Χαρακόπουλος, στην εισηγητική του παρέμβαση, ως πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, στην επί της αρχής συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών «Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου του Δημοσίου Τομέα, Σύμβουλος Ακεραιότητας στη δημόσια διοίκηση και άλλες διατάξεις για τη δημόσια διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση».
Ο Θεσσαλός πολιτικός, παρουσία του υπουργού Εσωτερικών, κ. Μάκη Βορίδη, και του αναπληρωτή υπουργού, κ. Στέλιου Πέτσα, υπογράμμισε ότι «οι διαχρονικές προσδοκίες της κοινωνίας των πολιτών» είναι για «ένα δημόσιο που δεν θα προσφέρει απλώς ένα βέβαιο επαγγελματικό καταφύγιο και όπου η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα θα επαφίενται στο φιλότιμο και μόνο του δημοσίου υπαλλήλου. Αλλά ένα δημόσιο που θα επικρατεί η αξιοκρατία, η επιβράβευση του συνεπούς, του πιο εργατικού, του πιο αποδοτικού, και όχι μια ισοπεδωτική λογική άνευ κριτηρίων, που ευνοεί εμφανώς την ακριβώς αντίθετη κατηγορία εργαζομένων.
Ένα δημόσιο, όπου η σχέση του με τον απλό πολίτη θα είναι σχέση προσφοράς και αλληλοσεβασμού, με τους πολίτες να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη προς τις δημόσιες υπηρεσίες ότι θα διεκπεραιώσουν ορθά το έργο για το οποίο έχουν ευθύνη. Ένα δημόσιο, επιπλέον, που δεν θα επιβαρύνει υπέρογκα τον κρατικό προϋπολογισμό, με αδικαιολόγητες δαπάνες, και όπου οι χρηματοδοτήσεις θα γίνονταν με πλήρη διαφάνεια, εξαλείφοντας εστίες διαφθοράς και χρηματισμού».
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος σημείωσε ότι «αναμφίβολα, έχουν γίνει σοβαρά βήματα προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας. Ειδικότερα, η καταιγιστική μετάβαση στην εποχή της ψηφιοποίησης, εν μέσω μάλιστα της πανδημίας, έχει συμβάλει πολύ ουσιαστικά στην επιτάχυνση και στη διαφάνεια των διαδικασιών και αυτό πρέπει να πιστωθεί σε όσους έχουν εργαστεί με όραμα και συνέπεια για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Ακόμη, όμως -για να είμαστε ειλικρινείς- οι αλλαγές αυτές δεν έχουν φθάσει, στο σύνολο του δημοσίου, στο επίπεδο να ανταποκρίνεται στις αυξημένες απαιτήσεις της σημερινής πραγματικότητας. Και αυτό οφείλεται εν μέρει και στις αντιστάσεις όσων, κατά το παρελθόν, δεν ήθελαν να αλλάξουν τα κακώς εννοούμενα, κεκτημένα, κυρίως σε ό,τι αφορά τις προτάσεις για αξιολόγηση και λογοδοσία. Βεβαίως, είναι πολύ ενθαρρυντικό ότι ο χρόνος και η εμπειρία έχουν δημιουργήσει ένα αναμφίβολα πλειοψηφικό κοινωνικό ρεύμα υπέρ της εισαγωγής αυτών των αρχών στο δημόσιο. Για αυτόν τον λόγο κάθε προσπάθεια που ενισχύει τη χρηστή διοίκηση, τη διαφάνεια και το νοικοκύρεμα στην οικονομική διαχείριση, είναι, νομίζω, καλοδεχούμενη από την πλειοψηφία των πολιτών».