Πρόκειται, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, για ασπόνδυλα ενδημικά είδη (1 αμφίποδο, 1 πλατυέλμινθα και 1 ισόποδο) που διαβιούν στο εσωτερικό του σπηλαίου. Η έρευνα πραγματοποιείται εδώ και πέντε χρόνια από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Βόλου σε συνεργασία με τρία Πανεπιστήμια του εξωτερικού (Chico Καλιφόρνιας, Βρυξελών Βελγίου και Gottingen Γερμανίας).
Το σπήλαιο έχει πάνω από 2.000 μέτρα συνολικό μήκος χαρτογραφημένων διαδρόμων, είναι μοναδικό στην περιοχή όσον αφορά στα γεωλογικά του χαρακτηριστικά, ενώ από το 2012 μέχρι σήμερα έχουν ανακαλυφθεί στο εσωτερικό του 7 νέα είδη οργανισμών μοναδικά στον κόσμο. Τα περισσότερα νέα είδη διαβιούν σε μία λίμνη με συγκεντρώσεις θείου. Ο προσδιορισμός των νέων ειδών πραγματοποιείται με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά και ανάλυση D.N.A. Η μελέτη τόσο της γένεσης του σπηλαίου όσο και της πανίδας του έχει δείξει ότι αποτελεί ένα αξιόλογο γεωλογικό και βιολογικό μνημείο.
Το Σαββατοκύριακο 13-14 Μαΐου 2017 η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε έρευνα στο σπήλαιο για την παρατήρηση των νέων ειδών στα ενδιαιτήματά τους, ενώ συλλέχθηκαν δείγματα για περαιτέρω μελέτη. Υπεύθυνος της γεωλογικής έρευνας στο σπήλαιο είναι ο Μάρκος Βαξεβανόπουλος, διδάκτωρ Γεωλόγος, ενώ υπεύθυνος της βιολογικής έρευνας ο Serban Sarbu, διδάκτωρ Βιοσπηλαιολόγος. Στην έρευνα βοήθησαν σημαντικά οι σπηλαιολογικοί σύλλογοι Πρωτέας Θεσσαλονίκης και Χείρων Βόλου.