ΑΘΗΝΑ
Τη θέση ότι «η υποχώρηση στους άθλιους εκβιασμούς των θεσμών και του γερμανικού κατεστημένου θα ισοδυναμούσε με Βατερλώ για την κυβέρνηση και τον τόπο» εκφράζει ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης. Ο ίδιος τονίζει ότι «καμία συμφωνία δεν πρέπει να ακυρώσει τις πιο ριζοσπαστικές δεσμεύσεις μας».
Συγκεκριμένα, στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Αγορά, το Σάββατο, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης σημειώνει: «Η κυβέρνηση μας, ή θα είναι μια κυβέρνηση των μεγάλων τομών και προοδευτικών ανατροπών, ή δεν θα έχει μέλλον».
Σε ό,τι αφορά το δίλημμα «ρήξη, ή συμβιβασμός» απαντά ότι καμία συμφωνία και κανένας συμβιβασμός δεν πρέπει να ακυρώσει, να αλλοιώσει και να βάλει στο «ψυγείο» τις πιο ριζοσπαστικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης, η οποία τώρα οφείλει να προχωρήσει με πολύ ταχύτερους ρυθμούς στην υλοποίηση των προγραμματικών δηλώσεων της.
Ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης επισημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να υποχωρήσει από τις δεσμεύσεις της, όχι για λόγους ενδοκομματικής πίεσης -όπως λέει- αλλά γιατί μια τέτοια υποχώρηση θα αντιπροσώπευε ένα πραγματικό «Βατερλώ» για την ίδια και κυρίως για τον τόπο.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης υπογραμμίζει ότι οι «θεσμοί» και κυρίως το γερμανικό κατεστημένο αντιμετωπίζουν με δογματική προκατάληψη την κυβέρνηση και ως μισο-αποικία τη χώρα. «Δεν τους ενδιαφέρει τόσο το περιεχόμενο των προτάσεών μας, αλλά ότι προέρχονται από μια κυβέρνηση με κορμό τη ριζοσπαστική Αριστερά, που επιδιώκει την ανεξάρτητη και προοδευτική πορεία της χώρας. Αυτό τους ενοχλεί μέχρι υστερίας» τονίζει και προειδοποιεί ότι αν η βαθιά συντηρητική, νεοφιλελεύθερη Ευρώπη συνεχίσει την ίδια πορεία και δεν αλλάξει εκ βάθρων, αντιμετωπίζει την παρακμή και τη διάλυση.
Στο ερώτημα αν πρέπει να γίνουν εκλογές ή δημοψήφισμα εάν δεν επιτευχθεί ένας «έντιμος συμβιβασμός», τονίζει ότι το εκλογικό σώμα έδωσε πρόσφατα σαφή εντολή ριζοσπαστικής ανατροπής και αυτή η λαϊκή πλειοψηφία διευρύνεται συνεχώς.
Επιπλέον, αναφερόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ, τονίζει ότι δεν πρέπει να μεταλλαχθεί «χάριν κάποιων άχαρων και εφήμερων κυβερνητικών θώκων», ούτε να «χωνευτεί» από την κρατική γραφειοκρατία και συντήρηση, αλλά χρειάζεται και θα προχωρήσει σε ένα «δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησής του».
Σε ό,τι αφορά τον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων, επαναλαμβάνει ότι ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα και πολύ περισσότερο στρατηγικών επιχειρήσεων και ακινήτων «φιλέτων» δεν πρόκειται να γίνουν.
Αναφερόμενος στο πρόσφατο ταξίδι του στη Μόσχα, επισημαίνει ότι μπορεί να ανοίξει ένα νέο ιστορικό κεφάλαιο όχι μόνο στις ενεργειακές, αλλά και τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις Ελλάδας - Ρωσίας, το οποίο είναι δυνατόν να επισφραγιστεί κατά τη συνάντηση Τρίπρα – Πούτιν, στις 8 Απριλίου.
Ταυτόχρονα, τονίζει ότι είναι αδιαπραγμάτευτη πολιτική επιλογή της κυβέρνησης η διεύρυνση των διεθνών ερεισμάτων και η πολυεπίπεδη και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον.