καταδίκασε χθες σε κάθειρξη 6 ετών έναν από τους τρεις κατηγορούμενους ως ληστές οικογένειας επιχειρηματία στον Αμπελώνα, το καλοκαίρι του 2018.
Μια ληστεία η οποία -με βάση πάντα και τα όσα ειπώθηκαν στις δύο δίκες- διακρίνεται για το θράσος των ληστών, αλλά και την ψυχολογική βία που άσκησαν στα θύματά τους, καθώς δεν δίστασαν να απειλήσουν με πιστόλι το 10χρονο παιδί της οικογένειας προκειμένου να πάρουν τη λεία τους, ένα μεγάλο χρηματικό ποσό που φαίνεται ότι αποτέλεσε και το κίνητρο της ληστείας.
Η χθεσινή δίκη, στο πλαίσιο της οποίας αναβίωσαν οι εφιαλτικές στιγμές που έζησε η οικογένεια του επιχειρηματία στις 4 τα ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 2018, όταν οι τρεις ένοπλοι ληστές (σ.σ. γνωρίζοντας προφανώς για την ύπαρξη των χρημάτων) εισέβαλαν στο σπίτι του επιχειρηματία, παρουσίασε πρόσθετο ενδιαφέρον. Με αφορμή και το γεγονός ότι η καταδικαστική απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία (2 - 1), καθώς ο πρόεδρος του Δικαστηρίου συντάχθηκε με την πρόταση του εισαγγελέα της έδρας που πρότεινε την αθώωση του κατηγορουμένου λόγω αμφιβολιών.
Πολιτική Αγωγή και Υπεράσπιση διασταύρωσαν τα «ξίφη» τους αγορεύοντας μάλιστα σε έντονο ύφος, με την Πολιτική Αγωγή να τονίζει πως «δεν υπάρχει ίχνος αθωότητας» παραπέμποντας μεταξύ άλλων στις καταθέσεις του επιχειρηματία και της συζύγου του, οι οποίοι αναγνώρισαν τον κατηγορούμενο ως έναν από τους δράστες της ληστείας και με την Υπεράσπιση να απαντά τονίζοντας πως «δεν υπήρξε ούτε μια άσειστη απόδειξη» για την ενοχή του κατηγορουμένου.
Νωρίτερα στην απολογία του, ο 36χρονος κατηγορούμενος αρνήθηκε τη συμμετοχή του στη ληστεία λέγοντας χαρακτηριστικά πως «ορκίζομαι σε ό,τι έχω ιερό δεν έχω καμία σχέση» απαντώντας έτσι στην παρατήρηση του προέδρου του Δικαστηρίου ότι «σας αναγνώρισαν ανεπιφύλακτα οι παθόντες», ενώ και οι δύο εφέτες εστίασαν με τις ερωτήσεις τους στις τηλεφωνικές συνομιλίες που κατέγραψε η ΕΛ.ΑΣ. όπου ο κατηγορούμενος έκανε αναφορές σε μεγάλα χρηματικά ποσά. Δεν φαίνεται επίσης να έδωσε πειστικές εξηγήσεις στις ερωτήσεις εφετών για τη σχέση του με τον έναν εκ των ληστών, που βρέθηκε στη Λάρισα από την Αθήνα την ημέρα της ληστείας και μάλιστα πήγε στην προγραμματισμένη βραδινή έξοδο με τον κατηγορούμενο.
ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΕΙΛΗ ΠΙΣΤΟΛΙΟΥ
Σύμφωνα με τη δικογραφία που συνέταξε η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Λάρισας, στη ληστεία φέρονταν ως εμπλεκόμενοι πέντε συνολικά κατηγορούμενοι. Οι τρεις από αυτούς -όλοι τους Αλβανοί υπήκοοι- στις 4 τα ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 2018, εισέβαλαν στο σπίτι του επιχειρηματία την ώρα που ο ίδιος, η σύζυγός του και τα τρία τους παιδιά κοιμόντουσαν. Οι 36χρονοι ληστές φορώντας κουκούλες και με την απειλή πιστολιών, έκλεψαν μεγάλο χρηματικό ποσό, ενώ στις καταθέσεις μαρτύρων είχε επισημανθεί το θράσος των ληστών, οι οποίοι δεν δίστασαν να ασκήσουν ψυχολογική βία ακόμη και στο 10χρονο και μικρότερο παιδί της οικογένειας. Με τη σύζυγο του επιχειρηματία, καταθέτοντας χθες και αναφερόμενη πολλές φορές στη σκηνή όπου απειλούσαν το παιδί της με το πιστόλι, να σημειώνει πως «ακόμη ζούμε τον εφιάλτη». Από την πολύμηνη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας προέκυψε επίσης ότι, δύο από τους τρεις ληστές που μπήκαν στο σπίτι, είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη κατηγορούμενοι για άλλες υποθέσεις ανθρωποκτονίας και ληστειών, ενώ παραβιάζοντας τους περιοριστικούς όρους διέφυγαν στη χώρα τους αφού πρώτα έκαναν τη ληστεία στον Αμπελώνα.
Μετά και τις συλλήψεις των δραστών, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας τον Μάιο του 2020 καταδίκασε με συνολική κάθειρξη 15 ετών και 6 μηνών τρεις από τους κατηγορουμένους (σ.σ. ο πρώτος κατηγορούμενος ομολόγησε την πράξη του) κηρύσσοντας αθώους -λόγω αμφιβολιών- τους άλλους δύο κατηγορουμένους, επίσης υπήκοους Αλβανίας. Αθωώθηκε ένας 36χρονος κάτοικος Γιάννουλης, ο οποίος είχε παραπεμφθεί κατηγορούμενος ότι κρατούσε «τσίλιες» την ώρα της ληστείας, αλλά και ένας 34χρονος κάτοικος Αθήνας, στον οποίο ανήκε το Ι.Χ. επιβατικό αυτοκίνητο που χρησιμοποίησαν οι δράστες για να μεταβούν από την Αθήνα στη Λάρισα, προκειμένου να διαπράξουν τη ληστεία.
Επί της πρωτόδικης απόφασης άσκησαν έφεση οι τρεις καταδικασθέντες, με αποτέλεσμα η υπόθεση να εκδικαστεί χθες σε δεύτερο βαθμό από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας.
Οι δύο πρώτοι ληστές (σ.σ. βαρυποινίτες και για άλλες υποθέσεις) δεν παρευρέθηκαν χθες στο Δικαστήριο αλλά και δεν εκπροσωπήθηκαν, με αποτέλεσμα η υπόθεσή τους να εκδικαστεί ως ανυποστήρικτη, διατηρώντας την ίδια ποινή.
Αντίθετα, ο τρίτος κατηγορούμενος (σ.σ. κάτοικος Λάρισας όταν συνελήφθη) παρέστη στη δίκη για να υπεραμυνθεί της αθωότητάς του σημειώνοντας μάλιστα στον επιχειρηματία, την ώρα που εκείνος τον αναγνώριζε ως έναν από τους ληστές, ότι «κάνετε λάθος κύριε δεν ήμουν στο σπίτι σας».
Στο πλαίσιο της χθεσινής ακροαματικής διαδικασίας, κατέθεσαν μάρτυρες, μεταξύ των οποίων και αστυνομικοί που μετείχαν στην έρευνα, ενώ φορτισμένες συναισθηματικά ήταν οι αναφορές της συζύγου του επιχειρηματία, στην ψυχολογική βία που ασκούσαν οι ληστές απειλώντας με πιστόλι το ανήλικο παιδί της. Ο εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την αθώωση του κατηγορουμένου σημειώνοντας πως δεν είναι σίγουρος ότι το βράδυ της ληστείας ήταν στο σπίτι, με το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας να κηρύσσει τελικά ένοχο κατά πλειοψηφία τον κατηγορούμενο. Αναγνωρίζοντας ωστόσο το ελαφρυντικό του σύννομου βίου του επέβαλε συνολική κάθειρξη 6 ετών και 3 ετών (σ.σ. από 15,6 έτη πρωτόδικα) για τις κατηγορίες της ληστείας, της συμμορίας και της οπλοφορίας, με τον 36χρονο να επιστρέφει στις Φυλακές όπου κρατείται από τον Δεκέμβριο του 2018 οπότε και συνελήφθη.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ