Ο Μισέλ κάλεσε τη βρετανική κυβέρνηση «να αναλάβει τις ευθύνες της», μετά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Μίχαλ Μάρτιν.
Την περασμένη Τετάρτη, η βρετανική κυβέρνηση παρουσίασε στο κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο το οποίο αναιρεί ένα μέρος της Συμφωνίας Αποχώρησης. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον παραδέχτηκε ότι η ενέργεια αυτή παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, ωστόσο θέλει να ξεκινήσει από αύριο η συζήτηση αυτού του νομοσχεδίου στη Βουλή των Κοινοτήτων, όπου το Συντηρητικό κόμμα διαθέτει άνετη πλειοψηφία 80 εδρών.
Σε ανάρτησή του στο Twitter ο Σαρλ Μισέλ σημείωσε ότι «διακυβεύεται η διεθνής αξιοπιστία της υπογραφής του Ηνωμένου Βασιλείου». Μετά την επίσημη αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου, Λονδίνο και Βρυξέλλες ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική σχέση τους σε ό,τι αφορά το εμπόριο και την ασφάλεια. Όμως εδώ και μήνες οι συνομιλίες καρκινοβατούν και η εμπορική συμφωνία, που θα απέτρεπε την επανεισαγωγή τελωνειακών δασμών, φαίνεται ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί.
Ο Μπαρνιέ διαβεβαίωσε ότι το λεγόμενο «πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας», που ανησυχεί τη Βρετανία «δεν συνιστά απειλή για την εδαφική ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου».
Η Συμφωνία Αποχώρησης που υπέγραψε το Λονδίνο προβλέπει ότι στη Βόρεια Ιρλανδία επί τέσσερα χρόνια θα εφαρμόζονται ορισμένοι ευρωπαϊκοί κανόνες, κυρίως σε ό,τι αφορά το εμπόριο. Όμως με το νομοσχέδιο που θα συζητηθεί αύριο από τους Βρετανούς βουλευτές, το Λονδίνο θα μπορεί να λαμβάνει μονομερώς αποφάσεις, σε αντίθεση με όσα έχει συμφωνήσει μέχρι τώρα.
«Αποδεχτήκαμε αυτόν τον λεπτό συμβιβασμό (σ.σ. του πρωτοκόλλου της Β. Ιρλανδίας) με τον Μπόρις Τζόνσον και την κυβέρνησή του για να προστατεύσουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα στο νησί της Ιρλανδίας», κατέληξε ο Μπαρνιέ, στην ανάρτησή του στο Twitter.
Στο μεταξύ οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας Τόνι Μπλερ και Τζον Μέιτζορ ζήτησαν χθες από την κυβέρνηση να αποσύρει το «σοκαριστικό» σχέδιό της με το οποίο σκοπεύει να εγκρίνει ένα νομοσχέδιο που θα αναιρεί τη Συμφωνία Αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καταπατώντας το διεθνές δίκαιο.
Την περασμένη εβδομάδα η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ξεκάθαρα ότι σχεδιάζει να καταπατήσει το διεθνές δίκαιο παραβιάζοντας ένα μέρος της συμφωνίας που υπέγραψε πριν από μερικούς μήνες, τον περασμένο Ιανουάριο.
«Αυτό που προτείνεται τώρα είναι σοκαριστικό» γράφουν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, που ήταν πολιτικοί αντίπαλοι (ήταν ηγέτες των Εργατικών και των Συντηρητικών αντίστοιχα) τη δεκαετία του 1990, σε μια κοινή ανοιχτή επιστολή τους που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Sunday Times. «Πώς μπορεί να είναι συμβατό με τον δεοντολογικό κώδικα που δεσμεύει τους υπουργούς, τους νομοθέτες και τους δημοσίους λειτουργούς, το να παραβιάζεις εσκεμμένα τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συνθήκες;», διερωτώνται.
Η Τερέζα Μέι, η προηγούμενη ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ, έχει επίσης εκφράσει ανησυχίες ότι οι διεθνείς εταίροι της Βρετανίας δεν θα μπορούν να την εμπιστευτούν στο μέλλον.
Ο Κιρ Στάρμερ, ο ηγέτης των Εργατικών, χαρακτήρισε «λανθασμένο» αυτό το νομοσχέδιο. Σε άρθρο του στην εφημερίδα Sunday Telegraph ανέφερε ότι το κόμμα του θα το καταψηφίσει στο κοινοβούλιο, αν δεν γίνουν κάποιες τροποποιήσεις.
Μιλώντας στο BBC, ο υπουργός Εξωτερικών της Ιρλανδίας Σάιμον Κόβενι είπε ότι «πλήττεται πολύ σοβαρά» η εικόνα του Ηνωμένου Βασιλείου «ως έμπιστου εταίρου σε σημαντικά ζητήματα όπως αυτό».