Η πρώτη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία αφορούσε στην εκτίμηση της ενεργειακής δαπάνης κατά τη διάρκεια της άσκησης. «Η προπόνηση δύναμης αποτελεί σημαντικό κομμάτι σε προγράμματα άσκησης, καθώς συμβάλλει θετικά σε πολλούς παράγοντες που οδηγούν σε μία καλύτερη ποιότητα ζωής, όπως στη βελτίωση της μυϊκής δύναμης και της αντοχής, στην αύξηση της οστικής πυκνότητας, στην απώλεια του σωματικού βάρους και στη βελτίωση της σύστασης του σώματος και του λιπιδαιμικού προφίλ. Συμβάλλει επίσης στη μείωση της αρτηριακής πίεσης αλλά και του στρες που δέχεται η καρδιά όταν σηκώνει ο ασκούμενος κάποιο βάρος και στη βελτίωση της καρδιαγγειακής λειτουργίας».
Σκοπός της εργασίας ήταν να ερευνηθεί η επίδραση της προπόνησης δύναμης συγκρίνοντας δύο πρωτόκολλα άσκησης με αντιστάσεις, το πρώτο με μηχανήματα και το δεύτερο με το βάρος του σώματος και με ελεύθερα βάρη. Στη μελέτη συμμετείχαν εθελοντικά 14 υγιείς φοιτητές ΣΕΦΑΑ, ηλικίας 19-25 ετών. Οι φοιτητές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και εκτέλεσαν και τα δύο πρωτόκολλα άσκησης με τυχαιοποιημένη σειρά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το πρωτόκολλο άσκησης με το βάρος του σώματος παρουσίασε στατιστικά υψηλότερες τιμές κατά τη διάρκεια των τριών κύκλων άσκησης στη μέση καρδιακή συχνότητα, την πρόσληψη οξυγόνου και στην ενεργειακή κατανάλωση σε σύγκριση με αυτό στα μηχανήματα, ενώ στο τελευταίο υπήρξαν στατιστικά υψηλότερες τιμές στο αναπνευστικό πηλίκο και τη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος. Συμπερασματικά, η προπόνηση με ελεύθερα βάρη φαίνεται να υπερισχύει της άσκησης στα μηχανήματα όσον αφορά στην ενεργειακή δαπάνη σε δεδομένο χρονικό διάστημα», ανέφερε η εργασία.
ΚΥΣΤΙΚΗ ΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ
Σκοπός της δεύτερης μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας ήταν να διερευνηθεί η ικανότητα για άσκηση με καρδιοαναπνευστική δοκιμασία κόπωσης σε ομάδα ενηλίκων ασθενών με κυστική ίνωση, να συσχετιστεί με παραμέτρους της αναπνευστικής λειτουργίας και να συγκριθεί με αυτή ομάδας υγιών εθελοντών. «Η κυστική ίνωση, μία πολυσυστηματική και κληρονομούμενη νόσος, μεταβάλλει προοδευτικά τη φυσιολογία του αναπνευστικού συστήματος και μειώνει την ικανότητα για άσκηση των ασθενών. Η καρδιοαναπνευστική δοκιμασία κόπωσης παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τη λειτουργία του αναπνευστικού, καρδιαγγειακού και μυοσκελετικού συστήματος και έχει κεντρικό ρόλο στην εκτίμηση των ασθενών με κυστική ίνωση, αφού τα αποτελέσματά της μπορούν να εξηγήσουν συμπτώματα της νόσου, να συμβάλλουν στην παρακολούθηση της πορείας των ασθενών και να χρησιμοποιηθούν στην κατάρτιση προγραμμάτων αποκατάστασης. Από τη μελέτη φάνηκε, ότι οι ασθενείς είχαν ήπια επηρεασμένη αναπνευστική λειτουργία, αλλά σημαντικά μικρότερη ικανότητα για άσκηση συγκριτικά με την ομάδα των υγιών. Επομένως η καρδιοαναπνευστική δοκιμασία κόπωσης βρέθηκε να είναι περισσότερο ευαίσθητη από τη σπιρομέτρηση για την εκτίμηση της λειτουργικής ικανότητας των ενηλίκων ασθενών με κυστική ίνωση», ανέφερε η εργασία των φοιτητών.