ΑΘΗΝΑ
Έμμεση πλην σαφή απάντηση στον επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ έδωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τομέα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πολ Τόμσεν, ο οποίος, μιλώντας από τη Λίμα του Περού, τόνισε ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο και ξεκαθάρισε ότι το «ΔΝΤ δεν πρόκειται να συμμετάσχει στη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος, αν προηγουμένως η Ευρώπη δεν προχωρήσει σε μία γενναία ελάφρυνση του δημοσίου χρέους της χώρας».
Το χρέος της Ελλάδας έχει γίνει εξαιρετικά μη βιώσιμο (highly unsustainable), είπε ο κ. Τόμσεν προτρέποντας τους Ευρωπαίους να προχωρήσουν σε μία γενναία ελάφρυνσή του, καθώς, όπως είπε, οι μεταρρυθμίσεις από μόνες τους δεν αρκούν, προκειμένου η χώρα να επανέλθει στο δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης.
Ξεκαθάρισε ότι χωρίς ελάφρυνση του χρέους, το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο νέο πρόγραμμα, ενώ απέφυγε να προσδιορίσει το πώς εννοεί το ΔΝΤ την ελάφρυνση αυτή.
O πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ανέφερε νωρίτερα χθες οτι υπάρχει «ευρεία συναίνεση» πως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να επιτευχθεί με την επιβολή ετήσιου ορίου στο κόστος εξυπηρέτησής του, σε επίπεδα μέχρι το 15% του ΑΕΠ.
Σχολιάζοντας την αναφορά αυτή, ο Πολ Τόμσεν δήλωσε «το ποιος θα είναι ο ακριβής στόχος θα πρέπει να το συζητήσουμε, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία για εμάς ότι εάν η Ευρώπη επιλέξει να παράσχει ελάφρυνση χρέους με επιμήκυνση της περιόδου χάριτος και των περιόδων αποπληρωμής, τότε μιλάμε για μία ιδιαίτερη σημαντική περίοδο χάριτος και μία ιδιαίτερα σημαντική περίοδο αποπληρωμής.
Ο κ. Τόμσεν εκτίμησε ότι ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της κρίσης στην Ελλάδα έχει περιοριστεί σημαντικά με τη νέα συμφωνία που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι. Όπως είπε, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται έτοιμη να συζητήσει για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η χώρα.
Ωστόσο, διευκρίνισε ότι η ατζέντα των μεταρρυθμίσεων στις οποίες θα πρέπει να προχωρήσει η κυβέρνηση, κυρίως στο συνταξιοδοτικό, αλλά και στο δημοσιονομικό πεδίο, είναι αρκετά μεγάλη. Ωστόσο, όπως είπε χαρακτηριστικά, «καλωσορίζουμε την ελληνική κυβέρνηση η οποία φαίνεται να αντιλαμβάνεται αυτή την αναγκαιότητα».
Ο ΝΤΑΙΣΕΛΜΠΛΟΥΜ
O πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ανέφερε ότι οι «19» συμφωνούν πως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να επιτευχθεί με την επιβολή ετήσιου ορίου στο κόστος εξυπηρέτησής του, σε επίπεδα μέχρι το 15% του ΑΕΠ.
Το πότε θα μπορούσε να εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, σε συνδυασμό με την πορεία της εφαρμογής του μνημονίου, θεωρείται ακόμη ανοικτό. Το Eurogroup, σύμφωνα με το Reuters, αναμένεται να συζητήσει -σε κάθε περίπτωση, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης- το εάν τα όποια μέτρα θα ισχύσουν αμέσως ή αργότερα, παράλληλα με την εφαρμογή του Μνημονίου, ή με κάποιο συνδυαστικό χρονοδιάγραμμα.
Ο ίδιος ο Ντάισελμπλουμ φάνηκε να απομακρύνει την επιλογή εμπροσθοβαρών μέτρων, επισημαίνοντας πως τα πρώτα προβλήματα στο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του ελληνικού χρέους μπορεί να προκύψουν σε 15 χρόνια.
Σε συνέντευξή του στο Reuters, ο πρόεδρος του Eurogroup ανέφερε πως υπάρχει «ευρεία συναίνεση για τη μέθοδο που πρέπει να επιλέξουμε» για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, η οποία έγκειται «στο να εξετάσουμε τις ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες για το κρατικό χρέος».
«Φαίνεται, κατά δεύτερον, να υπάρχει ευρεία συναίνεση πως ένα καλό μέτρο θα ήταν να τεθεί όριο στο 15%, κατά μέγιστο, του ΑΕΠ» είπε. Το Eurogroup, ανέφερε, βρίσκεται σε συνεργασία με την Κομισιόν και το ΔΝΤ.
Η ελληνική πλευρά ζητά «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας του χρέους. Οι κυβερνήσεις όμως της Ευρωζώνης υποστηρίζουν πως περισσότερο από την ονομαστική αξία του χρέους, σημασία έχει το βάρος στην οικονομία από το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησής του.
Το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού χρέους, υπενθυμίζεται, διακρατείται πλέον από φορείς της Ευρωζώνης, και οι πρώτες αποπληρωμές των δανείων διάσωσης τοποθετούνται στο 2022 - οπότε, υποστηρίζει το Eurogroup, το βάρος είναι διαχειρίσιμο.
«Θα εξετάσουμε εάν υπάρχει απότομη αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών μέσα στα επόμενα 30 χρόνια» είπε ο Ντάισελμπλουμ. «Η πρώτη ανάλυση του ESM δείχνει πως τα πρώτα "προβληματάκια" μπορεί να επέλθουν σε 15 χρόνια, οπότε θα ήταν περίεργο να παρέμβουμε ήδη για κάτι τόσο μακρινό» υποστήριξε ο πρόεδρος του Eurogroup -δείχνοντας έτσι πως απορρίπτει την επιλογή εμπροσθοβαρών μέτρων.
Κατά τον Ντάισελμπλουμ, το ΔΝΤ ήδη εξετάζει το όριο του 15% και «εάν [το Ταμείο] το θεωρήσει πολύ υψηλό, τότε θα μπορούσαμε το συζητήσουμε». Ο ίδιος πάντως απέφυγε να εκφραστεί για το εάν το ΔΝΤ θα έπρεπε επίσης να συμφωνήσει σε αναδιάρθρωση των δικών του δανείων προς την Αθήνα.
Ο πρόεδρος του Eurogroup ανέφερε πως στόχος του τρίτου προγράμματος είναι η μείωση της χρηματοδοτικής εξάρτησης από το ΔΝΤ, τονίζοντας όμως τη σημασία της παραμονής του Ταμείου στο πρόγραμμα «ακόμη κι αν δεν δάνειζε καθόλου χρήματα».
«Η παραμονή του ΔΝΤ είναι καθοριστική για την αξιοπιστία του προγράμματος και την πολιτική του υποστήριξη σε χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία» σημείωσε ο Ντάισελμπλουμ.
Ο ΤΖ. ΛΙΟΥ ΜΕ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟ
Τη σημασία που αποδίδει στην τήρηση της δέσμευσης της Ευρώπης να καταστήσει το ελληνικό δημόσιο χρέος βιώσιμο διαμέσου της ελάφρυνσής του, επαναβεβαίωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζέικομπ Λιου, σύμφωνα με εκπρόσωπό του, κατά τη συνάντησή του με τον Έλληνα ομόλογό του, Ευκλείδη Τσακαλώτο, στο περιθώριο των Ετήσιων Συνόδων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Λίμα του Περού.
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ σημείωσε ακόμη ότι η Ουάσιγκτον συνεχίζει να παρακολουθεί στενά την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, επαναβεβαιώνοντας, επίσης, τη σημασία που αποδίδεται στη συνέχιση της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων από την ελληνική κυβέρνηση.
Στην πρώτη τους συνάντηση μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στην Ελλάδα, ο κ. Λιου συνεχάρη τον υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο, για τον διορισμό του εκ νέου στο αξίωμα και επαίνεσε τη δέσμευσή του στην εξεύρεση ενός εποικοδομητικού τρόπου για να προχωρήσει η Ελλάδα εντός της Ευρωζώνης, σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή.
Επιπλέον, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ εξέφρασε την ανησυχία του για τη μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη και την υποστήριξή του σε όλες τις προσπάθειες να προληφθούν νέα δεινά μέσω μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής αντίδρασης.