εντελώς τυχαία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η υπόθεση να φτάσει στις δικαστικές αίθουσες και η ποινή του κατηγορούμενου να φτάνει στα εφτάμισι χρόνια κάθειρξης. Ο ίδιος ωστόσο είχε τονίσει πως δεν είχε καμία σχέση με την υπόθεση και πως η εμπλοκή του έγινε χωρίς λόγο στην υπόθεση.
Η υποκλοπή αποδείχθηκε ως εξής: Ένα πρωινό ο παθών βρισκόταν στις έξι και τέταρτο στον εξώστη του διαμερίσματός του. Εκείνη τη στιγμή είδε δύο άνδρες εκ των οποίων ο ένας άνοιξε το καπάκι του ΟΤΕ (ΚΑΦΑΟ) και έκανε κάποια δουλειά. Αυτό προξένησε μεγάλη εντύπωση στον άνθρωπο δεδομένης της ώρας. Καλεί την αστυνομία και εκεί φτάνει ένας αστυνομικός όπου και συναντάει τον κατηγορούμενο δίπλα από το ΚΑΦΑΟ που ήταν όμως κλειστό. Γίνεται έλεγχος και ο κατηγορούμενος απαντάει πως ήταν υπάλληλος του ΟΤΕ Αθηνών και ότι είχε πραγματοποιήσει σχετικές εργασίες επιδιόρθωσης βλάβης. Μάλιστα έδειξε και ταυτότητα η οποία όμως δεν ήταν σε ισχύ, καθώς είχε ήδη βγει σε σύνταξη, ενώ σε πρόχειρο έλεγχο δεν διαπιστώθηκαν ίχνη παραβίασης του ΚΑΦΑΟ.
Δύο ημέρες αργότερα όμως γίνεται νέος έλεγχος κατά τον οποίο με χρήση καθρέπτη βρέθηκαν στο πίσω μέρος του ΚΑΦΑΟ ένα μαγνητόφωνο το οποίο ήταν συνδεδεμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να καταγράφει τις συνομιλίες. Μάλιστα από την ίδια έρευνα έγινε γνωστό πως είχαν καταγραφεί ηχογραφημένες συνομιλίες συνολικής διάρκειας 1 ώρας και 23 λεπτών. Άμεσα κλήθηκε ο κατηγορούμενος να πει τι γνωρίζει για την υπόθεση.
Ο κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της ανάκρισης αρνήθηκε τις κατηγορίες και ισχυρίστηκε πως πέρασε τυχαία από το σημείο και πως έκλεισε το ΚΑΦΑΟ το οποίο νωρίτερα είχαν ανοίξει δύο άλλα άτομα.
ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ
Ο κατηγορούμενος μέσω των αυτοτελών ισχυρισμών ανέφερε μεταξύ άλλων πως καθ’ όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής εργαζόταν στον τομέα των έργων στην Αθήνα και δεν είχε καμία σχέση με τα ΚΑΦΑΟ για τα οποία κατηγορείται. «Η μόνη σχέση που έχω με την ευρύτερη περιοχή της Καρδίτσας (σ.σ. όπου συνέβη το περιστατικό) είναι πως η γυναίκα μου προέρχεται από κοντινό χωριό. Εργαζόμουν πάντα με ζήλο χωρίς να έχω κατηγορηθεί ποτέ ξανά».
*Ο 66χρονος κρίθηκε ένοχος για την πράξη της παράβασης άρθρου 370Α παρ. 1 του ΠΚ και της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης. Η συγκεκριμένη παράγραφος του ποινικού κώδικα αναφέρει μεταξύ άλλων πως όποιος αθέμιτα παγιδεύει ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο παρεμβαίνει σε συσκευή, σύνδεση ή δίκτυο παροχής υπηρεσιών τηλεφωνίας ή σε σύστημα υλικού ή λογισμικού, που χρησιμοποιείται για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, με σκοπό ο ίδιος ή άλλος να πληροφορηθεί ή να αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο τηλεφωνικής συνδιάλεξης μεταξύ τρίτων ή τα στοιχεία της θέσης και κίνησης της εν λόγω επικοινωνίας τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Ο εν λόγω κατηγορούμενος τιμωρήθηκε με ποινή κάθειρξης 7 ετών και έξι μηνών. Το δικαστήριο αποφάνθηκε η έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ