της μεγαλύτερης οροσειράς της Ελλάδας, της Πίνδου, το Μέτσοβο παραμένει αναλλοίωτο στον χρόνο, διατηρώντας την παραδοσιακή του ομορφιά. Φτάνοντας μόλις σε 2 ώρες από τη Λάρισα, προσελκύει αρκετό κόσμο τον χειμώνα λόγω χιονοδρομικού και το καλοκαίρι ως πέρασμα από τους ταξιδιώτες προς το Ιόνιο, μαζεύοντας καθαρό αέρα και δροσιά κάτω από τους πελώριους πλάτανους του χωριού. Φέτος, λόγω κορονοϊού, οι Μετσοβίτες που είναι εκτός χωριού θα το προτιμήσουν περισσότερο, όπως λένε οι κάτοικοι, καθώς θα αποτελέσει ένα ασφαλές μέρος για να περάσει κάποιος τις καλοκαιρινές διακοπές του.
Το φημισμένο βλαχοχώρι των σπουδαίων ευεργετών, με τις γκρι αποχρώσεις της πέτρας και τις κατακόκκινες κεραμοσκεπές το κάνει αυτόματα ξεχωριστό. Αρχοντικά σπίτια, με ξύλινες πόρτες, χαγιάτια, πετρόχτιστες τρεχούμενες βρύσες, πέτρινοι Ιεροί Ναοί, ντόπια οινοποιία, αλλά και τοπικά εδέσματα, είναι λίγα από αυτά που τραβούν τους επισκέπτες στον παραδοσιακό οικισμό.
Στην πλατεία οι ηλικιωμένοι συζητούν ακόμη στα βλάχικα, κρατώντας τις γκλίτσες στα χέρια, ενώ οι καμινάδες είναι ακόμη αναμμένες, λόγω του κρύου, με τον καιρό να αλλάζει πολύ γρήγορα από ήλιο σε βροχή κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η συζήτηση στα βλάχικα με κάποιον ντόπιο έχει ως εξής: - Μπούνα Τζούα (καλημέρα). Μίνι έσκου Γεώργιος. Κάρι έστσι τίνι; (Εγώ είμαι ο Γεώργιος. Εσύ ποιος είσαι;). - Μίνι έσκου Δημήτρης (Εγώ είμαι ο Δημήτρης). - Ντιού έστσι τινί; (Από που είσαι;). - Μίνι έσκου Φάρσαλα σσι έσκου Αρμάνι (Είμαι από τα Φάρσαλα και είμαι βλάχος)....Τραβώντας πιο πάνω στα σοκάκια του χωριού θα συναντήσετε γυναίκες - κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας - που φορούν ακόμη παραδοσιακές φορεσιές και συζητούν επίσης στη βλάχικη διάλεκτο. Αυτή την εποχή τεχνίτες εκτελούν εργασίες συντήρησης στα σπίτια, ενώ τα πρώτα κεράσια αρχίζουν ήδη να κοκκινίζουν στις Μετσοβίτικες γειτονιές. Σήμερα το Μέτσοβο παραμένει ζωντανό χάρη στον τουρισμό την κτηνοτροφία, την υλοτομία. Στην πλατεία βρίσκεται ο Μητροπολιτικός ναός της Αγίας Παρασκευής με το περίτεχνο ξύλινο τέμπλο, τις σπάνιες εικόνες και τα ανεκτίμητα Ιερά σκεύη, ενώ ακριβώς απέναντι είναι το Δημαρχείο. Λίγο πιο κάτω, βρίσκεται το Μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με τέμπλο του 1728, ένα πραγματικό έργο τέχνης. Ακόμη, η Mονή του Αγίου Νικολάου είναι χτισμένη στα νοτιοδυτικά του Μετσόβου, κοντά στην όχθη του Μετσοβίτικου ποταμού. Υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα μοναστήρια της περιοχής και η ίδρυσή της ανάγεται στη βυζαντινή εποχή. Ανακαινίστηκε το 1700 και η σημερινή του μορφή, οφείλεται στις αναστηλωτικές εργασίες που έγιναν γύρω στα 1960, από το Ίδρυμα Bαρώνου Μιχαήλ Τοσίστα. Ποια η συνεισφορά Ευάγγελου Αβέρωφ - Τοσίτσα
Ο Ευάγγελος Αβέρωφ το 1934 συναντήθηκε στην Αθήνα με Μετσοβίτες, έτσι ώστε να συζητήσουν τι θα μπορούσαν να κάνουν για να σώσουν τον τόπο τους. Επεφταν όμως πάνω σε ένα μεγάλο εμπόδιο χρειαζόταν χρήματα τα οποία δεν είχαν. Έτσι, ξεκίνησε την αναζήτηση ανθρώπων που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν οικονομικά στον τόπο τους και που θα άλλαζαν την εικόνα του χωριού αναβαθμίζοντάς το, και δίνοντας την ευκαιρία στους κατοίκους να σπουδάσουν και να μάθουν κάποια τέχνη, ώστε να συνεισφέρουν και αυτοί με τη σειρά τους αργότερα στο κοινό καλό. Ξεκίνησε να αλληλογραφεί με τον Βαρόνο Μιχαήλ Τοσίτσα, που είχε μεγαλώσει στη Γαλλία και η οικογένειά του είχε αναπτύξει και είχε στην ιδιοκτησία της ιδιωτική τράπεζα με την επωνυμία ‘‘Τράπεζα Μιχαήλ και Αναστασίου Τοσίτσα’’. Ο Τοσίτσας δεν είχε δεσμούς με την πατρίδα του, δεν μιλούσε ελληνικά, ούτε είχε επισκεφθεί ποτέ την Ελλάδα. Ενδιαφερόταν, όμως, ζωηρά για ο,τιδήποτε σχετίζεται με την ιστορία της οικογένειάς του καθώς και με τις ρίζες του. Όταν πέθανε ο πατέρας του Αναστάσιος, τα πούλησε όλα και συνέχισε τη ζωή του στην Ελβετία. Απέκτησε στενή φιλία και εμπιστοσύνη με τον Ευάγγελο Αβέρωφ και μετά από 10 χρόνια φιλίας, ο Αβέρωφ τον πείθει να αφήσει την περιουσία του - καθώς δεν είχε οικογένεια - στο χωριό. Εκείνος το δέχεται, με την προϋπόθεση δίπλα στο όνομά του, να φέρει το όνομα της οικογένειάς του, δηλαδή Αβέρωφ - Τοσίτσας. Ο Αβέρωφ θέτει ως προϋπόθεση να μην κληρονομήσει χρήματα, για να μην κατηγορηθεί, αλλά να ιδρύσει ένα ίδρυμα. Ο Τοσίτσας θα προικοδοτούσε το ‘‘Ίδρυμα Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα’’ με το ποσό των 1.700.000 δολαρίων. Όπερ και εγένετο, το 1948 ιδρύεται το ίδρυμα “Βαρόνου Μιχαήλ Τοσίτσα”, το οποίο είχε ως στόχο την ανάπτυξη της περιοχής του Μετσόβου. Έχτισε σχολεία στο Μέτσοβο και σε όλο τον νομό, νοσοκομείο στο χωριό, πολλά χρόνια πριν το Ε.Σ.Υ., φύτεψε δέντρα, κατασκεύασε το χιονοδρομικό κέντρο, έφτιαξε την Εστία Ηπειρωτών στην Αθήνα, Μουσεία, εργοστάσιο ξυλείας, έστειλε τους τυροκόμους στην Ιταλία να σπουδάσουν, ακόμα και το τυρί Μετσοβόνε είναι έργο του Ιδρύματος κ.ά. Ο Βαρόνος Μιχαήλ Τοσίτσας δεν πρόλαβε ποτέ να επισκεφθεί το Μέτσοβο, καθώς πέθανε το 1950 βαριά άρρωστος στην Ελβετία, έμεινε όμως με τη χαρά της αιώνιας παρακαταθήκης του ονόματος του, ως λαμπρός ευεργέτης του Μετσόβου και της χώρας.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΕΤΣΟΒΟΥ - ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΤΟΣΙΤΣΑ
Στο Λαογραφικό Μουσείο Μετσόβου, στεγάζεται στο ανοικοδομημένο Αρχοντικό Τοσίτσα το πατρογονικό της γνωστής οικογένειας ευεργετών, που χτίστηκε αρχικά το 1661 και λειτουργεί από το 1955, γνωστό και ως “Αρχοντικό”. Η περιήγηση στους χώρους του Μουσείου ζωντανεύει την ατμόσφαιρα περασμένων αιώνων. Τα εκθέματα περιλαμβάνουν ό,τι θα μπορούσε να υπάρχει σ’ ένα αρχοντικό την εποχή της μεγάλης οικονομικής ακμής του Μετσόβου, αλλά και αντικείμενα που αποτελούν για το έθνος ιστορικής σημασίας. Σε όλο το Μουσείο θα παρατηρήσει κανείς ξυλόγλυπτα έπιπλα και σκαλιστά ξύλινα ταβάνια, πολύχρωμα υφαντά στους τοίχους, φορεσιές, εικόνες, σπαθιά, παλιά σκεύη και αντικείμενα μεγάλης αξίας της εποχής εκείνης. Μεγάλης αξίας είναι επίσης ένα φωτιστικό του 6ου αιώνα, καθώς και η Παναγία Φανερωμένη της ίδια περίπου χρονολογίας, την οποία αγόρασε κάποιος σε δημοπρασία στο εξωτερικό, και τη δώρισε στον Ευάγγελο Αβέρωφ να την προσθέσει στη συλλογή. Στο ισόγειο προβάλλονται εκθέματα από τον στάβλο, την αποθήκη τροφίμων και πώς γινόταν η συντήρηση προμηθειών κατά τους χειμερινούς μήνες. Στη συνέχεια ξεπροβάλλουν τα καθιστικά της οικογένειας και τα μεγάλα σαλόνια του δευτέρου ορόφου, όπου περνούσαν τους επισκέπτες, έτσι ώστε να επιδείξουν τον πλούτο της οικογένειας, κυρίως τις γιορτές.
Στον τρίτο όροφο υπάρχουν προσωπικά αντικείμενα του Ευάγγελου Αβέρωφ το γραφείο, καθιστικό, υπνοδωμάτια, μαζί με τα προσωπικά αντικείμενα, διαβατήρια, γκλίτσες, τσαρούχια, και άλλα αντικείμενά του, όπως και το τελευταίο πακέτο τσιγάρα μάρκας ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ, ακουμπισμένο στο γραφείο του. Ακόμη υπάρχουν οικογενειακές φωτογραφίες με τη σύζυγό του και τις δύο κόρες του και άλλες προσωπικές στιγμές κατά τη διάρκεια της πολιτικής του διαδρομής και της ζωής του.
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΦΑΡΣΑΛΩΝ ΣΤΗΝ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΕΤΣΟΒΟΥ
Στην Πινακοθήκη που ίδρυσε ο Ευάγγελος Αβέρωφ το 1988 στο Μέτσοβο, σε περίοπτη θέση, δεσπόζει το έργο του Γιώργου Ροϊλού «Η μάχη των Φαρσάλων», κατά τον ελληνο-τουρκικό πόλεμο του 1897, ένα έργο του 1901, το οποίο σύμφωνα με μαρτυρίες των ντόπιων, το αγόρασε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, από γνωστή επιχειρηματική οικογένεια, έτσι ώστε να το συμπεριλάβει στην προσωπική συλλογή του.
Ο καλλιτέχνης Γεώργιος Ροϊλός, μια ανήσυχη προσωπικότητα και με έντονο προβληματισμό γύρω από τα συμβάντα της εποχής του, ακολουθεί αυτή την τάση και όταν επιστρέφει στην Ελλάδα και στρατεύεται παίρνει το σημειωματάριό του και καταγράφει τα συμβάντα του πολέμου. Έτσι στον πίνακα βλέπουμε τους τραυματίες, βλέπουμε τους νεκρούς. Οι ήρωες βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο και καθώς η ζωγραφική έχει πάρει τη στροφή της προς την τοπιογραφία, το τοπίο καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος του πίνακα. Πέρα από τη ρεαλιστική γραφή που τον ενδιαφέρει για την αποτύπωση των προσώπων, των αλόγων ή των στιγμών της μάχης, ενδιαφέρεται πάρα πολύ για την απόδοση του τοπίου. Ο ουρανός καταλαμβάνει σχεδόν το μισό του πίνακα και αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η κίνηση, την οποία και καταγράφει στη χλόη και στους καπνούς της μάχης.
Ακόμα, στη προσωπική συλλογή του Αβέρωφ στην Πινακοθήκη δεσπόζει η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (Ν. Λύτρα), ένα έργο σημαντικό από ιστορικής άποψης. Όταν έγινε η επέκταση του κτιρίου ξεκίνησαν να δωρίζουν έργα και νεότεροι καλλιτέχνες. Στη συνέχεια υπάρχει μια πανέμορφη συλλογή με φωτογραφίες από το Μέτσοβο του Κώστα Μπαλάφα, η οποία αποτυπώνει με τον φακό του, την περίοδο του 1955-1968 και τα δύσκολα χρόνια. Τα χαρακτικά, μια συλλογή δωρεά του Δημητρίου Τσάμη και τα σύγχρονα, ενώ από το 1995 δύο φορές την εβδομάδα έρχονται μαθητές του Μετσόβου για μάθημα.
*Μόλις λίγα χιλιόμετρα πάνω από το Μέτσοβο υπάρχει ένα πανέμορφο τοπίο σε υψόμετρο 1.340 μέτρων. Πρόκειται για την τεχνητή λίμνη Αώου, που δημιουργήθηκε το 1987 από τη ΔΕΗ. Ο κύκλος της λίμνης είναι περί τα 32 χιλιόμετρα και η διαδρομή προσφέρει στον ταξιδιώτη μαγευτικές εικόνες της λίμνης και των γύρω βουνών που την περιβάλλουν. Ιδιαίτερα το απόγευμα κατά το ηλιοβασίλεμα αποτελεί ένα εντυπωσιακό τοπίο.