επίσκεψή του στα γραφεία του ΕΚΦΑ στη Λάρισα.
Ο κ. Κόκκαλης που συνομίλησε με τη διεύθυνση και το προσωπικό του ασφαλιστικού φορέα, τόνισε, μεταξύ άλλων, πως «η συνεχιζόμενη αύξηση των εκκρεμών συντάξεων, οι οποίες με απόλυτη ευθύνη της Κυβέρνησης έχουν φθάσει τις 450.000, αντί να κινητοποιήσει το Υπουργείο Εργασίας προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης ενός Δημόσιου Οργανισμού, στελεχωμένου με μόνιμο και επιστημονικά εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, που θα εγγυάται την ορθή και έγκαιρη απονομή συντάξεων, εντούτοις, αντιμετωπίζει και τον ΕΦΚΑ, όπως και τα δημόσια Νοσοκομεία, πρόσκαιρα, ευκαιριακά και με όρους ιδιωτικοποίησης».
«Αυτό, συνέχισε ο κ. Κόκκαλης, καταδεικνύει η πρόσφατη νομοθέτηση της ανάθεσης του έργου της απονομής των συντάξεων, σε ιδιώτες, δηλαδή σε δικηγόρους και λογιστές, οι οποίοι κατόπιν πιστοποίησης θα επιφορτιστούν με το έργο της απονομής των εκκρεμών συντάξεων, καταβάλλοντας σε αυτούς αποζημίωση κατ’ αποκοπήν, η οποία μάλλον θα επιβαρύνει τους ίδιους τους αιτούντες συνταξιοδότησης. Ακόμη και η προηγούμενη νομοθέτηση για τη δυνατότητα ανάθεσης του έργου της υποστήριξης των διαδικασιών απονομής συντάξεων σε συνταξιούχους πρώην υπαλλήλους του ΕΦΚΑ, δείχνει το προφανές, ότι δηλαδή το Υπουργείο πρόχειρα και με όρους αντίθετους με το Σύνταγμα και τον δημόσιο χαρακτήρα του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, απονέμει δημόσια εξουσία σε πρώην υπαλλήλους και σε ιδιώτες, ενώ θα μπορούσε να προβεί σε πρόσληψη μόνιμου προσωπικού, το οποίο με τις εγγυήσεις που παρέχει ο μόνιμος δημόσιος υπάλληλος κατά την άσκηση της υπηρεσίας του, θα δημιουργούσε ένα άρτιο και ολοκληρωμένο δημόσιο σύστημα ασφάλισης.
Είναι βέβαιον ότι θα ανακύψουν πολλά προβλήματα κατά την εφαρμογή των μέτρων αυτών, τα οποία θα ταλανίζουν τους ίδιους τους πολίτες και συνταξιούχους, από το ζήτημα της οικονομικής επιβάρυνσης για την ανάθεση του φακέλου, έως το ζήτημα της έκδοσης συντάξεων από πρόσωπα χωρίς πειθαρχική ευθύνη. Και βέβαια, το Υπουργείο προσηλωμένο στον στόχο της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών, έθεσε για άλλη μια φορά τους αγρότες, σε δεύτερη μοίρα, καθώς όσοι ασφαλισμένοι αγρότες οφείλουν εισφορές άνω των 6.000 ευρώ, δεν χορηγείται σε αυτούς η σύνταξη, ενώ ως προς το επιπλέον ποσό, δεν δίνεται το δικαίωμα ρύθμισης, αλλά είναι υποχρεωτική για τη λήψη της σύνταξης η εφάπαξ καταβολή του. Δεδομένης της συγκυρίας της πανδημίας και των συνεπειών αυτής σε όλους της κλάδους της οικονομίας, απαιτείται η νομοθετική παρέμβαση, ώστε να δίνεται το δικαίωμα στους αγρότες ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως ποσού οφειλής, να λαμβάνουν σύνταξη, με συμψηφισμό των οφειλών τους ή με παρακράτηση μέρους της οφειλής.
Διαφορετικά, θα καταλήξουμε στη συσσώρευση εκκρεμών αιτήσεων και μάλιστα των χαμηλοσυνταξιούχων του ΟΓΑ, οι οποίοι, θα υποβάλλουν αιτήσεις άνευ αντικρίσματος, τόσο για τους ίδιους, καθώς δεν θα λαμβάνουν σύνταξη, όσο και για το κράτος, το οποίο θα αποστερηθεί των ποσών των οφειλών, οδηγούμενοι σε έναν φαύλο κύκλο συνεπειών».