«Οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν κι έκτακτα μέτρα. Μέτρα που επανειλημμένα πρότειναν οι επιστήμονες, οι υγειονομικοί, τα σωματεία, άλλοι μαζικοί φορείς και τα οποία από την πρώτη στιγμή στήριξε το ΚΚΕ», υπογράμμισαν η Μαρία Κωστούλα και η Ρούλα Ξιφαρά, επισημαίνοντας ότι «η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της και να μην το κουνάει σε εργαζόμενους και νεολαία. Οι αντιφάσεις, οι παλινωδίες, η κυβερνητική ανευθυνότητα τροφοδότησαν τον όποιο εφησυχασμό. Αυτές έστρωσαν το έδαφος σε ανορθολογικές και σκοταδιστικές ερμηνείες».
Αναλυτικότερα, τα στελέχη του ΚΚΕ ανέφεραν μεταξύ άλλων: «Η ραγδαία αύξηση των εξακριβωμένων κρουσμάτων στην πόλη μας, η μεγάλη αύξηση των θανάτων από βδομάδα σε βδομάδα, η εκρηκτική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία, τα συνεχώς αυξανόμενα κρούσματα σε ευαίσθητες δομές όπως οι ιδιωτικές κλινικές, η καθημερινή επιβεβαίωση ότι οι χώροι δουλειάς έχουν μετατραπεί σε εστίες υπερμετάδοσης, αποτελούν κομβικά στοιχεία, που δεν δείχνουν μόνο τη μεγάλη έξαρση της πανδημίας στη χώρα. Αποτυπώνουν ταυτόχρονα, τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης, που υπηρετώντας τη λογική κόστους - οφέλους για το κεφάλαιο, τα κέρδη και το κράτος του, αποφάσισε να θυσιάσει τα μέτρα για την υγεία του λαού, στον βωμό των λεγόμενων «αντοχών της οικονομίας», που δεν είναι άλλες από τις απαιτήσεις του κεφαλαίου...
Η κυβέρνηση δεν αξιοποίησε τον χρόνο που κερδήθηκε από τη στάση του λαού όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά συνεχίζει να εναποθέτει ακόμη και τώρα την προστασία της ζωής του λαού στην «ατομική ευθύνη». Με αυτό το κριτήριο, εξάλλου, όχι μόνο δεν πάρθηκαν αναγκαία μέτρα, ενώ υπήρξε χρόνος μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας, αλλά η υγεία του λαού τζογαρίστηκε στο χρηματιστήριο των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων στον Τουρισμό, στις Μεταφορές κ.ά. Το ίδιο έκαναν και οι κυβερνήσεις σε όλη την ΕΕ -ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης- ενώ την ίδια στιγμή φρόντισαν να εξασφαλίσουν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης εκατοντάδες δισ. για τους μεγάλους ομίλους. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά η κυβέρνηση της ΝΔ αντιμετώπισε την πανδημία ως μια χρυσή ευκαιρία για να εφαρμόσει νέα αντιδραστικά μέτρα και για να περάσει στην κυριολεξία τις ανατροπές του αιώνα, με στόχο να πληρώσουν την κρίση πάλι οι εργαζόμενοι. 10ωρο, απλήρωτες υπερωρίες, κατάσχεση λαϊκής περιουσίας, απαγορεύσεις σε πορείες και απεργίες, ένα σωρό από αντιλαϊκά τερατουργήματα, που εδώ και τώρα πρέπει να αποσυρθούν και να καταργηθούν.
Η κυβέρνηση αντί να προχωρήσει σε μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων για την κάλυψη των τεράστιων κενών κάνει «οικονομίες». Χαρακτηριστικά: Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, που αποτελεί νοσοκομείο αναφοράς, έγιναν το προηγούμενο διάστημα μόλις 38 προσλήψεις παραϊατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, με το καθεστώς των επικουρικών και 23 προσλήψεις επικουρικών γιατρών. Στο Γενικό Νοσοκομείο έγιναν μόλις 31 προσλήψεις παραϊατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, με το καθεστώς των επικουρικών, και 7 προσλήψεις επικουρικών γιατρών για 4 μήνες. Την ίδια ώρα, τα επίσημα στοιχεία κάνουν λόγο για εκατοντάδες κενά γιατρών και υπολοίπου προσωπικού και στα 2 νοσοκομεία ακόμη και με τα πετσοκομμένα μνημονιακά οργανογράμματα. Αποτέλεσμα: τα 2 νοσοκομεία της πόλης να λειτουργούν στο «κόκκινο». Την εικόνα συμπληρώνει η άθλια κατάσταση στα Κέντρα Υγείας και τα Περιφερειακά Ιατρεία στην ύπαιθρο. Στα 2 νοσοκομεία της Λάρισας οι προϋπολογισμοί είναι μειωμένοι κατά 60% από το 2012. Αυτή η κατάσταση, πέρα από την «εξοικονόμηση» κονδυλίων για τη στήριξη συνολικά του κεφαλαίου, ωφέλησε τους επιχειρηματικούς ομίλους στην ιδιωτική Υγεία που εξασφάλισαν πελατεία. Καθόλου τυχαία, ειδικά η πόλη της Λάρισας είναι κυριολεκτικά περικυκλωμένη από μεγάλες ιδιωτικές δομές Υγείας...
Τα σχολεία παραμένουν ουσιαστικά αθωράκιστα κι αυτό αναδεικνύεται ακόμα πιο ανάγλυφα τώρα που τα κρούσματα αυξάνονται στην Εκπαίδευση. Ενδεικτικά μέχρι σήμερα 3 σχολεία και 60 τμήματα είχαν αναστείλει τη λειτουργία τους μέχρι χτες. 25άρια τμήματα, μικρές αίθουσες και προαύλειοι χώροι, ελλείψεις καθηγητών, ελάχιστες καθαρίστριες (135 , δηλαδή μόνο 2 παραπάνω από πέρσι) είναι η πραγματικότητα στα σχολεία. Η κυβέρνηση παρουσίαζε μέχρι χτες, όπου πήρε την απόφαση να κλείσει τα γυμνάσια και τα λύκεια, τη μαγική εικόνα ότι «στο σχολείο δεν κολλάει», αξιοποιώντας στατιστικά στοιχεία μακριά από την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, οικογένειες που ενημερώνονται από το σχολείο ότι ένα τμήμα κλείνει λόγω κρούσματος και δικαιολογημένα ανησυχούν, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περιμένουν στο σπίτι αν θα νοσήσουν και τα δικά τους παιδιά, χωρίς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων να τους εξασφαλίζεται άδεια από τη δουλειά. Αργά ή γρήγορα λοιπόν θα καταφύγουν στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και να πληρώσουν 70 και 80 ευρώ για να ξέρουν αν είναι ασφαλές το να έρχονται σε επαφή και να φροντίζουν παππούδες και γιαγιάδες κ.ο.κ. Κι όλα αυτά επειδή τα πρωτόκολλα για τα σχολεία δεν προβλέπουν τη διενέργεια δωρεάν τεστ αν δεν υπάρχουν «έντονα συμπτώματα»...
Η προστασία της ζωής των εργαζομένων είναι υπόθεση του ίδιου του εργατικού –λαϊκού κινήματος, μάχη που μπορεί να κερδηθεί με οργανωμένη πάλη μέσα από τα εργατικά σωματεία, τους μαζικούς φορείς και συλλόγους. Η προστασία της ζωής, της υγείας του λαού, απαιτεί να μπει στο στόχαστρο ο «ορατός εχθρός», που είναι το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα, το ίδιο το κεφάλαιο και η εξουσία του, που αποδεικνύεται ξανά τώρα ότι θυσιάζει τις ανάγκες, ακόμα και τη ζωή του για τα κέρδη των λίγων».