Αιτία ήταν η πώληση «μαϊμού» παπουτσιών αλλά ο αριθμός αν μη τι άλλο ήταν εντυπωσιακός. Σύμφωνα με όσα ακούστηκαν στο Δικαστήριο ο άνδρας είχε στην κατοχή του με σκοπό να τα πουλήσει στην πόλη περίπου 900 ζευγάρια, κάτι που έγινε αντιληπτό με την παρέμβαση της αστυνομίας σε κατάστημα. Αστυνομικός προσποιούμενος τον υποψήφιο αγοραστή μπήκε σε κατάστημα και αντιλαμβανόμενος τη διαφορά γνήσιου και μη γνήσιου η ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε σε έρευνα από την οποία βγήκαν τα εκατοντάδες παπούτσια.
Η εταιρεία κινήθηκε δικαστικά εναντίον του και εν τέλει η υπόθεση έφτασε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Εκεί ο άνδρας καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 6 ετών και 8 μηνών φυλάκισης καθώς κρίθηκε ένοχος για δύο πράξεις. Για την κακουργηματική πλαστογραφία ποσού μεγαλύτερου των 120.000 ευρώ αλλά και τον νόμο περί εμπορικών σημάτων.
Ο καταδικασθείς, στον οποίο δεν αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά, άσκησε έφεση η οποία είχε αναστέλλουσα δύναμη κι έτσι παραμένει ελεύθερος, χωρίς περιοριστικούς όρους, ως και την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό. Κατά τη διάρκεια της απολογίας του, ισχυριζόταν πως τα παπούτσια τα αγόρασε νόμιμα με τιμολόγια αλλά δεν μπορούσε να βρεθεί ο προμηθευτής. Τόνιζε διαρκώς πως όλοι όσοι πήγαιναν να αγοράσουν από εκείνον, γνώριζαν πως τα παπούτσια δεν ήταν γνήσια αφού τα πουλούσε σε πολύ χαμηλή τιμή, κάτι που δεν είναι δυνατόν να γίνει σε αντίθετη περίπτωση με τη συγκεκριμένη μάρκα παπουτσιών.
Για την υπόθεση κατηγορούμενος ήταν ακόμα ένας άνδρας ο οποίος και αθωώθηκε.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ