«Ζητάνε από τον κόσμο να πλένει τα χέρια του, όμως ξέρουν πολύ καλά ότι δεν έχουμε ούτε νερό». Ο Ντιτίνι Τιχίντο από την παραγκούπολη Καϊέλιτσα, φαίνεται πως δεν λέει ψέματα.
Το «προάστιο» αυτό δημιουργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν το καθεστώς του Απαρτχάιντ έπνεε τα λοίσθια, στην άκρη της μεγαλούπολης του Κέιπ Τάουν. Με βάση την απογραφή του 2011, 400.000 άνθρωποι κατοικούσαν εκεί – σήμερα υπολογίζονται στο ένα εκατομμύριο. Τουλάχιστον τα δύο τρίτα από αυτούς ζουν ο ένας πάνω στον άλλο, σε καλύβες φτιαγμένες από λάσπη, χαρτόνια και ελενίτ. Δεν έχουν τρεχούμενο νερό, ούτε τουαλέτες, ούτε ηλεκτρικό ρεύμα.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ - ΜΠΕ οι βασικές υποδομές, όπου υπάρχουν, υπολειτουργούν. Μια καθημερινή σπαζοκεφαλιά για τις τοπικές υγειονομικές αρχές.
Η επιδημία που έφτασε στις αρχές Μαρτίου στο έδαφος της Νότιας Αφρικής έχει μετατραπεί σε εφιάλτη. Ιδίως αφότου ένα πρώτο κρούσμα του κορονοϊού SARS-CoV-2 εντοπίστηκε την περασμένη εβδομάδα στην Καϊέλιτσα.
Η Νότια Αφρική, με βάση τα επίσημα στοιχεία, είναι η χώρα με τα περισσότερα κρούσματα κορονοϊού στην Αφρική: περίπου 1.400 άνθρωποι έχουν προσβληθεί και οι πέντε από αυτούς πέθαναν. Για να αναχαιτίσει τη διάδοση του ιού, ο πρόεδρος Σίριλ Ραμαφόσα διέταξε τα 57 εκατομμύρια κατοίκους να μείνουν τα σπίτια τους μέχρι τις 16 Απριλίου. Η καραντίνα τηρείται με ευλάβεια στα πλούσια προάστια. Στα φτωχά, παρά την ανάπτυξη της αστυνομίας και του στρατού, οι κάτοικοι σε μεγάλο βαθμό αγνοούν τα μέτρα. Γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.
Ούτε νερό, ούτε τουαλέτες
Όπως στην Καϊέλιτσα. Η 55χρονη Ιρένε Τσέτσε λέει ότι η ίδια και ο γιος της κάνουν ό,τι μπορούν για να υπακούσουν. «Είμαστε αναγκασμένοι να βγαίνουμε όταν χρειαζόμαστε κάτι. Δεν έχουμε τουαλέτες, οπότε βγαίνουμε. Δεν έχουμε νερό, οπότε βγαίνουμε. Προσπαθούμε να μείνουμε στο καλύβι μας αλλά δεν είναι εύκολο», εξήγησε. Αλλά ακόμη και μέσα στο σπίτι, ο ιός μπορεί να την βρει.
«Έχουμε μόνο ένα δωμάτιο, χωρίς κανένα παράθυρο. Δεν γίνεται να μένουμε όλη την ημέρα μέσα, στο σκοτάδι. Κάποια στιγμή θα ανοίξουμε την πόρτα, θα δούμε τι γίνεται έξω…».
Στα χαμόσπιτα όπου ζουν οικογένειες με έξι-επτά μέλη, όπως και στα στενά δρομάκια όπου παίζουν τα παιδιά, η καραντίνα μοιάζει με απατηλό στόχο. Στην περιφέρεια της παραγκούπολης, όσοι εγκαταστάθηκαν σχετικά πρόσφατα εκεί, δεν έχουν ούτε κάποια δημόσια βρύση ή κοινόχρηστη τουαλέτα σε κοντινή απόσταση. Εφοδιάζονται με νερό όταν περνά, ανά άτακτα διαστήματα, το βυτίο.
«Εδώ και τρεις ημέρες δεν έχουμε νερό», λέει ο Γιαντίσα Γκόχουε, 24 ετών, κρατώντας στα χέρια του όσα δοχεία μπόρεσε να βρει πρόχειρα όταν άκουσε το βαρύ όχημα να πλησιάζει. «Εδώ δεν έχουμε νερό, ούτε τουαλέτες, τίποτα».
«Δεν έχουμε νερό και είμαι αναγκασμένος να βγω έξω»
Είναι άνεργος και ζει σε μια παράγκα με τη σύντροφό του και την κόρη τους. Αφότου έγινε γνωστό ότι ο κορονοϊός έφτασε στην περιοχή, φοβάται. «Ανησυχώ. Μας είπαν να μείνουμε μέσα. Αλλά αφού δεν έχω νερό, είμαι αναγκασμένος να βγαίνω για να βρω. Δεν έχω άλλη επιλογή», εξομολογείται ο νεαρός πατέρας.
Η κυβέρνηση δεσμεύτηκε πρόσφατα ότι θα φροντίσει να παράσχει νερό σε όλους τους κατοίκους αυτών των «αυτοσχέδιων οικισμών». Και ο υπουργός Υγείας Ζουέλι Μχίζε είπε ότι κινητές μονάδες θα ξεκινήσουν μαζικούς ελέγχους στους οικισμούς αυτούς, όπως στην Καϊέλιτσα.
Παρά την απειλή, ο Ντιτίνι Τιχίντο, ο οποίος είναι επικεφαλής μιας ένωσης για την ανάπτυξη της Καϊέλιτσα, δεν τα βάζει με εκείνους που δεν εφαρμόζουν κατά γράμμα την απαγόρευση κυκλοφορίας. «Οι άνθρωποι εδώ θα ήθελαν να υπακούσουν, το προσπαθούν. Όμως είναι απλώς αδύνατον», εξήγησε.
Και αμφιβάλλει κατά πόσο θα ήταν αποτελεσματικές οι ιατρικές εξετάσεις: «Αν βρουν ένα κρούσμα κορονοϊού εδώ, δεν θα μπορούν να υποδείξουν ούτε σε ποιο σπίτι ήταν…», σχολίασε.