Αυτό σημειώνει σε απάντησή του προς τον βουλευτή Λάρισας και πρόεδρο της «Ελληνικής Λύσης» Κυρ. Βελόπουλο, ο οποίος με ερώτησή του ζητούσε να πληροφορηθεί «με ποιον τρόπο προτίθεται το Υπουργείο να προβάλλει, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, τον ως άνω οφιτασβεστίτη («Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος»), προκειμένου να ελκυστεί το ενδιαφέρον επενδυτικών κύκλων, εγχώριων και ξένων, με προοπτική την εκμετάλλευσή του εντός Ελλάδος, αλλά και την εξαγωγή του σε άλλες χώρες».
Στην απάντησή σου το Υπ. Περιβάλλοντος αναφέρει:
«...Βάσει των διαθέσιμων βιβλιογραφικών στοιχείων, ένα από τα πιο φημισμένα και περιζήτητα διακοσμητικά πετρώματα στη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν ο «Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος», που αναφέρεται σε δεκάδες πηγές ως «Θετταλή Λίθος», «Θεσσαλικός Λίθος», ή «Χασαμπαλιώτικος Λίθος» και εξορυσσόταν στη Χασάμπαλη της Λάρισας, 12 χλμ. νοτιοανατολικά της Λάρισας, στον Δήμο Νέσσωνος (Συκούριο), ενδεχομένως και αλλού στην ευρύτερη περιοχή. Ο «Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος», πέρα από τη χρήση στον ελλαδικό χώρο, έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή σπουδαίων μνημείων σε Ιταλία, Τουρκία, Γερμανία, Ισπανία, Ρωσία, Καναδά, Μ. Βρετανία και στις ΗΠΑ.
Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος είναι ένας οφιτασβεστίτης, λατυποπαγής που αποτελείται από λατύπες σερπεντινίτη διαφόρων διαστάσεων σε πρασινόμαυρο χρώμα με αποστρογγυλεμένα εγκλείσματα λευκού μαρμάρου.
Η σκληρή του σύνθεση, η δύσκολη εξόρυξή του και η πολυχρωμία του ήταν τα χαρακτηριστικά για τα οποία υπήρξε ακριβός στην τιμή του και χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά στη λάξευση αντικειμένων μεγάλων διαστάσεων, όπως κίονες, επενδύσεις τοίχων και δαπέδων, στην οικοδόμηση ναών, καθώς και στην κατασκευή σαρκοφάγων που προορίζονταν για αυτοκράτορες ή μέλη των οικογενειών τους.
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση Πράσινου Θεσσαλικού Λίθου υπάρχει σήμερα μόνο στην «Αγιά Σοφιά».
Η πρόσφατη ιστορία των Λατομείων κατά τον 19ο και 20ό αι. μ.Χ. αναφέρεται στο βιβλίο του κ. B. Μέλφου: «Τα λατομεία της Χασάμπαλης λειτούργησαν εντατικά από το 1896 έως το 1985, με τη χρηματοδότηση αγγλικών, ιταλικών και ελληνικών εταιριών και απασχόλησαν πολλούς κατοίκους της περιοχής. Η διάνοιξη νέων λατομείων είχε σαν αποτέλεσμα να καταστραφεί σημαντικό τμήμα των παλαιών εξορύξεων».
Το 1896 ιδρύθηκε η εταιρεία βρετανικών συμφερόντων «Verde Antico Marble Company Ltd» με κεφάλαιο 20.000 στερλίνες Αγγλίας και έδρα το Λονδίνο. Την εταιρεία «Verde Antico Marble Company Ltd» αντικατέστησαν το 1912 άλλες εταιρείες ιταλικών και βρετανικών συμφερόντων. Το 1956 η εταιρεία «Grecian Marbles Ltd» ενοικίασε τα λατομεία και τελικά τα αγόρασε το 1969. Μέχρι σήμερα ανήκουν στην εταιρεία αυτήν, αν και η λειτουργία τους σταμάτησε το 1985.
Εξαιτίας του υψηλού κόστους, σύμφωνα με βιβλιογραφικά δεδομένα, η εξόρυξή του κρίνεται ασύμφορη, καθώς διατίθενται φθηνότερες λύσεις σε παρόμοια πετρώματα, με αποτέλεσμα η εξόρυξή του να έχει ανασταλεί.
Αναφορικά με τις αναγκαίες πρωτοβουλίες, προκειμένου ποικιλόχρωμα πετρώματα της ελληνικής γης, να προβληθούν από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Υ.Π.ΕΝ.) ως μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής για σχετική προώθηση μέσω διεθνών εκθέσεων, ώστε να διακινηθούν στο εξωτερικό, η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ε.Α.Γ.Μ.Ε.) δύναται να βοηθήσει μέσω του «ΑΤΛΑΝΤΑ» που εκδόθηκε στο εργαστήριο «ΛΙΘΟΣ» (Διαπιστευμένο Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Διακοσμητικών Πετρωμάτων της Ε.Α.Γ.Μ.Ε.) από τους Λασκαρίδη Κ., Πατρώνη Μ., Παπατρέχα Χρ., Μπαντούνα Ι. και Κουσερή Ι. (2015).
Μέσω των εμπεριστατωμένων πληροφοριών που περιέχει ο προαναφερόμενος «ΑΤΛΑΝΤΑΣ», ευελπιστούμε ότι μπορεί να συμβάλλει στην προώθηση και περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου των ελληνικών διακοσμητικών πετρωμάτων, των οποίων η αδιάλειπτη χρήση και οι ποικίλες εφαρμογές τους συνδέθηκαν και συνεχίζουν να συνδέονται με την ευρεία έννοια του «πολιτισμού».