Ο Μακένζι και οι 94 συγκατηγορούμενοί του, μεταξύ των οποίων και η σύζυγός του, δήλωσαν «αθώοι» αφού τους αναγνώστηκε το κατηγορητήριο για 238 «ανθρωποκτονίες εξ αμελείας», σε δικαστήριο της Μομπάσα, εννέα και πλέον μήνες μετά τον εντοπισμό των πρώτων θυμάτων στο δάσος της Σακαχόλα, στα κενυατικά παράλια, όπου είχε δραστηριοποιηθεί η ευαγγελική «Διεθνής Εκκλησία της Χαρμόσυνης Είδησης».
Οι εισαγγελείς ανακοίνωσαν στις 16 Ιανουαρίου ότι θα ασκήσουν διώξεις για περίπου δέκα αδικήματα στους κατηγορουμένους για τη «σφαγή της Σακαχόλα», η οποία συγκλόνισε την Κένυα πέρσι την άνοιξη. Δύο ημέρες αργότερα ασκήθηκε δίωξη στον Μακένζι για «διευκόλυνση διάπραξης τρομοκρατικής ενέργειας», «συμμετοχή σε οργανωμένη, εγκληματική δραστηριότητα» και «ριζοσπαστικοποίηση».
Αλλο δικαστήριο στην πόλη Μαλίντι ζήτησε να γίνει ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη για τον πάστορα και 30 συγκατηγορουμένους του, προτού να εξετάσει το ενδεχόμενο να του ασκήσει δίωξη για δολοφονία. Η ακροαματική διαδικασία ορίστηκε για τις 6 Φεβρουαρίου.
Επισημαίνεται πως την Πέμπτη ενδέχεται να ασκηθούν νέες διώξεις σε βάρος των κατηγορουμένων για εγκλήματα σε βάρος μικρών παιδιών.
Τα περισσότερα θύματα πέθαναν από την πείνα, αφού ακολούθησαν το κήρυγμα του Μακένζι που τους προέτρεψε να νηστέψουν μέχρι θανάτου για «να συναντήσουν τον Ιησού» προτού να έρθει το τέλος του κόσμου, το οποίο είχε προβλέψει ότι θα συνέβαινε τον Αύγουστο του 2023. Κάποια από τα θύματα, μεταξύ των οποίων και παιδιά, στραγγαλίστηκαν ή ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου.
Η αποκάλυψη του σκανδάλου έφερε σε δύσκολη θέση τις κενυατικές αρχές, επειδή δεν εμπόδισαν τη δράση του υποτιθέμενου πάστορα, μολονότι είχε συλληφθεί στο παρελθόν πολλές φορές λόγω των εξτρεμιστικών κηρυγμάτων του. Μια επιτροπή της Γερουσίας σε έκθεσή της, τον Οκτώβριο, επισήμανε τα λάθη των αστυνομικών και των δικαστικών αρχών που είχαν ενημερωθεί δύο φορές για τον Μακένζι, το 2017 και το 2019.