Η δίκη ολοκληρώθηκε αργά χθες το απόγευμα και από αυτή δεν έλειψε η συναισθηματική φόρτιση, αλλά και οι στιγμές έντασης, όταν ένας εκ των εργοδοτών στην απολογία του απέδωσε τη «μεγαλύτερη ευθύνη» για το δυστύχημα, όχι στα μη τηρούμενα μέτρα προστασίας, αλλά στον άτυχο εργαζόμενο με αποτέλεσμα οι οικείοι του εκλιπόντος να διαμαρτύρονται φωνάζοντας «μας πνίγει το δίκιο» ωθώντας έτσι τον πρόεδρο του Δικαστηρίου να τους αποβάλλει προσωρινά από την αίθουσα.
Ο 50χρονος χειριστής του ανυψωτικού μηχανήματος («παπαγάλος») τραυματίστηκε θανάσιμα όταν στην προσπάθειά του να ανυψώσει και να μεταφέρει μία σκάλα πρόσβασης (μήκους 8 μ. και βάρους άνω των 70 κιλών) σε υπό επισκευή πλοίο στο καρνάγιο της Αμαλιάπολης, η σκάλα έπεσε στο κεφάλι του προκαλώντας σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, καθώς δεν φορούσε προστατευτικό κράνος.
Πρόκειται για ένα εργατικό δυστύχημα που σημειώθηκε κάτω από συνθήκες, οι οποίες ακόμη και σήμερα, επτά χρόνια μετά το τραγικό γεγονός, δεν είναι σαφείς. Διάσταση που με έμφαση υπογράμμισε ο εισαγγελέας της έδρας κατά την αγόρευσή του, λέγοντας πως «υπάρχει αποδεικτική δυσχέρεια» κι επισημαίνοντας μάλιστα (σ.σ. σε μία από τις σπάνιες περιπτώσεις) ότι «δεν έγιναν άμεσα οι προανακριτικές ενέργειες και δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το συμβάν».
Η αυλαία της υπόθεσης δεν έπεσε τελικά χθες στο Δικαστήριο της Λάρισας, αφού η υπεράσπιση των κατηγορουμένων με την ανακοίνωση της ποινής, δήλωσε την πρόθεσή της να ασκήσει αναίρεση.
Η υπόθεση παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον με δεδομένο ότι δεν καταδικάστηκαν μόνο οι τρεις εργοδότες για ανθρωποκτονία από αμέλεια και για ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα, αλλά και γιατί τρεις εργαζόμενοι, στο ίδιο ναυπηγείο, βρέθηκαν επίσης κατηγορούμενοι και καταδικάστηκαν μάλιστα για ψευδή κατάθεση (ψευδορκία) με αφορμή και τις καταθέσεις τους για τη μη λειτουργία των ανυψωτικών μηχανημάτων.
Στις συγκεχυμένες πρώτες πληροφορίες -αφού δεν προέκυψε πως υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες- για το πώς σημειώθηκε το ατύχημα, το πρωί της 30ής Ιουλίου 2014, αναφέρθηκαν μέσω περιγραφών με τις καταθέσεις τους στο Δικαστήριο συγγενείς του άτυχου 50χρονου, εργαζόμενοι, ενώ κατέθεσαν επίσης ιδιώτες πραγματογνώμονας και ιατροδικαστής.
Κατέθεσε επίσης και εργαζόμενη - συγγενής των τριών εργοδοτών, οι οποίοι στις απολογίες τους επισήμαναν, μεταξύ άλλων, πως «υπάρχει ασάφεια στο πώς συνέβη το δυστύχημα» προσθέτοντας πως «δουλεύουμε 35 χρόνια και δεν άνοιξε ποτέ μύτη», δίνοντας τέλος συλλυπητήρια προς την οικογένεια του εκλιπόντος. Ένταση προκλήθηκε ωστόσο όταν ένας εκ των εργοδοτών τόνισε πως «τη μεγαλύτερη ευθύνη για το δυστύχημα την έχει ο θανών» επειδή δεν φορούσε κράνος την ώρα του ατυχήματος, χωρίς δηλαδή να τηρεί τα μέτρα αυτοπροστασίας, προκαλώντας έτσι τις αντιδράσεις συγγενών του θύματος.
Διάσταση που υπεραμύνθηκε και η υπεράσπιση των κατηγορουμένων, σε αντίθεση με την πολιτική αγωγή που σημείωσε την ευθύνη της εργοδοσίας.
Και οι δύο πλευρές σε πολλά σημεία της δίκης εστίασαν στο γεγονός αν οι εργαζόμενοι στο ναυπηγείο φορούσαν ή όχι κράνος και αν η επιχείρηση είχε προμηθεύσει ή όχι τους εργαζόμενους με κράνη, κ.λπ.
ΑΠΟΔΕΚΤΙΚΗ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑ
«Υπάρχει αποδεικτική δυσχέρεια» τόνισε στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας της έδρας και πρόσθεσε ότι «οι εργοδότες όφειλαν, όπως προκύπτει από ρητή διάταξη, όχι μόνο να έχουν παράσχει κράνη στους εργαζόμενους, αλλά και να έχουν φροντίσει να τους ενημερώσουν για την ασφάλειά τους και να τους υπενθυμίζουν την υποχρέωση της ασφάλειας του προσωπικού. Μπορούσαν να προβλέψουν ότι αυτή τους η παράλειψη θα επιφέρει ένα τέτοιο περιστατικό, και θα μπορούσε να είχε αποτραπεί το ενδεχόμενο θανάτου».
Στη συνέχεια διευκρίνισε πως «η σκάλα που έπεσε στο κεφάλι, προκάλεσε βαρύ τραύμα και επήλθε ο θάνατος. Δεν αποδείχθηκε ότι ο θανάσιμος τραυματισμός έλαβε χώρα κατά την προσπάθεια του θανόντα να σηκώσει μόνος του τη σκάλα. Δεν αληθεύει αυτό λόγω της σωματοδομής του θανόντος αλλά ακόμη και αν είχε κατορθώσει να το πετύχει, δεν θα είχαμε τέτοιου είδους τραύμα. Ήταν ένας φριχτός τραυματισμός».
Ο εισαγγελέας της έδρας υπογράμμισε επίσης πως «δεν έγιναν άμεσα οι προανακριτικές ενέργειες και δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το συμβάν. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο θανών δεν φορούσε κράνος. Αποδείχθηκε ότι κράνη είχαν παρασχεθεί, υπήρχαν στην επιχείρηση και θα μπορούσαν να τα φοράνε συστηματικά.
Εάν ο θανών φορούσε κράνος, δεν θα είχε τον θανάσιμο τραυματισμό, αλλά έναν βαρύ τραυματισμό, το πλήγμα δεν θα ήταν θανατηφόρο» σημειώνοντας επίσης την «παράλειψη των εργοδοτών να επιβάλλουν τη χρήση του κράνους απαρέγκλιτα και όχι αυτή να επαφίεται στη θέληση των εργαζομένων. Το αποτέλεσα θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Βαρύνεται η πλευρά των κατηγορουμένων με αμέλεια, υφίσταται η ευθύνη τους».
Σε ό,τι αφορά τους άλλους τρεις κατηγορούμενους, ο εισαγγελέας σημείωσε στην αγόρευσή του πως «οι καταθέσεις των τριών τελευταίων εργαζομένων δεν είναι αληθείς» και πρότεινε τέλος την ενοχή και των 6 κατηγορουμένων, όπως και πρωτοδίκως.
Τελικά το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Λάρισας, αναγνωρίζοντας ελαφρυντικά στην πλειοψηφία των κατηγορουμένων, καταδίκασε τους τρεις κατηγορούμενους εργοδότες για ανθρωποκτονία από αμέλεια και για ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα με συνολική ποινή φυλάκισης 9 μηνών και τους άλλους τρεις κατηγορούμενους - εργαζόμενους στην ίδια επιχείρηση για ψευδή κατάθεση (ψευδορκία) με ποινές φυλάκισης, 6 μηνών τον πρώτο και 5 μηνών τους άλλους δύο. Ποινές μικρότερες από αυτές που είχαν επιβληθεί πρωτόδικα. Η ποινή που επέβαλε το Δικαστήριο χθες έχει τριετή αναστολή, ενώ με την ανακοίνωσή της η πλευρά της υπεράσπισης δήλωσε πως θα ασκήσει αναίρεση.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ