Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων με ψήφους 2 -1 αθώωσε τον καταδικασθέντα - πρωτόδικα σε φυλάκιση ενός έτους - οδηγό του λεωφορείου για ανθρωποκτονία από αμέλεια, απόφαση που είναι έγινε δεκτή με ανάμεικτα συναισθήματα από το ακροατήριο.
Το Δικαστήριο, αναγνωρίζοντας τον άδικο χαμό του 21χρονου θεώρησε – έστω κατά πλειοψηφία – πως το δυστύχημα θα συνέβαινε ακόμη και αν το λεωφορείο είχε σταθμεύσει στην κανονική στάση και όχι εκεί όπου στάθμευσε. Με τον εισαγγελέα της έδρας να προτείνει την ενοχή του κατηγορουμένου όπως και πρωτοδίκως, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «τη μεγαλύτερη ευθύνη τη φέρει ο θανών, αλλά ευθύνη φέρει και ο κατηγορούμενος γιατί στάθμευσε σε σημείο που δεν προβλεπόταν».
Με τον πρόεδρο του Δικαστηρίου να σημειώνει αρκετές φορές πως «ελέγχουμε την κακή σύνδεση των πραγμάτων» παρεμβαίνοντας στη, συχνά έντονη, αντιπαράθεση των συνηγόρων των δύο πλευρών, που επιχειρηματολογούσαν βασιζόμενοι, μεταξύ άλλων, σε εκθέσεις πραγματογνωμόνων, στη μέτρηση για αλκοόλ, στους «ανύπαρκτους» επιβάτες του λεωφορείου, στον «ανύπαρκτο» φορτηγατζή - αυτόπτη μάρτυρα.
Μια αυτόπτης μάρτυρας, που ενδεχομένως να συνέβαλε με την κατάθεσή της, συγκεκριμένα η καθαρίστρια σε οίκο ανοχής που έκανε νεύμα στον οδηγό να σταματήσει με σκοπό να επιβιβασθεί στο λεωφορείο, δεν βρίσκεται πλέον εν ζωή.
Ενδεχομένως να συνέβαλε, καθώς η μια πλευρά ισχυριζόταν ότι ο οδηγός του λεωφορείου στάθμευσε απότομα και προκάλεσε το θανατηφόρο ατύχημα ενώ η άλλη πλευρά ισχυριζόταν πως το ατύχημα προκλήθηκε ενώ το λεωφορείο βρισκόταν εν κινήσει και πως ο 21χρονος οδηγός του επιβατικού ήταν που προκάλεσε το δυστύχημα, καθώς προσέκρουσε στο προπορευόμενο λεωφορείο.
Όπως συχνά αποδεικνύεται βεβαίως μετά από θανατηφόρα δυστυχήματα, έτσι και στο επίμαχο εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι η νόμιμη στάση του ΚΤΕΛ στην οποία εάν στάθμευσε κανονικά το λεωφορείο ενδεχομένως να αποφεύγονταν το μοιραίο, κάθε άλλο παρά νόμιμη ήταν.
Η αρμόδια Διεύθυνση Μεταφορών ουδέποτε δέχθηκε και κατ΄ επέκταση ενέκρινε αίτημα για λειτουργία στάσης σε ένα σημείο όπου η στενότητα του δρόμου και η «ανύπαρκτη» λωρίδα έκτακτης ανάγκης – άσχετα από τη χθεσινή υπόθεση - καθιστούν επικίνδυνη τη στάθμευση οχημάτων, όπως τα λεωφορεία.
ΧΡΟΝΙΚΟ
Στις 8 το πρωί της 8ης Απριλίου 2015, ο 21χρονος Αθανάσιος Γκατής, ποδοσφαιριστής στην ομάδα του χωριού του, τραυματίζεται θανάσιμα όταν, έξω από τη Γιάννουλη, το επιβατικό αυτοκίνητο που οδηγούσε προσέκρουσε σε προπορευόμενο λεωφορείο που εκτελούσε το δρομολόγιο από Δεσκάτη προς Λάρισα.
Περίπου διακόσια μέτρα πριν την «κανονική» στάση αποβίβασης και επιβίβασης επιβατών του ΚΤΕΛ, ο οδηγός του λεωφορείου ακινητοποίησε το όχημα, προκειμένου να επιβιβαστεί σε αυτό μια γυναίκα, η οποία έκανε νεύμα, ενώ περπατούσε πεζή.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ο πατέρας του 21χρονου θεώρησε υπεύθυνο για το δυστύχημα τον οδηγό του λεωφορείου, αφού, όπως είπε, «σταμάτησε απότομα», με αποτέλεσμα να προσκρούσει το ΙΧ, καθώς «δεν είχε περιθώριο να ξεφύγει». Ενώ απαντώντας στις αιτιάσεις της υπεράσπισης τόνισε πως ο γιος του έφυγε νηφάλιος από το σπίτι, αρνούμενος τα λεχθέντα για τα αποτελέσματα του ελέγχου μέτρησης αλκοόλ.
Με τον οδηγό να σημειώνει ότι αντιλαμβανόμενος το νεύμα της πεζής γυναίκας τήρησε την προβλεπόμενη διαδικασία, μειώνοντας σταδιακά την ταχύτητα του λεωφορείου, το οποίο ακινητοποίησε, αφού πρώτα έθεσε σε λειτουργία τα φώτα έκτακτης ανάγκης (αλάρμ).
Μάρτυρες της μιας πλευράς κατά την κατάθεσή τους θεώρησαν υπαίτιο τον οδηγό λέγοντας πως «σταμάτησε απότομα» το λεωφορείο «σε χώρο που δεν ήταν στάση» και της άλλης πλευράς τόνισαν πως ο οδηγός τήρησε τη διαδικασία και πως το λεωφορείο ακινητοποιήθηκε σταδιακά.
Με την πολιτικώς ενάγουσα και την υπεράσπιση να αλληλοαμφισβητούν επιχειρήματα, που, μεταξύ άλλων, αφορούσαν στα αποτελέσματα μέτρησης αλκοόλ – αναγκάζοντας συχνά τον πρόεδρο του Δικαστηρίου ενίοτε και τον εισαγγελέα της έδρας να παρεμβαίνουν ζητώντας την αποφυγή τοποθετήσεων που επαρκώς παρουσιάσθηκαν πρωτόδικα.
Επιχειρήματα που αφορούσαν επίσης στην «εξαφάνιση» των πραγματικών επιβατών του λεωφορείου, στην αμφισβήτηση της ύπαρξης του φορτηγατζή - αυτόπτη μάρτυρα του δυστυχήματος, στο αν το δυστύχημα έγινε ενώ το λεωφορείο βρισκόταν σε κίνηση ή είχε σταθμεύσει κλπ.
Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου, όπως και πρωτοδίκως, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «τη μεγαλύτερη ευθύνη τη φέρει ο θανών, αλλά ευθύνη φέρει και ο κατηγορούμενος γιατί στάθμευσε σε σημείο που δεν προβλεπόταν». Τελικά το Δικαστήριο με οριακή πλειοψηφία αθώωσε τον κατηγορούμενο οδηγό, θεωρώντας ότι το δυστύχημα θα συνέβαινε ακόμη και αν το λεωφορείο «είχε σταθμεύσει στη στάση», όπως τόνισε ο πρόεδρος σημειώνοντας νωρίτερα το άδικο του χαμού του 21χρονου.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ