Πρόκειται για δικηγόρο που έδειξε έντονη δραστηριότητα τα τελευταία χρόνια σε θέματα που σχετίζονται με δανειολήπτες ενώ ήταν και πρόεδρος σχετικού σωματείου. Η υπόθεση ξεκίνησε από καταδίκη του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας, για την οποία άσκησε έφεση και έφτασε μέχρι το Ανώτατο Συμβούλιο που συνεδρίασε στον Άρειο Πάγο.
Σύμφωνα με την απόφαση του τελευταίου, ο Λαρισαίος δικηγόρος εμφανιζόταν συχνά και με μεγάλες φωτογραφίες τόσο στον γραπτό όσο και στον ηλεκτρονικό Τύπο, καθώς επίσης και στα τηλεοπτικά μέσα, με αφορμή την ενασχόλησή του με σωματείο σχετικό με δανειολήπτες, ενημερώνοντας το κοινό για τη δράση του.
Μέσω αυτών των προβολών όμως, καλούνταν στο τέλος οι πολίτες να απευθυνθούν στο εν λόγω σωματείο ή στις διάφορες ενώσεις προσώπων παραθέτοντας πάντα στο τέλος το τηλέφωνό του. Την ίδια ώρα μάλιστα, στην επίσημη ιστοσελίδα του σωματείου του οποίου ήταν πρόεδρος είχε ηλεκτρονική απευθείας σύνδεση με το δικηγορικό του γραφείο.
Επίσης στο ίδιο σάιτ υπήρχε υπόδειγμα παροχής εξουσιοδότησης – πληρεξουσιότητας προς συνήγορο, το οποίο οι ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να εκτυπώσουν, να συμπληρώσουν και να προσκομίσουν στο δικηγορικό γραφείο όμως στο τέλος του εγγράφου υπήρχε με έντονα γράμματα η επισήμανση «δεν συμπληρώνετε εσείς το όνομα του δικηγόρου».
Ο δικηγόρος κατά τη διάρκεια της εξήγησής του στο πειθαρχικό συμβούλιο τόνισε μεταξύ άλλων πως «Παίζεται ένα περίεργο παιχνίδι στη Λάρισα. Με το νέο νόμο δεν έχω καμία πειθαρχική δίωξη. Θεωρώ σκόπιμη τη συνδικαλιστική μου δίωξη. …Δεν έκανα διαφήμιση. Είμαι πρόεδρος αναγνωρισμένου σωματείου».
Ο Λαρισαίος, σύμφωνα πάντα με το σκεπτικό της απόφασης, εμφανιζόταν να εκπροσωπεί πέραν του σωματείου για τα δάνεια και ενώσεις προσώπων μη αναγνωρισμένες με διάφορους τίτλους που σχετίζονταν με το αντικείμενο αλλά και με την πόλη. Η ενέργεια αυτή, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου Δικηγόρων, αποσκοπούσε στο να αποσυνδεθεί η προσέλευση και ενημέρωση των ενδιαφερομένων από το σωματείο που εκπροσωπούσε και να συνδεθεί απευθείας και προσωπικά με τον ίδιο και το προσωπικό του γραφείο.
Μεταξύ άλλων ο δικηγόρος ισχυρίστηκε: ότι ο ίδιος δεν προέβη ποτέ σε πληρωμένη καταχώρηση προς τον Τύπο και πως τα δημοσιεύματα αποτελούν ευθύνη του δημοσιογράφου. Αλλά και πως η ύπαρξη απευθείας συνδέσμου στο σάιτ ήταν πρωτοβουλία του τεχνικού που κατασκεύασε την ιστοσελίδα. Οι ισχυρισμοί του ωστόσο κρίθηκαν ως απορριπτέοι από το συμβούλιο.
Κρίθηκε ότι παραβίασε τον κώδικα δεοντολογίας τελώντας δύο πειθαρχικά παραπτώματα. Το πρώτο που αναφέρει πως «απαγορεύεται η πάσης φύσεως διαφήμιση του δικηγόρου σε ΜΜΕ καθώς επίσης να προσπαθεί να αποκτήσει πελάτες με ενέργειες που δεν συμβιβάζονται με την αξιοπρέπεια του λειτουργήματος» και το δεύτερο πως «ο δικηγόρος εκτός των άλλων πρέπει να μην εκμεταλλεύεται την άγνοια ή την απειρία οιοδήποτε τρίτου προς αυτόν ή το λειτούργημά του».
*Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ε» ο δικηγόρος έχει απασχολήσει κι άλλες φορές τα πειθαρχικά όργανα του ΔΣΛ.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ