αφορούσε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, έχει επίσης βρεθεί ότι αντέχουν λιγότερο στην αύξηση της θερμοκρασίας». Αυτά, μεταξύ άλλων, τονίζει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Ελένη Καρλιγκιώτου, ερευνήτρια του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Laboratory, της Σχολής Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού - Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, μιλώντας για το πώς επιδρά ο καύσωνας στους ανθρώπους. Και εξηγεί:
«Οι άνθρωποι που είναι πιο ευαίσθητοι στην αύξηση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος επίσης σχετίζονται με τη φύση της εργασίας τους. Όπως είναι αναμενόμενο οι εξωτερικές χειρωνακτικές εργασίες σε θερινούς μήνες, ιδιαίτερα κατά τις μεσημβρινές ώρες αυξάνουν τον κίνδυνο ακόμα περισσότερο για τους ανθρώπους με παθήσεις, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, όσους είναι μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά και σε γυναίκες σύμφωνα με μελέτες όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω». Όσον αφορά τα μέτρα, η ίδια επισημαίνει ότι μέτρα, όπως η καλύτερη ενυδάτωση, η παραμονή, όσο δυνατόν σε σκιερό και δροσερό μέρος, η αποφυγή κουραστικής εργασίας ή άσκησης, ελαφρύς ρουχισμός ακόμη και η χρήση περισσότερων διαλειμμάτων όταν η εργασία είναι σε εξωτερικούς χώρους, έχουν προταθεί για την αντιμετώπιση της υψηλής θερμοκρασίας. Επιπρόσθετα, συνεχίζει, για ανθρώπους με προβλήματα υγείας γίνονται συστάσεις σχετικά με τη φαρμακευτική τους αγωγή και πιθανή ανάγκη τροποποίησης της δοσολογίας ή και διακοπής. Βέβαια, διευκρινίζει η ερευνήτρια, στην καθημερινή πρακτική τους οι άνθρωποι τείνουν να μην ακολουθούν τις οδηγίες αυτές, αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο την ανάγκη υπενθύμισής τους στο ευρύ κοινό, στους διάφορους εποπτικούς φορείς εργασίας και στους ασθενείς μέσα από τους θεράποντες ιατρούς. Η σωστή ενημέρωση για την αναγνώριση του πιθανού κινδύνου από τη ζέστη μπορεί να αποτρέψει πολλά συμβάντα θερμοπληξίας.
Συνοπτικά επομένως, καταλήγει, εάν αναγνωρίσουμε τις ατομικές ανάγκες του κάθε ανθρώπου μπορούμε να δώσουμε τις κατάλληλες οδηγίες, συμφώνα και με την καθημερινότητά του, όπως είναι η φύση της εργασίας του τις ζεστές ημέρες, αλλά και σε συνδυασμό με τον τρόπο ζωής του, την ηλικία, το φύλο και την κατάσταση της υγείας του. Έτσι μειώνουμε αρκετά την πιθανότητα ένας άνθρωπος να αντιμετωπίσει πρόβλημα στην υγεία του μια πολύ ζεστή μέρα, ακολουθώντας και τη μεθοδολογία της προσωποποιημένης ιατρικής παρέμβασης.
Τα τελευταία δεδομένα για την κλιματική αλλαγή μάς πληροφορούν, τονίζει επίσης η Ελένη Καρλιγκιώτου, ερευνήτρια του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Laboratory, ότι πλέον οδηγούμαστε σε αύξηση της θερμοκρασίας στο περιβάλλον καθώς επίσης και στην αύξηση της συχνότητας, αλλά και της διάρκειας του κύματος του καύσωνα κατά τους θερινούς μήνες. Η δυνατότητα των ανθρώπων να αντιμετωπίσουν τέτοιες μέρες με επιτυχία βλέπουμε να είναι διαφορετική. Έτσι κάποιοι άνθρωποι επιδεικνύουν υψηλότερη δυνατότητα προσαρμογής, ενώ άλλοι άνθρωποι δυσκολεύονται περισσότερο. Παρατηρούμε, λοιπόν, κάποιοι άνθρωποι να οδηγούνται σε νοσηλεία, ακόμη και σε θάνατο λόγω της επίπτωσης της αυξημένης θερμοκρασίας. Στον αντίποδα αυτής της κατάστασης έρχονται τα αυξανόμενα ερευνητικά δεδομένα που μας δίνουν στοιχεία που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους πιο ευαίσθητους ανθρώπους στη ζέστη να την αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά, ξεκινώντας από να αναγνωρίσουν τη διαφορά τους αυτήν που τους κάνει πιθανά πιο ευάλωτους.
«Μπορούμε να μειώσουμε τα προβλήματα που προκαλεί η ζέστη με σωστή ενημέρωση και δράση», δεν παραλείπει να σημειώσει, για να καταλήξει τονίζοντας:
«Οι επιστήμονες που εργάζονται σε αυτήν την κατεύθυνση προσπαθούν να μας παρέχουν καινούργια δεδομένα, ώστε να αναγνωρίσουμε την πιθανή ευαισθησία του καθενός μας, σε ατομικό πλέον επίπεδο, στη ζέστη. Με τη σωστή καθοδήγηση μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα πιθανά προβλήματα που ίσως να αντιμετωπίσουμε λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας. Αυτό μπορεί να γίνει εφικτό γνωρίζοντας εάν είμαστε σε αυξημένο κίνδυνο εξαιτίας για παράδειγμα της εργασίας, της φυσικής κατάστασης, της κατάστασης της υγείας -και της πιθανής φαρμακευτικής αγωγής- ακόμη και της ηλικίας και του φύλου μας. Αυτοί οι παράγοντες έχουν αναγνωριστεί ότι εν δυνάμει μπορεί να μας κάνουν πιο ευαίσθητους στη ζέστη, ο καθένας ξεχωριστά, καθώς και ο συνδυασμός τους».