρας η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας», κατέληξε στην τοποθέτησή της η κα Μπίζιου.