Η πρωτοβουλία GEM δημιουργήθηκε το 2007 από ερευνητικά ινστιτούτα και τον ΟΟΣΑ, με τη χρηματοδοτική υποστήριξη της μεγάλης γερμανικής αντασφαλιστικής εταιρείας Munich Re.
Οι ψηφιακοί χάρτες ενσωματώνουν περισσότερα από 30 εθνικά και περιφερειακά μοντέλα σεισμικού κινδύνου από διάφορους φορείς, όπως η Γεωλογική Υπηρεσία των ΗΠΑ, η Διοίκηση Σεισμών της Κίνας και οι αρμόδιες αρχές της Ιαπωνίας.
Η δημιουργία των χαρτών έχει λάβει υπόψη της πληθώρα παραγόντων, όπως τα υλικά κατασκευής των κτιρίων, πόσους ορόφους αυτά έχουν, αν πληρούν τις αντισεισμικές τεχνικές προδιαγραφές κ.ά.
Στόχος του GEM είναι να υπάρξουν μοντέλα πραγματικού σεισμικού κινδύνου για κάθε χώρα, ώστε να μπορεί να γίνει υπολογισμός για πιθανές μελλοντικές υλικές ζημιές, κάτι δύσκολο έως τώρα, ιδίως για τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Από το 1980 μέχρι σήμερα, το 92% όλων των θυμάτων από σεισμούς έχουν υπάρξει σε αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες χαμηλού και μέσου εισοδήματος. Περίπου έξι στους δέκα σεισμούς (το 61%) συμβαίνουν κάθε χρόνο σε αυτές τις χώρες.
Από την άλλη όμως, μόνο το 3,6% των συνολικών θυμάτων, αλλά πάνω από το 60% των υλικών ζημιών καταγράφονται στις ανεπτυγμένες πλουσιότερες χώρες που έχουν εκτεταμένες κτιριακές και άλλες υποδομές. Περίπου τα δύο τρίτα όλων των κτιρίων της Γης βρίσκονται σε 15 μόνο χώρες.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τους χάρτες GEM, η Αττική είναι -με διαφορά- η περιοχή με τον μεγαλύτερο σεισμικό κίνδυνο, από την άποψη των πιθανών συνολικών υλικών ζημιών. Ακολουθεί η περιοχή Πελοποννήσου-Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων, ενώ έπονται οι περιοχές Μακεδονίας-Θράκης, Θεσσαλίας-Κεντρικής Ελλάδας και Αιγαίου.
Στη χώρα μας, όπου εκτιμάται ότι υπάρχουν συνολικά 3,33 εκατομμύρια κτίρια εκτεθειμένα σε κίνδυνο σεισμού, το συνολικό κόστος αντικατάστασης των υποδομών υπολογίζεται σε 571,1 δισεκατομμύρια δολάρια για τον τομέα των κατοικιών, 123,2 δισ. δολ. για τον εμπορικό και 100,1 δισ. δολάρια για τον βιομηχανικό τομέα - συνολικά 794,3 δισ. δολάρια.