Σε δηλητηρίαση, το πιθανότερο από μολυσμένη τροφή και όχι σε λύσσα οφείλονται τελικά τα συμπτώματα που εμφάνισε δεσποζόμενος σκύλος Λαρισαίων. Όπως διευκρίνισε χθες στην «Ε», ο ιδιώτης κτηνίατρος που χειρίσθηκε την υπόθεση, προφορικά του κοινοποιήθηκε από Εργαστήριο Ιολογίας της Αθήνας, όπου έγινε ο έλεγχος, ότι «τα συμπτώματα του σκύλου οφείλονται σε δηλητηρίαση από φάρμακο και όχι σε λύσσα».
Τα αποτελέσματα του εργαστηριακού ελέγχου δεν έχουν κοινοποιηθεί ακόμη εγγράφως στη Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Θεσσαλίας, που επίσης παρακολουθεί την εξέλιξη, αλλά η προφορική ενημέρωση όπως σημειώνει ο ιδιώτης κτηνίατρος Χρ. Κογιάννης «βάζει τέλος στον συναγερμό και την ανησυχία που προκάλεσε το συγκεκριμένο περιστατικό, τόσο στους ιδιοκτήτες, όσο και στις υγειονομικές αρχές».
Η επανεμφάνιση, τα τελευταία χρόνια, της λύσσας σε ζώα και στη χώρα μας κινητοποίησε τους υγειονομικούς φορείς με το Κέντρο Ελέγχου Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) του Υπουργείου Υγείας να εκδίδει ενημερωτικά φυλλάδια και οδηγίες αλλά και να επιτηρεί επιδημιολογικά τα όποια περιστατικά αναφέρονται με αφορμή και τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού στον άνθρωπο (μέσω του σάλιου του μολυσμένου ζώου) και με δεδομένο ότι στο αστικό περιβάλλον, ως κύριος φορέας της λύσσας θεωρείται κυρίως ο σκύλος και σπανιότερα η γάτα.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Ο δεσποζόμενος σκύλος (ένα πίτ μπουλ 2 ετών) των Λαρισαίων εκδήλωσε «αναίτια» αλλαγή της συμπεριφοράς και νευρικότητα την περασμένη εβδομάδα με αποτέλεσμα να απευθυνθούν στον ιδιώτη κτηνίατρο Χρ. Κογιάννη ο οποίος επισήμανε στην «Ε» πως «ο σκύλος παρουσίαζε την ίδια συμπτωματολογία με αυτήν της προσβολής από λύσσα».
Για να τονίσει πως «αμέσως ενημερώθηκε η Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Θεσσαλίας και το ΚΕΕΛΠΝΟ και ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία. Κτηνίατρος της Διεύθυνσης και ζωοκόμος του Δημόσιου Κτηνιατρείου, με τα προβλεπόμενα μέτρα ασφαλείας υπέβαλαν τον σκύλο σε ευθανασία, το σώμα του άτυχου σκύλου κάηκε σε υψικάμινο της Ελασσόνας ενώ η κεφαλή του ύποπτου για λύσσα ζώου, συνοδεία μάλιστα της αστυνομίας, αποστάλθηκε για τον απαραίτητο έλεγχο και νεκροψία σε Εργαστήριο Ιολογίας της Αθήνας» για να διαπιστωθεί η παρουσία η όχι, του ιού της λύσσας στους ιστούς του εγκεφάλου.
Στο πλαίσιο των ίδιων προστατευτικών μέτρων απολυμάνθηκε το ιδιωτικό κτηνιατρείο ενώ κρίθηκε αναγκαία και αντιλυσσική αγωγή, μεταξύ άλλων, στον κτηνίατρο που εξέτασε αρχικά το ζώο αλλά και σε φιλικό πρόσωπο των ιδιοκτητών που βρέθηκε στο σπίτι τους, την «ύποπτη» περίοδο.
«Από τα εργαστηριακά ευρήματα» συμπληρώνει ο κ. Κογιάννης «ευτυχώς αποδείχθηκε ότι ο σκύλος δεν είχε προσβληθεί από λύσσα αλλά από δηλητηρίαση μέσω ισχυρού φαρμάκου», φάρμακο «που του προκάλεσε τα ίδια συμπτώματα με αυτά της λύσσας, κάτι που μας υποχρέωσε να ενημερώσουμε τις αρμόδιες αρχές. Τα αποτελέσματα του εργαστηριακού ελέγχου βάζουν τέλος στη φοβία και την ανησυχία που προκάλεσε το συγκεκριμένο περιστατικό» καταλήγει ο κ. Κογιάννης.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ