Κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο πρόεδρος του Ε.Κ. Λάρισας κ. Γιάννης Σκόκας, ο οποίος εξήγησε ότι «η κυβέρνηση της ΝΔ δυναμώνει την αντιλαϊκή επίθεση φέρνοντας το νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης για ψήφιση στη Βουλή» σήμερα Τετάρτη 1 Σεπτέμβρη.
Ο στόχος σύμφωνα με τον κ. Σκόκα «είναι να ριχτούν τα αποθεματικά της επικουρικής ασφάλισης στον τζόγο του χρηματιστηρίου για να χρηματοδοτηθούν οι νέες επενδύσεις των επιχειρηματικών ομίλων. Οι εισφορές που θα πληρώνει ο κάθε νέος ασφαλισμένος από 1-01-2021 θα τοποθετούνται μέσω του «ατομικού κουμπαρά» σε χρηματιστηριακά προϊόντα μικρού-μεσαίου ή μεγάλου ρίσκου. Αυτό σημαίνει πως κανένας δεν θα γνωρίζει αν και πόσο επικουρική σύνταξη θα πάρει. Το μόνο σίγουρο είναι μόνο το πόσο θα πληρώνει. Αυτή είναι η ουσία του κεφαλαιοποιητικού συστήματος που θέλει να επιβάλει η κυβέρνηση».
Ανέλυσε ότι «αυτό δεν αφορά μόνο την επικουρική, καθώς ανοίγει ο δρόμος για την καθολική εφαρμογή και στην κύρια ασφάλιση.
Θέλει να φέρει ένα ακόμα σαρωτικό χτύπημα στα κοινωνικοασφαλιστικά μας δικαιώματα. Για να μετατραπεί η ασφάλιση από κοινωνική σε ατομική υπόθεση του κάθε εργαζόμενου ανάλογα με το εισόδημά του».
Ο πρόεδρος του ΕΚΛ πρόσθεσε πως «αν πιστέψουμε τα όσα λέει η κυβέρνηση οι ασφαλισμένοι γίνονται «επενδυτές». Η αλήθεια όμως είναι πως οι «επενδύσεις» έχουν και το «ρίσκο» τους, με πολλούς μέλλοντες συνταξιούχους - «αποτυχημένους επενδυτές» να χάνουν τους κόπους τους και να βρίσκονται στον δρόμο, όπως έχει αποδείξει η ζωή, με πολλά τέτοια παραδείγματα, εκεί που εφαρμόζονται ήδη οι συγκεκριμένες «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» των ιδιωτικοποιημένων συστημάτων και της απόσυρσης του κράτους από την ευθύνη της απόδοσης της σύνταξης».
Σύμφωνα με τον κ. Σκόκα «η κυβέρνηση ακολουθεί την τακτική «διαίρει και βασίλευε», προσπαθώντας να αποπροσανατολίσει και λέγοντας πως το νομοσχέδιο αφορά μόνο τους νέους εργαζόμενους από 1 Γενάρη του 2021. Η αλήθεια που κρύβει είναι πως οι συνέπειες από αυτό αφορούν όλους τους ασφαλισμένους όχι μόνο τους νέους. Γιατί μέσα από αυτό πετσοκόβει κι άλλο την κρατική χρηματοδότηση στα ασφαλιστικά ταμεία, μειώνεται η κρατική ευθύνη στην εγγύηση των συντάξεων ακόμη και στο ύψος των εισφορών παρά τα όσα η ίδια διαβεβαιώνει».
Τόνισε πως «οι νέοι εργαζόμενοι και ιδιαίτερα οι εργαζόμενοι που βρίσκονται μπλεγμένοι στις αλυσίδες της ευελιξίας, βρίσκονται στο στόχαστρο. Η διόγκωση της ανεργίας και της μισοανεργίας μαζί με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης θα έχουν ως αποτέλεσμα το συνταξιοδοτικό δικαίωμα να χρειάζεται 2 ζωές για να κατοχυρωθεί. Οι 9.000 ημέρες ασφάλισης με αυτούς τους ρυθμούς για να συγκεντρωθούν θα χρειάζονται εξήντα ημερολογιακά χρόνια» και κατέληξε λέγοντας πως «η κοινωνική ασφάλιση δεν μας χαρίστηκε. Αποτελεί μια μεγάλη κατάκτηση, αποτέλεσμα σκληρών αγώνων και θυσιών των εργαζομένων. Δεν την παραδίδουμε! Σηκώνουμε το ανάστημά μας!
Απαιτούμε: Το Νομοσχέδιο να αποσυρθεί τώρα. Κοινωνική ασφάλιση για όλους, αποκλειστικά Δημόσια και Υποχρεωτική. Υγεία - Πρόνοια αποκλειστικά Δημόσια και Δωρεάν. Κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων των κυβερνήσεων ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Επαναφορά της 13ης και 14ης σύνταξης. Αυξήσεις στις συντάξεις και στις κοινωνικές παροχές, για επαναφορά όλων των περικοπών που έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία δεκαετία».
«Απελευθερώνονται οι απολύσεις»
ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΕΙ Η ΑΔΕΔΥ
«Μετά την ψήφιση του Νόμου για τα εργασιακά, με τον οποίο καταργείται το οκτάωρο κι οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, περιορίζεται δραστικά το δικαίωμα στην απεργία, απελευθερώνονται οι απολύσεις και υποβαθμίζεται το ΣΕΠΕ, η κυβέρνηση κι ο υπουργός Εργασίας προχωρούν στην ψήφιση του νομοσχεδίου που ιδιωτικοποιεί την επικουρική ασφάλιση» σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ΑΔΕΔΥ.
Τονίζει πως: «Είναι βέβαιο ότι το νομοθέτημα της κυβέρνησης θα βρει απέναντί του σύσσωμο το συνδικαλιστικό κίνημα και τους εργαζόμενους τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού τομέα, όπως συνέβη και με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά. Η επικουρική ασφάλιση πρέπει να είναι ΔΗΜΟΣΙΑ, ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ, ΚΑΘΟΛΙΚΗ. Πρέπει να παρέχεται αποκλειστικά από το κράτος, το οποίο πρέπει να την εγγυάται, όπως ορίζει το Σύνταγμα και οι αποφάσεις του ΣτΕ».
Κ. ΓΚΙΑΣΤΑΣ