Τον άλλον, τον Τσε τον κότσαρα εκεί από μόδα, γιατί έτσι συνέβαινε τότε: Κάθε έφηβος της Δύσης έπρεπε να είναι «αριστερός» και να πιστεύει στην παγκόσμια Επανάσταση, της οποίας ο Τσε ήταν ο προφήτης, ο μέγας γκουρού. Μια επανάσταση εναντίον του απαίσιου καπιταλισμού, χάρη στον οποίο εγώ πάντως είχα δικό μου δωμάτιο στο καινούργιο πεντάρι διαμέρισμά μας, ενώ στην Κούβα –όπου η Επανάσταση είχε προφανώς δικαιωθεί- οι συνομήλικοί μου κοιμόντουσαν σε κοινόβια. Αλλά, άσε, μην το χοντραίνουμε τώρα, το θέμα αυτό καίει.
Εσείς όμως κύριε Μαραντόνα, ο Ντιέγκο δηλαδή του δωματίου μου, ήσασταν ένα παλικαράκι λεπτό, με μεγάλα μαλλιά και μια φάτσα τσιγγάνικη, αλήτικη και γοητευτική. Φορούσατε τη θρυλική κυανόλευκη φανέλα με το μαύρο σορτσάκι της Αργεντινής, και με την μπάλα στα πόδια ορμούσατε εναντίον της αντίπαλης άμυνας, παρασύροντας και μένα μαζί σας.
Ήταν ένα καταπληκτικό πόστερ, που είχε αποτυπώσει όλο το ταλέντο του «Ντιεγκίτο». Ο τρόπος που γέρνατε προς τα μπρος, το ελαφρό σπάσιμο της μέσης που ζάλιζε τους αντιπάλους σας και η τοποθέτηση του ποδιού πάνω στην μπάλα έδειχναν μια αυθεντική ποδοσφαιρική κλάση την οποία το κοινό – στο βάθος της φωτογραφίας- αποθέωνε μαζί με τα δισεκατομμύρια των τηλεθεατών.
Υπήρξατε και λίγο τυχερός εδώ που τα λέμε κύριε Μαραντόνα. Γιατί ήσασταν «λάτιν». Η Λατινική Αμερική ήταν πάντα ένας χώρος που τροφοδοτούσε το νεανικό μας φαντασιακό με ήρωες. Μια πραγματική βιομηχανία ινδαλμάτων. Εξίσου καλός ποδοσφαιριστής ήταν π.χ. ο Γερμανός Μπεκενμπάουερ, αλλά κανένας δεν διανοήθηκε ποτέ να βάλει για πόστερ στο δωμάτιό του έναν... Γερμανό.
Ούτε αυτόν, ούτε τον σπουδαίο Άγγλο Μπόμπι Τσάρλτον ούτε κανέναν άλλο δυτικό. Η Δύση δεν παρήγαγε εύκολα «ήρωες». Ειδικά η Ευρώπη ήταν πάντα ένας χώρος ορθολογισμού, ένας χώρος συντηρητικός, γκρίζος και μίζερος που δεν μπορούσε εύκολα να αντιπαλέψει τον πολύχρωμο, τον «εξωτικό», τον μυθοποιημένο χώρο των λατινοαμερικάνων που έθελγε πάντα τα νεανικά μυαλά.
Μεγαλώσαμε όμως κι εμείς και σεις κύριε Μαραντόνα, και ήρθε η ώρα να κάνουμε λογαριασμό.
Παρακολουθούσα με συμπάθεια όλα αυτά τα χρόνια και τις περιπέτειες της υγείας σας και τις καταχρήσεις σας και τα καμώματά σας. Σας είδα να σας σέρνουν σε κακή κατάσταση σε Νοσοκομεία και Κέντρα Αποτοξίνωσης. Παρακολούθησα το χαμένο στους λαβύρινθους της κοκαΐνης βλέμμα σας.
Ναρκωτικά, αλκοόλ, ξυλοδαρμοί, ξενύχτια, σεξουαλικά όργια, σχέσεις με τη μαφία, κάνατε πραγματικά ό,τι μπορούσατε για να ακυρώσετε μέρος του μύθου σας. Παρακολούθησα ακόμη και τις ακραίες πολιτικές επιλογές σας.
Τη συνάντησή σας με τον Φιντέλ Κάστρο τη βρήκα απλώς ενδιαφέρουσα και ανταποδοτική. Στο κάτω – κάτω, ο άνθρωπος αυτός σας περιμάζεψε ένα ζωντανό κουρέλι, σας περιέθαλψε, σας βοήθησε να απεξαρτηθείτε. Η στήριξη όμως που προσφέρατε προσφάτως στον «δημοκράτη» Μαδούρο ήταν ένα ακόμη σημείο της πτώσης σας.
Κύριε Μαραντόνα, όσο μεγάλος ποδοσφαιριστής υπήρξατε, τόσο μικρός αποδειχθήκατε στη διαχείριση του μύθου σας. Φταίει η προφανής έλλειψη παιδείας; Μερικώς μόνο. Γιατί κι ο «ομόλογος» σας Πελέ στις φτωχογειτονιές και τις φαβέλες της Βραζιλίας μεγάλωσε. Ούτε σε κολέγια πήγε ούτε Πανεπιστήμια τελείωσε, ούτε και πήρε «διπλώματα και παπλώματα», αλλά κανείς ποτέ δεν βγήκε να πει κάτι γι’ αυτόν. Στον μύθο του έδωσε προστιθέμενη αξία.
Φταίει ο χαρακτήρας σας; Μπορεί. Αλλά πού αλλού έγκειται η αξία του ανθρώπου, αν όχι στην τιθάσευση των εγγενών ορμών του και των επίκτητων παθών του; Ποιο είναι το μεγαλείο αν όχι η υποταγή του χαρακτήρα στους κοινούς κώδικες αξιών;
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και αυτή την άστατη και χαραμισμένη ζωή θα μπορούσε να σας τη συγχωρήσει κανείς. Και τα πάθη και τις κραιπάλες, και τα μύρια όσα. Στο κάτω - κάτω, επιλογή σας είναι για την οποία εισπράττετε ήδη τις συνέπειες.
Όμως, αγαπητέ κύριε, εγώ ο πρώην ταπεινός θαυμαστής σας, με τίποτε δεν μπορώ να δεχτώ και να συγχωρήσω τη θλιβερή εικόνα που παρουσιάσατε αυτές τις μέρες στις VIP κερκίδες των ρωσικών γηπέδων, όπου παριστάνατε τον «φίλαθλο» της Αργεντινής. Να ήταν άραγε οίκτος αυτό που μας κάνατε να αισθανθούμε; Να ήταν θλίψη και οργή μαζί; Δεν ξέρω… Ακόμη το ψάχνω. Αυτό το ανθρωποειδές με τα πούρα, το αφύσικα φουσκωμένο πρόσωπο που τη μια στιγμή ωρυόταν προβαίνοντας σε «άσεμνες χειρονομίες» και την άλλη βυθιζόταν στον κόσμο του, δεν μπορεί να είστε εσείς. Αυτός ο μικρός κοντόχοντρος γορίλας που συγκρατούσαν να μην πέσει απ’ την κερκίδα λόγω πάχους και που στο τέλος «κουβαλούσαν» σε κακά χάλια, για άλλη μια φορά στις Πρώτες Βοήθειες, δεν γίνεται να είστε εσείς, το παγκόσμιο ίνδαλμά μας. Ρίχνω τα βάρη και στη ρώσικη τηλεόραση που μας δείχνει την κατάρρευση ενός μύθου σε live αναμετάδοση, αλλά ποιος να μας ακούσει; Η τηλεθέαση είναι ένα ακόρεστο τέρας, απαιτεί ανθρωποθυσίες.
Γίνομαι σκληρός απέναντί σας, όμως γρήγορα το μετανιώνω, Ντιεγκίτο αγαπημένε. Να… Σκέφτομαι ας πούμε, πόση μοναξιά πρέπει να βιώνει ένα είδωλο όταν παύει να είναι είδωλο. Μοναξιά και μετά πανικός. Που προσπαθεί να καταπολεμήσει με ακραίες ενέργειες, με προκλητικές συμπεριφορές μέσα από τις οποίες νιώθει την ανάγκη να φωνάξει πως «να, είμαι εδώ, μην με ξεχνάτε…».
Τι τραγικό πράγμα τελικά η ανθρώπινη φύση. Και πόσο εύκολο να κατακρίνει κανείς όλα αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα του πάθους (και του λάθους).
Ντιέγκο αγαπημένε, σε παρακαλούμε όλοι μαζί να αποσυρθείς πια. Κάτσε καλύτερα εκεί στην Αργεντινή, τράβα στην Κούβα, τράβα όπου θες, ακόμη και στον φίλο σου τον Μαδούρο. Και δώσε μας πίσω τον μύθο σου. Την εικόνα του ορμητικού νέου άνδρα που συνομιλεί με την μπάλα, συνομιλεί με την ιστορία την ίδια, που συνομίλησε κάποτε και με τον... Θεό, πριν αυτός του δώσει την άδεια να σπρώξει την μπάλα με το χέρι, με πονηριά και τσαχπινιά λατινοαμερικανική την μπάλα στα δίχτυα.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalesssis@yahoo.gr