Ήρωες είναι και οι εργαζόμενοι που καθημερινά βρίσκονται πάνω σε δύο τροχούς οργώνοντας όλη τη Λάρισα για να παραδώσουν δέματα, φαγητό, καφέδες, φάρμακα.
Η καθημερινότητα για εκείνους έγινε ακόμη πιο δύσκολη καθώς δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τον αυξημένο φόρτο εργασίας, αλλά και τον φόβο της πανδημίας. Παίρνουν τα μέτρα τους όσο μπορούν αλλά και πάλι σίγουροι δεν μπορεί να είναι. Τουλάχιστον πλέον άλλαξε ο τρόπος των συναλλαγών τους, καθώς πλέον οι πελάτες προκειμένου να αποφύγουν τις επαφές πραγματοποιούν ηλεκτρονικά τις πληρωμές.
«Αφήνουμε τη σακούλα έξω από την πόρτα όπως ζητούν πολλοί πελάτες που κοιτούν από το ματάκι πότε θα φύγουμε. Σε πολλές περιπτώσεις μένουμε κάτω έξω στην είσοδο και περιμένουμε να κατέβει ο πελάτης όταν εκείνος το ζητά και οφείλω να πω ότι αυτές τις μέρες το φιλοδώρημα είναι αυξημένο, όχι όμως χέρι με χέρι, το πληρώνουν μαζί με την παραγγελία τους. Για πολλούς που παραγγέλνουν μέσω διαδικτύου υπάρχει η κατηγορία tip όπου μπορούν να βάλουν ένα ποσό για τον διανομέα. Πολλοί μας το λένε κιόλας, ότι σου έχω αφήσει κάτι, ίσως επειδή νιώθουν άσχημα που τέτοιες μέρες βγαίνουμε έξω, ίσως επειδή φοβούνται μήπως και δεν μας το πει η επιχείρηση» λέει ο Δημήτρης που εργάζεται ντελίβερι σε πιτσαρία της πόλης.
Ο Δημήτρης κάνει αυτή τη δουλειά αρκετά χρόνια και όπως λέει δεν σκέφτηκε ούτε για μια στιγμή να τα παρατήσει, αφού αντιλαμβάνεται όπως λέει, ότι κάποιοι πρέπει να δουλεύουν. «Ναι προβληματίστηκα, αλλά μέχρι εκεί. Παίρνω όλα τα μέτρα για να προστατευτώ, αλλά διαπιστώνω ότι το ίδιο κάνει και ο κόσμος. Η επιχείρηση στην οποία εργάζομαι λαμβάνει όλα τα μέτρα και από την πρώτη στιγμή μου παρείχε γάντια, αντισηπτικά, μάσκες αλλά και οδηγίες για το πώς να «συναντιέμαι» με τους πελάτες χωρίς επαφή. Ακόμη και εκείνοι που θα ανοίξουν την πόρτα κρατούν απόσταση και φυσικά η συντριπτική πλειοψηφία έχει πληρώσει την παραγγελία μέσω κάρτας και έχει προσθέσει και φιλοδώρημα για τον ντελιβερά που φτάνει στην πόρτα τους».
Καταλήγοντας λέει ότι γνωρίζει συναδέλφους του που φοβούνται γιατί έχουν παιδιά και προσθέτει: «Ίσως και εγώ αν είχα παιδιά να με περιμένουν σπίτι να το σκεφτόμουν διαφορετικά. Μακάρι να υπήρχε άλλη επιλογή. Φίλος μου, μου έλεγε προχθές ότι για εκείνον θα ήταν προτιμότερο να έκλεινε η επιχείρηση και να έπαιρνε αυτό το επίδομα. Όμως όλοι ξέρουμε ότι όσες επιχειρήσεις κλείνουν σήμερα, δεν είναι και απόλυτα βέβαιο ότι θα ανοίξουν αύριο».
ΤΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΔΗΓΩΝ ΔΙΚΥΚΛΟΥ
Το Σωματείο Εργαζομένων Οδηγών Δικύκλου αυτή την περίοδο έχει ως προτεραιότητα την εφαρμογή των κανόνων για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων. Για τα ελλιπή μέτρα προστασίας που παρέχονται στους εργαζόμενους, για το γεγονός ότι καλούνται πολλές φορές να τα βάλουν από την τσέπη τους οι ίδιοι οι διανομείς, αλλά και για την αδυναμία προστασίας τους από την πολιτεία, μιλά η ανακοίνωσή τους.
Αναλυτικότερα, μεταξύ άλλων το Σωματείο επισημαίνει: «Την περίοδο που διανύουμε με την εξάπλωση του Covid-19, έρχεται με ακόμη μεγαλύτερη ένταση στο προσκήνιο η αυταπόδεικτη χρησιμότητα (και πρόσκαιρη αναγνώριση) του επαγγέλματός μας, καθώς αυξάνεται ραγδαία η αναγκαιότητα της διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών μέσω της ταχυδιανομής/ταχυμεταφοράς με μηχανάκια και φορτηγά πόλης, τύπου van. Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται πολύ πιο έντονα και μια ακόμη αντίφαση, πέραν αυτής που αφορά την υψηλής ποιότητας παρεχόμενων υπηρεσιών των συναδέλφων σε σχέση με τους χαμηλούς μισθούς και την πολύ συχνά υποδηλωμένη εργασία τους. Τώρα έρχεται, πιο πολύ από ποτέ, αντιμέτωπη η ταχύτητα παράδοσης (που ολοένα και αυξάνεται λόγω της εντατικοποίησης) με την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων.
Στον ήδη βεβαρημένο τρόπο που διεξάγεται η δουλειά μας, προστίθεται και η μη εφαρμογή των κανόνων για την υγιεινή και την ασφάλειά μας. Όχι μόνο με τη μη απόδοση των Μέσων Ατομικής Προστασίας και τη μη κάλυψη των εξόδων χρήσης και συντήρησης των οχημάτων μας από τους εργοδότες, αλλά και με την επί της ουσίας ανεξέλεγκτη έκθεσή μας στον ιό. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε οι ίδιοι να νοσήσουμε, να μετατραπούμε εν δυνάμει σε ξενιστές του ιού και να τον μεταφέρουμε από πελάτη σε πελάτη (ανάμεσα στους οποίους βρίσκονται και ευπαθείς ομάδες).
Ο απαραίτητος εξοπλισμός και τα μέτρα πρόληψης και προστασίας, που το κράτος έχει ορίσει με αλλεπάλληλες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, πώς πρέπει να λαμβάνουν οι εργαζόμενοι (γάντια, μάσκες, αντισηπτικά), παρέχονται από ελάχιστους εργοδότες, που όπως πάντα αποτελούν την εξαίρεση ανάμεσα στις εταιρείες και τα καταστήματα φαγητού/καφέ/courier/λιανεμπορίου/χονδρεμπορίου. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εργαζόμενοι αναγκάζονται καθημερινά να χρεώνονται οι ίδιοι την αγορά των μέτρων πρόληψης και προστασίας. Να «κόβουν» δηλαδή κι άλλο από τον ήδη χαμηλό μισθό τους.
Είναι γεγονός, πως λόγω της πρωτοφανούς ζήτησης, έχει επέλθει τεράστια αύξηση των εσόδων των εταιρειών courier. Όμως ούτε λόγος, για αυξήσεις στους μισθούς και απαρέγκλιτη τήρηση των μέτρων υγιεινής, ασφάλειας και προστασίας των εργαζομένων.
Είμαστε αναγκασμένοι λοιπόν, να προστατεύουμε μόνοι μας τον εαυτό μας και το κοινωνικό σύνολο με χρήματα από την τσέπη μας, ενώ παράλληλα πρέπει να παραμένουμε ταχύτατοι, καθώς απολυμαίνουμε, βάζουμε – βγάζουμε, πετάμε τις μάσκες και τα γάντια μας ύστερα από κάθε επαφή και παραλαβή/παράδοση παραγγελίας. Αυτή η συνθήκη, που επί της ουσίας δεν γίνεται να πραγματωθεί, εγκυμονεί τον κίνδυνο της μεταφοράς διάδοσης του ιού ανάμεσα στους εργαζόμενους, τους πελάτες και κατ΄ επέκταση στο σύνολο της κοινωνίας.
Από το ξεκίνημα της υγειονομικής κρίσης, ως Συνέλευση Βάσης Εργαζομένων Οδηγών Δικύκλου (Σ.Β.Ε.Ο.Δ.) προτείναμε οι εταιρείες της ταχυδιανομής-ταχυμεταφοράς να προχωρήσουν σε lock down προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω διάδοση του ιού στους συναδέλφους και το κοινωνικό σώμα. Προτείναμε να πραγματοποιείται αποκλειστικά η μεταφορά ειδών πρώτης ανάγκης από προσωπικό ασφαλείας που θα τηρεί απαρέγκλιτα τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας. Να πάψουμε ως εργαζόμενοι στο επάγγελμα να εκτιθέμεθα στον ιό και παράλληλα να αποζημιωθούμε οικονομικά και ασφαλιστικά για το διάστημα που δεν θα εργαστούμε. Όμως, η πραγματικότητα κινείται στον αντίποδα των προτάσεών μας. Η ποσότητα και ο όγκος των διακινούμενων προϊόντων ειδικά στις ταχυμεταφορές έχει πολλαπλασιαστεί λόγω της ραγδαίας ανόδου του διαδικτυακού εμπορίου. Οι συνάδελφοι καλούνται καθημερινά να αντεπεξέλθουν στις αυξανόμενες ανάγκες παραλαβής και παράδοσης προϊόντων με αποτέλεσμα την ολοένα και μεγαλύτερη εντατικοποίηση της εργασίας».
Της Νατάσας Πολυγένη