Για κάποιους άλλους σημαίνει περπάτημα κάτω από τον καυτό ήλιο, σκληρή δουλειά και παζάρια με τον υποψήφιο πελάτη, για να βγει το μεροκάματο.
Υπάρχουν εκείνοι που ξαπλώνουν κάτω από τον ήλιο και «ξεροτηγανίζονται» προκειμένου να αποκτήσουν το τέλειο μαύρισμα, εκείνοι που πασαλείβονται με λάδια για να γυαλίζει το κορμί, δηλαδή οι μύες, εκείνοι που δεν βγαίνουν λεπτό κάτω από την ομπρέλα, εκείνοι που δεν βουτούν λεπτό στο νερό, εκείνοι που κοιμούνται με τις ώρες στην ξαπλώστρα – για να ξεκουραστούν από το ξενύχτι της προηγουμένης. Εκείνοι που κάνουν απλωτές με κολυμβητική δεινότητα που θα ζήλευε και ο Φελπς, εκείνοι που μπαίνουν στο νερό μέχρι τους γλουτούς και πιάνουν ψιλή κουβέντα – και συνήθως καταλήγουν καμένοι από τον ήλιο, εκείνοι που κάνουν βουτιές ουρλιάζοντας περισσότερο κι από πεντάχρονα παιδάκια – αυτοί τελευταία βρίσκονται πάνω σε γιγάντια ροζ φουσκωτά φλαμίνγκο, λευκούς κύκνους και κατακίτρινα παπάκια και εκείνοι που με το που πατήσουν το πόδι τους στην άμμο επιδίδονται σε λογής «σπορ», από κλασικά όπως ρακέτες, βόλεϊ στην άμμο, κανό και SUP έως κατακόρυφα, ρόδες και άλλα ακροβατικά μπροστά στην ακροθαλασσιά. Α, και πολύ θεαματικές βουτιές. Και τέλος, υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούν ότι το πιο λογικό και σώφρον είναι, ανάμεσα σε αμέτρητους άλλους ανθρώπους, να στήσουν και πεντέξι καλάμια για ψάρεμα.
Αυτή είναι η μία πλευρά. Των λουόμενων, για τους οποίους η παραλία είναι ένα απέραντο πάρκο διασκέδασης, τουλάχιστον όπως ο καθένας την ορίζει.
Υπάρχουν κι εκείνοι, όμως, για τους οποίους ο ήλιος και η άμμος είναι το «γραφείο» τους. Οι λουκουματζήδες, οι μικροπωλητές και εσχάτως …λαχειοπώλες, οργώνουν ολημερίς τις πλαζ προκειμένου να πουλήσουν ο καθένας τα προϊόντα του. Και όσο περνούν τα χρόνια, τόσο εμπλουτίζεται η γκάμα των προϊόντων. Από εκεί που ο λευκός δίσκος είχε δεκάδες στοιβαγμένους κλασικούς στρογγυλούς λουκουμάδες με την τρύπα και τη ζάχαρη, πλέον περιέχει και μικρούς λουκουμάδες με μέλι και κανέλα ή με μερέντα αλλά και ντόνατς γεμιστά με διάφορες κρέμες, να μην ξέρει το παιδί τι να πρωτοδιαλέξει και η κυρία – που κάνει και δίαιτα – ποιες θερμίδες να γλιτώσει. Πλούσια η γκάμα και στα ταμπλό των μικροπωλητών. Είχαν ξεκινήσει πριν από χρόνια δειλά με κάτι ψευτοκοσμηματάκια πλαστικά, αλλά χαριτωμένα και τώρα στην πραμάτεια τους θα βρει κανείς από γυαλιά ηλίου έως θήκες για κινητά, μανταλάκια ειδικά για να μην γλιστράει η πετσέτα από την ξαπλώστρα έως ανεμιστήρες που ψεκάζουν νερό, φορητά ραδιοφωνάκια, σελφοκόνταρα και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους του λουόμενου. Και τέλος, σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που κάθε μέρα καίγονται από τον ήλιο και την αρμύρα για να βγάλουν το μεροκάματο, προστέθηκαν και οι λαχειοπώλες. Γιατί, ειδικά όταν είσαι μπροστά στην ακρογιαλιά, στοιβαγμένος ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλους, ιδρώνεις για να φτάσεις, κουβαλάς τα συμπράγκαλα, κουράζεσαι για να τα στήσεις, δεν αντέχεις, τότε είναι που φουντώνει μέσα σου η δίψα για τα εκατομμύρια και λες «κι αν μου κάτσει;» και ξύνεις το ξυστό με την ελπίδα την επόμενη μέρα να βρίσκεσαι σε κάποια πισίνα, σε κάποιο εξωτικό νησί, σε ένα σκάφος ίσως.
ΛΟΥΚΟΥΜΑΔΕΣ ΕΧΩΩΩΩΩΩ, και το όνειρο τελειώνει εκεί…
Π.Φ.
Φωτ. Λεωνίδας Τζέκας