Η διαρροή προκάλεσε πολιτική θύελλα, με υποστηρικτές του δικαιώματος στην άμβλωση να πραγματοποιούν κινητοποιήσεις έξω από το κτίριο του δικαστηρίου και αλλού στις ΗΠΑ, αλλά και εσωτερική κρίση στο ανώτατο δικαστικό όργανο της χώρας, όπου διεξάγεται έρευνα για την πηγή της πρωτοφανούς αποκάλυψης.
Ο Τόμας, ένας από τους πιο συντηρητικούς δικαστές του εννιαμελούς Ανώτατου Δικαστηρίου, έκανε μερικές έμμεσες αναφορές στις αντιδράσεις για τη διαρροή σε ομιλία του στην Ατλάντα.
Ως κοινωνία “εθιζόμαστε στο να επιθυμούμε συγκεκριμένα αποτελέσματα, να μην ζούμε με τα αποτελέσματα που δεν μας αρέσουν”, σχολίασε ο Τόμας. “Δεν μπορούμε να γίνουμε ένας θεσμός που θα μπορεί να εκφοβιστεί για να ανακοινώνει τις αποφάσεις που θέλετε. Τα γεγονότα αυτής της εβδομάδας αποτελούν σύμπτωμα αυτής της κατάστασης”, πρόσθεσε.
Η αστυνομία έχει τοποθετήσει σιδερένιο φράκτη γύρω από το κτίριο του Ανώτατου Δικαστηρίου μετά τις κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν, οι οποίες ήταν ειρηνικές.
Το σχέδιο της απόφασης, το οποίο συνέταξε ο δικαστής Σάμιουελ Αλίτο και διέρρευσε τη Δευτέρα στον ειδησεογραφικό ιστότοπο Politico, αναφέρει ότι η απόφαση “Ρόου εναντίον Γουέιντ” του 1973, που βάσιζε το δικαίωμα στην άμβλωση στο συνταγματικό δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής, “στερείτο εξ αρχής θεμελίωσης” καθώς “δεν προστατεύεται από καμία διάταξη του Συντάγματος” των ΗΠΑ.
Το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαίωσε την αυθεντικότητα του εγγράφου, αλλά πρόσθεσε ότι δεν πρόκειται για την τελική του απόφαση, η οποία αναμένεται να ανακοινωθεί ως τα τέλη Ιουνίου.
Ο Αλίτο ακύρωσε χθες την εμφάνισή του σε ένα άλλο συνέδριο και προτίμησε να στείλει βιντεοσκοπημένο μήνυμα, στο οποίο ανέφερε ότι “δεν θα ήταν πρακτικό” να παραστεί στο συνέδριο.
Την Πέμπτη ο δικαστής Τζον Ρόμπερτς είχε σχολιάσει ότι η διαρροή είναι κάτι “απολύτως αποκρουστικό”, αλλά δεσμεύθηκε να μην επηρεάσει το έργο του Ανώτατου Δικαστηρίου.