Η αντιπλημμυρική προστασία συζητήθηκε για μία ακόμα φορά στο Περιφερειακό Συμβούλιο κατόπιν επερώτησης της «Λαϊκής Συσπείρωσης» και της απόφασης του κ. Αγοραστού να γίνει ανοιχτή συζήτηση, στην οποία θα συμμετέχουν και οι υπόλοιπες παρατάξεις, καθώς ο Κανονισμός προβλέπει ότι σε μία επερώτηση τοποθετείται μόνο η παράταξη που την κάνει και η Περιφερειακή Αρχή.
Στην τοποθέτησή του ο Κώστας Αγοραστός υποστήριξε πως «όλοι οι επιστήμονες κάνουν λόγο για ένα σπάνιο φαινόμενο και πως ήταν η πιο σφοδρή καταιγίδα που έπληξε ποτέ την Ευρώπη». Συνέκρινε παρόμοιες καταιγίδες που σημειώθηκαν στην Ευρώπη και τις επιπτώσεις αυτών με τις αντίστοιχες στη Θεσσαλία, ενώ στη συνέχεια παρουσίασε την εισήγηση του διακεκριμένου πολιτικού μηχανικού, με ειδίκευση στα υδραυλικά έργα, κ. Κωτσοβίνου, η οποία εξηγούσε πώς δημιουργήθηκαν οι δύο λίμνες κατά μήκος του Πηνειού, λόγω στενέματος, στη Μάνδρα και στο φαράγγι του Βερνέζη, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσουν οι γειτονικοί οικισμοί, όπου το υψόμετρο του εδάφους ήταν κάτω από τα 100 μ. Ο Κ. Αγοραστός υπερασπίστηκε το έργο της Περιφερειακής Αρχής, υποστηρίζοντας ότι «ακόμη και το πόρισμα των Ολλανδών έδειξε ότι τα έργα της Θεσσαλίας άντεξαν» και πρόσθεσε πως: «Από τη στιγμή που προκλήθηκαν αυτές οι πρωτόγνωρες καταστροφές, εξαντλήσαμε κάθε δυνατότητα παροχής βοήθειας στους πληγέντες, για την αντιμετώπιση ασθενειών, τη διαμονή τους σε ξενοδοχεία, την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. Δεν ασχολούμασταν με τίποτα άλλο, ούτε με τις εκλογές, παρά μόνο με τη βοήθεια στον συνάνθρωπό μας. Αγωνιστήκαμε να δοθεί άμεση στήριξη στους παραγωγούς που δεν μπορούν να καλλιεργήσουν τα κτήματά τους, όπως και για να δρομολογηθεί η κάλυψη του χαμένου εισοδήματος για όσα χρόνια δεν θα μπορούν να μπούνε στα χωράφια τους. Οι κτηνοτρόφοι θα αξιοποιήσουν το Μέτρο 5.2 και θα αποκτήσουν σύγχρονα ποιμνιοστάσια και πολλά ακόμα».
Στην εισήγησή του ο επικεφαλής της ΛΑ.ΣΥ. Τάσος Τσιαπλές ανέφερε ότι «δεν υπήρχε σχεδιασμός από την Περιφερειακή Αρχή και θα πρέπει να αξιοποιηθεί ο πλούτος που υπάρχει και οι δυνατότητες για να αντιμετωπιστούν καιρικά φαινόμενα, όσο ακραία κι αν είναι αυτά».
Κατέκρινε την κυβερνητική λογική σύγκρισης των μελετών σε επίπεδο κόστους-οφέλους και μίλησε για πολιτικές ευθύνες που υπάρχουν σίγουρα στην Κυβέρνηση, στην Περιφέρεια και στους Δήμους. Ανταπαντώντας ο περιφερειάρχης Κώστας Αγοραστός υποστήριξε ότι «υπήρχε σχέδιο (masterplan) για τη Θεσσαλία. Στις 30/3/2020 προτείναμε την ένταξη έργων υδρονομίας στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τα οποία και καταθέσαμε στο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής, ενώ ταυτόχρονα προτείναμε την κατασκευή μεγάλων έργων π.χ. φραγμάτων, όπως στη Σκοπιά Φαρσάλων (το οποίο χαρακτήρισε έργο εθνικής εμβέλειας), στο Μουζάκι, στην Πύλη, πιέσαμε για τον ρουφράχτη Τιτανίου (ο οποίος έχει δημοπρατηθεί), προχωρήσαμε στην αναστόμωση των πηγών στα Βρυσιά Φαρσάλων, στο φράγμα του Ληθαίου που προχωρά, στο Αχλαδοχώρι κι αλλού. Είχαμε ζητήσει, ακόμη, την κατασκευή ορεινών φραγμάτων και τη δημιουργία λεκανών πλημμυρικής ζώνης».
Επανέλαβε δε τη στήριξή του στις Τεχνικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας.
Από την πλευρά του, ο εντεταλμένος σύμβουλος Δημοσίων Έργων (μηχανικός και υπάλληλος της Περιφέρειας) Στέλιος Δημότσιος υπερασπίστηκε τους συναδέλφους του, χαρακτηρίζοντας την Τεχνική Υπηρεσία της Θεσσαλίας «από τις καλύτερες στη χώρα, οι οποίες γνωρίζουν και εφαρμόζουν τις προβλεπόμενες διαδικασίες και κανονισμούς». Υποστήριξε πως το νερό που έπεσε στη Θεσσαλία (8 δισ. κυβικά μέτρα), καμία σύγχρονη λεκάνη απορροής δεν θα μπορούσε να απορροφήσει και κανένας σχεδιασμός να το αντιμετωπίσει. Είναι λογικό να πλημμυρίζουν χωράφια, διότι κάπου πρέπει να φύγει το νερό, ιδίως όταν πέφτει με τέτοια ένταση». Σχολιάζοντας προηγούμενη τοποθέτηση του ανεξάρτητου περιφερειακού συμβούλου, Κώστα Χαλέβα, ο κ. Δημότσιος διευκρίνισε ότι «ο Βόλος δεν πλημμύρισε, αλλά κατακλείστηκε από τα πρωτόγνωρα ύψη βροχής που έπεσαν» και πρόσθεσε ότι «ο Περιφερειάρχης δεν παραλαμβάνει τα έργα, αλλά οι υπάλληλοι των Τεχνικών Υπηρεσιών». Καταλήγοντας, τόνισε πως «όσοι καπηλεύτηκαν προεκλογικά την κατάσταση να σταματήσουν, άλλωστε οι εκλογές τελείωσαν. Η συζήτηση δεν πρέπει να αναλώνεται στον καταλογισμό ευθυνών, αλλά στο τι θα πρέπει να γίνει από δω και πέρα».
Η Δέσποινα Αράπκουλε από τη μείζονα αντιπολίτευση («Η Θεσσαλία στην καρδιά μας») χαρακτήρισε το πρόβλημα των πλημμυρών «πολιτικό και περιβαλλοντικό» και ζήτησε οι προσπάθειες να επικεντρωθούν στην άσκηση πιέσεων προς την Κυβέρνηση, προκειμένου να ασκούνται περισσότερο φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικές, ενώ η Περιφέρεια ως πολιτικό όργανο που είναι θα πρέπει να αρθρώσει πολιτικό λόγο στην κατεύθυνση αυτή». Χαρακτήρισε «αναγκαία της στήριξη των πλημμυροπαθών, καθώς τα προβλήματα παραμένουν», κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στη δύσκολη διαβίωση των κατοίκων των Εργατικών Κατοικιών Γιάννουλης.