Σε αρκετά χωριά της Ηπείρου παρατηρούμε εκκλησίες των οποίων ο νάρθηκας κτίζεται με αλλεπάλληλα τόξα που στηρίζονται σε μικρές κολώνες. Στη δεκαετία του ’60 ο ναός ακρωτηριάζεται. Η ιστορική αυλή στην οποία οι νεολαίοι του χωριού πραγματοποιούσαν τις κοινωνικές εκδηλώσεις, αλλά και το καμπαναριό, θυσιάζονται για να περάσει ο δρόμος.
Ο δρόμος αυτός ενώνει τις δύο μεγάλες συνοικίες του χωριού και ταυτοχρόνως οι κάτοικοι αποκτούν πρόσβαση προς το μοναστήρι του Ιωάννου Προδρόμου, τα κτήματα και τα λιβάδια του Κισσάβου. Ο ναός τα τελευταία χρόνια δέχεται τη φροντίδα μιας αξιόλογης και ακούραστης εκκλησιαστικής επιτροπής που την αποτελούν οι: Πάτροκλος Δούβλης, Ευανθία Τσίνα-Γιοντζή, Μιχάλης Μητούλης, Κούλα Καραφέρια.
Η επιμονή και το μεράκι αυτών των ανθρώπων, κτίζει το καμπαναριό μετά από εξήντα χρόνια, επουλώνει τις πληγές της ανατολικής πλευράς του μνημείου, κτίζοντας όλη την πλευρά με ντόπια πέτρα του Κισσάβου αναθέτοντας την εργασία αυτή, στους έμπειρους μαστόρους Λούφη και Στέλιο. Το μνημείο πλέον χαίρεσαι να το βλέπεις. Ένα απλό ταπεινό μνημείο, όπως όλες σχεδόν οι εκκλησίες των ορεινών χωριών. Εδώ δεν υπάρχει το φλύαρο και το πομπώδες αρκετών νεόκτιστων ναών. Εδώ τα πράγματα είναι απλά και απέριττα, γιατί ενσωματώνονται στο περιβάλλον.
Στέλιος Τσιανίκας