κρίσιμες αυτές ημέρες και ώρες. Ωστόσο τα αισθήματα της αποστροφής και του προβληματισμού θέλησαν να τα μοιραστούν με τους αναγνώστες της «Ε» γιατί τα όσα είδαν τους άφησαν άφωνους.
«Όπου κι αν περπατούσες έβλεπες γκαζάκια. Τα έβλεπες ανά είκοσι και τριάντα μέτρα. Δεν ήταν ένα ή δύο, αλλά πολλά μαζί. Και δίπλα βρισκόταν αλουμινόχαρτα και μπιτόνια. Μια ανεξήγητη κατάσταση που απλά μας εξόργισε όλους όσοι βρεθήκαμε εκεί για να βοηθήσουμε» εξηγεί ο Δημήτρης από το Συκούριο (τα στοιχεία του οποίου έχει στη διάθεσή της η «Ε») που έφυγε μαζί με τέσσερις φίλους του από το χωριό. «Βλέπαμε την πυρκαγιά στην τηλεόραση και δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε. Να καίγεται όλο αυτό το δάσος και ο κόσμος να περιμένει βοήθεια. Σπεύσαμε να βοηθήσουμε λοιπόν, γιατί αν ήμασταν στη θέση των κατοίκων θα θέλαμε κι εμείς να έχουμε ανάλογη βοήθεια».
Μαζί με την ομάδα του βρέθηκαν, όπως εξηγεί στην «Ε», λίγο πάνω από την Ιστιαία στην περιοχή Καμάρια. «Πήγαμε σε πολλά σημεία όμως εκεί με το που φτάσαμε βρήκαμε πολλές εκατοντάδες γκαζάκια. Θεωρούμε πως ήταν οργανωμένο όλο αυτό που έγινε και μάλιστα με μεγάλη προσοχή, γιατί δεν μπορεί ένας απλός πολίτης να μεταφέρει τόσο εύκολα τόσα πολλά γκαζάκια στο δάσος χωρίς να γίνει αντιληπτός».
Την ομάδα των νεαρών από το Συκούριο, συνάντησε κατά τύχη στο νησί κι ένας άλλος Λαρισαίος εθελοντής, ο Ευάγγελος Ευαγγέλου. Ο 27χρονος φοιτητής του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας βρισκόταν, όπως περιγράφει στην «Ε», στη Βελίκα κάνοντας τις διακοπές του. Βλέποντας όμως τις ειδήσεις στην τηλεόραση ευαισθητοποιήθηκε και αποφάσισε να φύγει μόνος του για να βοηθήσει την κατάσταση. Με καλή φυσική κατάσταση και γνώσεις ναυαγοσωστικής, παίρνει το ΚΤΕΛ και κατευθύνεται για τη Χαλκίδα έτσι ώστε να δικτυωθεί από εκεί.
Τα σχέδιά του όμως άλλαξαν και στην Αρκίτσα με τη βοήθεια μιας άλλης ομάδας εθελοντών περνάει στην Αιδηψό με άδεια από το Λιμεναρχείο. Από εκεί βρίσκεται λίγο κάτω από το μέτωπο της πυρκαγιάς, όπου με πολλές δεκάδες ντόπιων και εθελοντών προστατεύουν τη διατήρηση της αντιπυρικής ζώνης. «Η φωτιά ήταν στα 100 μέτρα και ο ρόλος μας ήταν να σβήνουμε τα αποκαΐδια και οτιδήποτε ανάβει για να μην αρπάξει φωτιά η αντιπυρική ζώνη. Οι κάτοικοι με τις ενέργειές τους συνέβαλλαν τα μέγιστα. Οι πυροσβέστες μάς έδωσαν πυροσβεστήρες. Υπήρχαν όμως και άτομα που με απλά κλαδιά πάλευαν για να βοηθήσουν».
Προσθέτει πως κατά τη διάρκεια των ημερών αυτών στην περιοχή έκανε ό,τι του ζητήθηκε και σε όποιο σημείο χρειαζόταν. Η εικόνα που του έμεινε χαρακτηριστικά στη μνήμη είναι πως «βλέπεις ένα πεύκο 20 μέτρα μπροστά του και έχει μια φλόγα όταν καίγεται που φτάνει άλλα τόσα μέτρα ύψος. Λες από μέσα σου πως αυτή η φωτιά δεν γίνεται να σβήσει…».
Κι όμως οι κάτοικοι, οι εθελοντές και φυσικά οι πυροσβέστες Έλληνες, μα και ξένοι, έδωσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν για να σώσουν ό,τι μπορούν. «Τους έβλεπα να τρέχουν όλους ασταμάτητα και αυτό με ενέπνευσε πραγματικά για να συνεχίζω να βοηθάω όσο μπορώ».
Εκείνο όμως που δεν μπορούσε να χωνέψει είναι τα αμέτρητα γκαζάκια που βρισκόταν στα καμένα δάση, όπως λέει κι εκείνος με τη σειρά του στην «Ε».
Οι παραπάνω εθελοντές ωστόσο επισημαίνουν ότι για τις εικόνες και τα βίντεο που κατέγραψαν έχουν ενημερώσει τόσο τις αστυνομικές όσο και τις πυροσβεστικές αρχές των σημείων όπου βρεθήκαν.
Εν τω μεταξύ το Ευρωπαϊκό Σύστημα Δορυφορικών Καταγραφών EFFIS, προσδιόριζε προχθές το βράδυ, την καμένη έκταση στη Βόρεια Εύβοια στον αριθμό των 507.950 στρεμμάτων και κανείς δεν γνωρίζει αν θα φτάσει τελικά τα 600.000-700.000 στρέμματα. Να σημειωθεί πως η Βόρεια Εύβοια (Δήμοι Μαντουδίου και Ιστιαίας) έχει συνολική έκταση 1.085.000 στρέμματα και ελλοχεύει ο κίνδυνος από την πύρινη λαίλαπα να καταστραφεί ολοσχερώς το 70% αυτής! Πρόκειται για τη μεγαλύτερη καταστροφή όλων των εποχών στην Ελλάδα από μία πυρκαγιά.