Οπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ η νέα αποστολή θα μελετήσει την επιφάνεια, την ατμόσφαιρα και το μαγνητικό πεδίο του πλανήτη.
Πρόκειται για ένα κοινό εγχείρημα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) και της Ιαπωνικής Διαστημικής Υπηρεσίας (JAXA), που είναι η τρίτη στην ιστορία αποστολή στον Ερμή και η πρώτη ευρωπαϊκή.
Είχε προηγηθεί το κόστους 450 εκατομμυρίων δολαρίων σκάφος Messenger της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), που είχε τεθεί σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη μεταξύ 2011-2015 και τελικά συνετρίβη στην επιφάνειά του, όταν ξέμεινε από καύσιμα.
Παλαιότερα, το Mariner 10, επίσης της NASA, είχε κάνει τρία κοντινά περάσματα από τον Ερμή κατά τη διετία 1974-75.
Το BepiColombo, κόστους 1,65 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκτοξεύθηκε στις 04:45 ώρα Ελλάδος του Σαββάτου από το ευρωπαϊκό διαστημοδρόμιο στο Κουρού της Γαλλικής Γουιάνα στη Νότια Αμερική, πάνω σε ένα ευρωπαϊκό πύραυλο Ariane 5. Η αποστολή φέρει το όνομα του Ιταλού αστροφυσικού Τζιουζέπε «Μπέπι» Κολόμπο, ο οποίος είχε μελετήσει τον Ερμή στη διάρκεια της αποστολής του Mariner.
Η αποστολή περιλαμβάνει δύο σκάφη: ένα μεγαλύτερο ευρωπαϊκό με 11 επιστημονικά όργανα και κάμερες (Mercury Planetary Orbiter-MPO ή Bepi) και ένα μικρότερο ιαπωνικό με πέντε όργανα (Mercury Magnetospheric Orbiter-MMO ή Mio), που θα τεθούν και τα δύο σε τροχιά γύρω από τον Ερμή, συμπληρώνοντας το ένα τις παρατηρήσεις του άλλου.
Το ταξίδι προς τον Ερμή θα διαρκέσει επτά χρόνια και-αν όλα πάνε καλά- το σκάφος, που θα έχει αναπτύξει ταχύτητα έως 60 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο, αναμένεται να τεθεί σε τροχιά το 2025. Μια σοβαρή πρόκληση θα είναι η τεράστια βαρυτική έλξη του Ήλιου, η οποία καθιστά πολύ δύσκολο να τεθεί μια διαστημοσυσκευή σε σταθερή τροχιά γύρω από τον γειτονικό Ερμή.
Χρειάσθηκε επίσης να αναπτυχθούν νέες τεχνολογίες για την καλύτερη προστασία των δύο διαστημοσυσκευών από την ακτινοβολία και τη θερμότητα του μητρικού άστρου μας που φθάνει τους 5.500 βαθμούς Κελσίου.
Μεταξύ άλλων, η ευρω-ιαπωνική αποστολή θα προσφέρει νέα στοιχεία για διάφορα μυστήρια του Ερμή, όπως για το ασύμμετρο μαγνητικό πεδίο του (πολύ πιο ισχυρό στο βορρά), τον υπερμεγέθη πυρήνα του από κυρίως λιωμένο σίδηρο (που καταλαμβάνει έως το 80% της ακτίνας του πλανήτη), τις παράξενες γεωλογικές καταβυθίσεις σαν λίμνες στην επιφάνειά του (έχουν βάθος δεκάδων μέτρων και πλάτος εκατοντάδων), καθώς και την αφθονία των πτητικών χημικών στοιχείων (χλωρίου, θείου, καλίου, νατρίου κ.α.), τα οποία θα έπρεπε να είχαν προ καιρού εξαφανισθεί υπό την επίδραση του Ήλιου, άρα μάλλον αναδημιουργούνται συνεχώς από το υπέδαφος του πλανήτη.