Της Μαρίνας
Αποστολοπούλου
Διαγενεακές, τελικά, οι υποψηφιότητες, που κατατέθηκαν για την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας στην οποία ξεκίνησε ήδη η αντίστροφη μέτρηση για την εκλογή προέδρου.
Τρείς γενιές των 30άρηδων με τον Απόστολο Τζιτζικώστα, των 40άρηδων με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αδωνι Γεωργιάδη και των 60άρηδων με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη αντικατοπτρίζονται στις υποψηφιότητές τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η «μάχη» για την εκλογή νέου προέδρου θα ακολουθήσει σε επίπεδο ψηφοφόρων και την ίδια ηλικιακή διαστρωμάτωση. Ωστόσο είναι θετικό ότι οι υποψήφιοι για την προεδρία του κόμματος είναι διαφορετικών ηλικιών και διαφορετικών επί μέρους τάσεων δίνοντας έτσι την αίσθηση της «ποικιλίας» προς εκείνους που θα προσέλθουν λαμβάνοντας μέρος σε μία ανοιχτή εκλογική διαδικασία η οποία δίνει την δυνατότητα και σε μη μέλη της ΝΔ με την ψήφο τους να καθορίσουν την εκλογή του νέου προέδρου της ΝΔ. Διαδικασία στην οποία αντιτίθεται από την αρχή της εφαρμογής της ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης (την προηγούμενη φορά δηλαδή όταν την ηγεσία του κόμματος διεκδικούσαν ο Αντώνης Σαμαράς και η Ντόρα Μπακογιάννη), ακριβώς γιατί θεωρεί ότι δεν μπορεί «άσχετοι» προς το κόμμα να καθορίζουν το μέλλον του. Ενώ συμφωνούν τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο Αποστόλης Τζιτζικώστας οι οποίοι θεωρούν ότι ευνοούνται από το «άνοιγμα» το εκλογικού σώματος, με τον περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας μάλιστα, να πηγαίνει και ένα βήμα παραπάνω και να ζητά και διαδικτυακή ψηφοφορία.
Θα γίνουν εν τέλει οι εκλογές μέσα Νοεμβρίου ή θα μετακινηθεί νωρίτερα η εκλογή προέδρου προς τα τέλη Οκτωβρίου, όπως ζήτησε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης; Αυτό εξακολουθεί να παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα, για το οποίο προφανώς θα κληθεί να αποφανθεί η Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή Εκλογών, την ίδια ώρα που πληθαίνουν οι φωνές στελεχών που τάσσονται με την άποψη ότι η διαδικασία εκλογής πρέπει να επιταχυνθεί. Κυρίως γιατί οι πολιτικές εξελίξεις τρέχουν, στο επόμενο διάστημα η Βουλή θα είναι κέντρο σημαντικών αποφάσεων και η ΝΔ θα πρέπει να έχει «τακτοποιήσει» τα εσωκομματικά της και να έχει τον «φρέσκο» πρόεδρό της, ο οποίος θα αναλάβει να διαχειριστεί την κατάσταση. Ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που «φοβούνται» ότι όσο μακραίνει η προεκλογική περίοδος τόσο θα αυξάνεται και η εσωστρέφεια στη ΝΔ με αρνητικές επιπτώσεις.
Ωστόσο η επιτάχυνση το χρόνου των εκλογών-αν ήθελε προκύψει- φαίνεται να ευνοεί τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, ο οποίος ως μεταβατικός πρόεδρος έχει κάνει τις κινήσεις τους, τις επισκέψεις τους και τις επαφές του και στο κέντρο και στην περιφέρεια αλλά όχι τους άλλους δυο υποψηφίους, οι οποίοι άλλωστε δεν συμφωνούν με την επίσπευση της διαδικασίας.
Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ
Όπως πάντως παρατηρούν αρκετά στελέχη το ζητούμενο για τη ΝΔ είναι να ξαναβρεί συνολικά τον χαρακτήρα της, να επαναπροσδιορίσει όχι στη θεωρία αλλά στην πράξη την «κυριαρχία» στον κεντροδεξιό χώρο και βεβαίως να «αναβαπτιστεί» αφήνοντας πίσω της, παλαιοκομματικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Και στο σημείο αυτό, για όσους γνωρίζουν την ανθρωπογεωγραφία της ΝΔ είναι σαφές ότι υπάρχει, ένα άτυπο μεν, «ρήγμα» δε, μεταξύ των νεωτέρων και των παλαιοτέρων στελεχών που επιμένουν «παλαιοκομματικά» ως προς τη λειτουργία του κόμματος αλλά και ως προς την προσέγγιση των πολιτών. Η εν πάση περιπτώσει αν δεν πρόκειται για «ρήγμα γενεών» πρόκειται σίγουρα για «ρήγμα αντιλήψεων» μεταξύ εκείνων που έχουν πιο σύγχρονη ματιά απέναντι στα πράγματα και εκείνων που επιμένουν να ακολουθούν την πεπατημένη.
Δεν είναι τυχαίο ότι προσπάθειες που κατά καιρούς καταβλήθηκαν από νεότερα στελέχη για πιο σύγχρονες επιλογές και μεθόδους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν «καταπνιγεί» εν τη γενέσει τους ή εν συνεχεία, μέσα από τα γρανάζια τους κομματικού «κατεστημένου».
ΖΗΤΕΙΤΑΙ... ΑΝΤΙΤΣΙΠΡΑΣ
Από την άλλη βεβαίως η ΝΔ έχει πέσει στην παγίδα αναζήτησης «αντιΤσίπρα»-αν και επισήμως το αρνούνται-προκειμένου να αντιμετωπίσει το «φαινόμενο Αλέξης Τσίπρας» που ως φαίνεται και από τα εκλογικά αποτελέσματα διατηρεί μία σχέση «γοητείας» με τους πολίτες. Τουλάχιστον με αυτούς, τους μισούς του όλου εκλογικού σώματος που πήγαν στην κάλπη.
Το θέμα είναι ότι κάτι τέτοιο προφανώς δεν μπορεί να γίνει «κατά παραγγελία». Απλώς συμβαίνει. Δεν φθάνει να είναι κάποιος μόνον νεαρός σε ηλικία για να κάνει «γκελ» στον κόσμο. Χρειάζεται και «να το ’χει». Αναζητώντας όμως η ΝΔ το «αντίπαλο δέος» περιορίζει τη συζήτηση στα πρόσωπα ή σε κάθε περίπτωση αυτά είναι που προβάλλονται και συζητώνται και όχι τα λοιπά ζητήματα ουσίας που έχει να αντιμετωπίσει.
ΤΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑ
Οι τρεις υποψήφιοι που κατέρχονται έχουν τα «υπέρ» και «κατά» καθώς μπαίνουν στην τελική ευθεία διεκδίκησης.
*Η κάθοδος εν τέλει του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, μετά και από άσκηση αρκετών πιέσεων, αποτέλεσε «τροχοπέδη» και για λοιπούς ενδιαφερόμενους οι οποίοι έκαναν πίσω δεδομένου του γεγονότος ότι ο Β. Μεϊμαράκης έχει τη σαφή στήριξη του καραμανλικού στρατοπέδου όπως και της Ντόρας Μπακογιάννη (η οποία δέχθηκε πιέσεις από στελέχη να κατεβεί όταν άνοιξε το θέμα) και μία πρόσφατη καλή επίδοση στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Διότι παρέλαβε μία ΝΔ που είχε διολισθήσει και από το 15% και την έφθασε στο 28% μέσα σε λίγο διάστημα, διαχέοντας και ένα κλίμα ενότητας στο κόμμα, που πολύ το είχε ανάγκη.
Ωστόσο λόγω εκλογών δεν πρόλαβε να λειτουργήσει σε εσωκομματικό επίπεδο και να προχωρήσει σε αλλαγές επί του πρακτέου είτε αυτές έχουν να κάνουν με τη δομή και τα λειτουργικά προβλήματα του κόμματος είτε με την ιδεολογική επανατοποθέτησή του στον χώρο της κεντροδεξιάς.
Παρότι η διαφορετική και χαλαρή του συμπεριφορά σε σχέση με τη γενικώς «σφιγμένη» των πολιτικών έδειξε να περνάει στον κόσμο-αποτελώντας αντίβαρο στην... ηλικία-ωστόσο δεν παύει να είναι συνδεδεμένος με την ίδια την ιστορία της ΝΔ (ανήκει στα λεγόμενα «ιστορικά στελέχη») και σε μία εποχή και φάση που το κόμμα ζητά απεγνωσμένα την ανανέωση ένας πολιτικός «παλαιάς κοπής» έρχεται σε αντίφαση με το ζητούμενο.
*Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι νέος, είναι τοποθετημένος στο κέντρο, είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων στο κράτος, έχει έναν διακριτό πολιτικό λόγο αλλά... Αλλά είναι «Μητσοτάκης». Και το όνομα από μόνον του, με το «καλημέρα» παραπέμπει στα «τζάκια» και προκαλεί, όχι σε όλους, αλλά σίγουρα σε κάποιους, προκατάληψη. Και αυτό είναι και το μεγαλύτερο «ελάττωμα» της υποψηφιότητάς του.
* Ο Αποστόλης Τζιτζικώστας φέρει το «νέο» δεν υπάρχει αμφιβολία, είναι της γενιάς των 30άρηδων και η υποψηφιότητα του βρίσκει απήχηση σε αρκετά στελέχη νέας γενιάς.
Ωστόσο αν το καλοσκεφθεί κανείς και ο ίδιος προέρχεται από «τζάκι» , παππούς, πατέρας ήταν βουλευτές όπως και ο ίδιος για μία θητεία.
Το μεγαλύτερο πρόβλημά του όμως είναι ότι δεν είναι κοινοβουλευτικός. Και αυτό δεν είναι ένα υποκειμενικό πρόβλημα που θέτουν οι «αντίπαλοι» αλλά μία πραγματικότητα που αν εκλεγεί θα κληθεί το κόμμα να αντιμετωπίσει, που δεν θα έχει τον πρόεδρο του εντός Βουλής και αναγκαστικά θα πάει σε διαρχία. Γι’ αυτό αρκετά στελέχη λένε «αν θέλει ο Τζιτζικώστας να τον ψηφίσουμε να μας πει ποιος θα είναι ο «ανταυτού» εντός Βουλής». Και όλα αυτά σε μία οξυμένη πολιτικά και εθνικά περίοδο, η οποία απαιτεί «μάχες» εντός Κοινοβουλίου. Και επίσης σε μία μακρά περίοδο καθώς μέχρι το 2019 λόγω της νομοθεσίας ο Απ. Τζιτζικώστας δεν μπορεί να συμμετάσχει σε βουλευτικές εκλογές, οπότε και αν ακόμη υποθέσουμε ότι οι εκλογές γίνονται κάπου εκεί στα τριάμισι χρόνια που συνηθίζεται στην Ελλάδα δεν θα μπορεί να κατέλθει ως υποψήφιος βουλευτής. Και ο μόνος τρόπος να πατήσει πόδι στη Βουλή θα είναι να έρθει πρώτο κόμμα η ΝΔ και να εισέλθει ως πρωθυπουργός απευθείας. Και σε αυτή την περίπτωση όμως αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία και προωθηθούν κυβερνητικές συνεργασίες είναι πιθανόν οι συνεργαζόμενοι θα θέλουν να προτείνουν κοινοβουλευτικό για πρωθυπουργό.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα «υπέρ» και τα «κατά» του κάθε υποψηφίου αλλά και οι «συμμαχίες» που θα κάνει θα βαρύνουν τελικά στο αποτέλεσμα; Προφανώς. Αλλά επειδή η εκλογική διαδικασία είναι ανοιχτή δεν θα μπορούσε κανείς να προβλέψει μετά πάσης βεβαιότητας την έκβαση του... αγώνα.