Το ΔΣ του ΔΝΤ έκρινε πως τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια έρευνας που διενεργήθηκε δεν επιτρέπουν να εξαχθεί το συμπέρασμα πως η Bουλγάρα οικονομολόγος διαδραμάτισε «ανάρμοστο ρόλο».
Από την πλευρά της, η κυρία Γκεοργκίεβα χαρακτήρισε «αβάσιμες» τις κατηγορίες σε βάρος της. Το ερώτημα εάν η 68χρονη Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ θα παρέμενε στη θέση της τέθηκε μετά την δημοσιοποίηση τη 16η Σεπτεμβρίου των συμπερασμάτων έρευνας της δικηγορικής εταιρείας WilmerHale, που διενεργήθηκε κατόπιν ανάθεσης από την επιτροπή δεοντολογίας της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η κυρία Γκεοργκίεβα κατηγορείτο για χειραγώγηση των δεδομένων της έκθεσης «Doing Business 2018» για να ευνοήσει την Κίνα όταν ήταν Γενική Διευθύντρια της ΠΤ.
Η νυν επικεφαλής του ΔΝΤ απέρριπτε εξαρχής τις κατηγορίες. Στην ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα το βράδυ της Δευτέρας (ώρα Ουάσινγκτον χθες νωρίς το πρωί ώρα Ελλάδας) το ΔΣ του ΔΝΤ, διευκρινίζεται πως έλαβε την απόφασή του έπειτα από την όγδοη συνεδρίασή του για το ζήτημα, «στο πλαίσιο της δέσμευσής του να προχωρήσει σε εις βάθος, αντικειμενική και ακριβή εξέταση» της υπόθεσης.
«Μετά την εξέταση του συνόλου των αποδεικτικών στοιχείων που παρουσιάστηκαν, το ΔΣ επαναβεβαιώνει την πλήρη εμπιστοσύνη του στον ηγετικό ρόλο και τη δυνατότητα της Γενικής Διευθύντριας να συνεχίσει να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά της».
Στο κείμενο προστίθεται πως η κυρία Γκεοργκίεβα εξέφρασε τη «δέσμευση» να «συνεχίσει να εφαρμόζει τις καλύτερες πρακτικές διοίκησης και ακεραιότητας» στον χρηματοπιστωτικό θεσμό της Ουάσινγκτον.
«Η εμπιστοσύνη και η ακεραιότητα είναι ακρογωνιαίοι λίθοι των πολυεθνικών οργανισμών που υπηρέτησα πιστά για πάνω από τέσσερις δεκαετίες», ήταν η αντίδραση της Γενικής Διευθύντριας του ΔΝΤ.
Η κυρία Γκεοργκίεβα υπογράμμισε ότι η υπόθεση αποτέλεσε «δύσκολο επεισόδιο σε προσωπικό επίπεδο» εκφράζοντας ταυτόχρονα την «διαρκή υποστήριξή της στην ανεξαρτησία και την ακεραιότητα» των δύο θεσμών της Ουάσινγκτον.