ΔΑΜΑΣΚΟΣ
«Με συνέλαβαν και με βασάνιζαν για μέρες. Κατηγορία; Ότι βοηθάω τρομοκράτες. Μετά από 20 μέρες με άφησαν. Όχι όμως τα αδέρφια μου. Δεν μπορώ να μάθω τίποτε για αυτά. Έπρεπε να φύγουμε. Κάναμε με τη γυναίκα μου και τα δύο μου παιδιά τη διαδρομή για να περάσουμε στην Ιορδανία. Ταξιδεύαμε νύχτα για να μην μας εντοπίσουν. Τα σύνορα ήταν κλειστά και κάναμε τη διαδρομή μέσα από την έρημο για να έρθουμε στον καταυλισμό. Δώσαμε 1.500 δολάρια. Ήμασταν τυχεροί. Πριν από μία εβδομάδα άκουσα ότι το σπίτι μας βομβαρδίστηκε». Χάμεντ, 33 χρόνων.
«Περισσότεροι από 250.000 άνθρωποι στη Συρία τελούν υπό πολιορκία, βομβαρδίζονται συστηματικά από το πυροβολικό και την αεροπορία. Στερούνται την ανθρωπιστική βοήθεια, τρόφιμα, ιατρική φροντίδα και πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στον λιμό και την παράδοση. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την τεχνική της πολιορκίας, μετατρέποντας τις θεμελιώδεις ανάγκες για νερό, τροφή, στέγη και ιατρική φροντίδα σε στοιχεία της πολεμικής της στρατηγικής», σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΗΕ.
Στις 15 Μαρτίου, ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία συμπλήρωσε τρία χρόνια. Και οι ανθρώπινες ιστορίες προσπαθούν να δώσουν κάποιο νόημα στους αριθμούς. Περισσότεροι από 140.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από την έναρξη της εξέγερσης κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ που εξελίχθηκε σε πολυαίμακτο εμφύλιο πόλεμο, χωρίς ορατό τέλος. Οι καταγεγραμμένοι Σύροι πρόσφυγες φθάνουν, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τους 2.563.000. Αυτοί, μαζί με τους 6,5 εκατομμύρια, που έχουν αναγκαστεί να απομακρυνθούν από τις εστίες τους στο εσωτερικό της Συρίας, ανεβάζουν στα 9,5 εκατομμύρια Σύρους τους ανθρώπους που έχουν επείγουσα ανάγκη ανθρωπιστικής βοήθειας.
Οι εξελίξεις στην Ουκρανία επέτρεψαν στο καθεστώς την κλιμάκωση των βομβαρδισμών. Όπως δήλωσε ο Κρίστιαν Μπένετικτ από τη Διεθνή Αμνηστία, «τα γεγονότα στην Κριμαία έκαναν πιο εύκολο τον αδιάκριτο βομβαρδισμό άμαχων πολιτών στη Συρία».
«ΠΡΟΤΙΜΩ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ...»
Οι αφηγήσεις και, συχνά, η ίδια η εικόνα των Σύρων προσφύγων που περνούν τα σύνορα με την Ιορδανία έρχονται να επιβεβαιώσουν τις εκθέσεις και τις αναφορές των διεθνών οργανισμών. «Ολοένα και περισσότεροι πρόσφυγες που καταφτάνουν, μας αναφέρουν ότι δεν υπάρχει φαγητό, νερό και ηλεκτρικό ρεύμα μέσα στη Συρία» λέει η Αόφι Μακντόνελ, από τα Ηνωμένα Έθνη στον καταυλισμό του Ζαατάρι. «Η φυσική κατάσταση των ανθρώπων είναι άσχημη. Είναι αδύναμοι και φαίνεται ότι έχουν να τραφούν καλά, καιρό. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα παιδιά έρχονται με τις πυτζάμες τους».
«Από το καλοκαίρι του 2012, ο αριθμός των προσφύγων που περνούν τα σύνορα στην Ιορδανία άρχισε να αυξάνεται. Την περασμένη εβδομάδα, 1000 Σύροι πέρασαν τα σύνορα, αριθμός διπλάσιος από την αρχή του χρόνου» λέει στους δημοσιογράφους της ευρωπαϊκής αποστολής ο Κάρλος Αφόνσο, από την Ανθρωπιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ECHO) στο Αμάν. «Από τους 600.000 Σύρους πρόσφυγες σε ολόκληρη την Ιορδανία, το 80% μένει εκτός των τεσσάρων διαθέσιμων καταυλισμών» επισημαίνει ο Αφόνσο.
«Η ιορδανική κοινωνία έχει αποδείξει και στο παρελθόν την αλληλεγγύη και τη γενναιοδωρία της: με τους Παλαιστίνιους, το 1948 και το 1967, με πρόσφυγες από το Λίβανο, την Υεμένη, τη Λιβύη και πρόσφατα, το Ιράκ. Αυτή τη φορά όμως, είναι διαφορετικά τα πράγματα. Η συντριπτική πλειονότητα των συνολικά περίπου 1,2 εκατομμυρίων Σύρων που μένουν στην Ιορδανία δεν φιλοξενούνται στους καταυλισμούς», εξηγεί ο αντισυνταγματάρχης Ταουφίκ Ταουαλμπέχ, επικεφαλής της υπηρεσίας δημόσιας ασφαλείας.
Οι περισσότερες οικογένειες επιλέγουν να ζουν εκτός καταυλισμού για να έχουν την αίσθηση της κανονικής ζωής. Στο χωριό Ζαατάρι, 2 χλμ. μακριά από τον καταυλισμό, οι 15.000 Ιορδανοί κάτοικοι συμβιώνουν, τα τελευταία δύο χρόνια, με 7.000 Σύρους πρόσφυγες, κυρίως συγγενείς τους από τη φυλή Καλίντι, που ζούσαν στην επαρχία Χομς. Άλλοι φιλοξενούνται στα σπίτια συγγενών τους, άλλοι έχουν στήσει τις σκηνές τους έξω. «Το περασμένο καλοκαίρι διακόπηκε η υδροδότηση για 14 μέρες. Χάος!» λέει ο Ιορδανός Φαλχάτ Μεφλέ Σακράν Αλ Χαλαλιντί. «Προτιμώ να πεθάνω από το να μείνω μια μέρα στον καταυλισμό» λέει ο 65χρονος δάσκαλος Αχμέτ Ταμάν, που μαζί με τη δεκαμελή οικογένεια του ζουν σε μια σκηνή μαζί με άλλες 35 οικογένειες από την επαρχία Χομς.
«ΕΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ»
«Ύστερα από 25 χρόνια εμπειρίας σε διεθνείς ανθρωπιστικές κρίσεις, δεν πηγαίνω πλέον στο κέντρο υποδοχής να ακούω τις φριχτές ιστορίες των ανθρώπων που έρχονται. Αυτή δεν είναι η κρίση στη Συρία. Είναι ένα μικρό παράθυρο στην κρίση. Και αυτή είναι η πιο σοκαριστική στον κόσμο» λέει ο Γερμανός «δήμαρχος» του καταυλισμού του Ζαατάρ και υπεύθυνος συντονισμού διεθνών ανθρωπιστικών οργανισμών, Κίλιαν Κλάινσμιτ.
Δεκαπέντε χιλιόμετρα από τα σύνορα, ο καταυλισμός Ζαατάρι, που η ιορδανική κυβέρνηση δεν τον αναγνωρίζει ως «πόλη», είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καταυλισμός του κόσμου. «Πού τελειώνει αυτή η αχανής έκταση από σκηνές; Μάλλον στη Γενεύη», όπως λέει και ο Μασούτ από τα Ηνωμένα Έθνη.
Το 90% των κατοίκων του καταυλισμού είναι από την πόλη Νταράα της νότιας Συρίας, απ’ όπου άρχισαν οι διαδηλώσεις κατά της εξουσίας του Άσαντ.
«Έχεις να αντιμετωπίσεις 100.000 ανθρώπους που δεν εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο. Που έχουν δει τους γονείς τους ή τα αδέρφια τους να σκοτώνονται μπροστά τους ή ακούν διαρκώς αντίστοιχες ιστορίες. Οι πόλεμοι γεννούν νέες ηγεσίες, οι άνθρωποι συγκεντρώνουν εξουσίες» συνεχίζει ο Κλάινσμιτ.
«Στην αρχή είχαμε πρόβλημα με τα ποντίκια. Σκοτώσαμε 150.000. Μόλις το κάναμε, οι πρόσφυγες μας κατηγόρησαν ότι προσπαθούμε να τους δηλητηριάσουμε. Μετά είχαμε διαμαρτυρίες για το νερό. Κάναμε χημικές αναλύσεις για να τους αποδείξουμε ότι το νερό είναι κατάλληλο. Ως υπεύθυνος της αποστολής βλέπω τους ανθρώπους σαν αριθμούς. Τόσοι άνθρωποι, τόσα λίτρα νερού, τόσες ποσότητες φαγητού, τόσες ενέσεις. Αλλά δεν είναι έτσι. Έχεις να κάνεις με ανθρώπους. Γι’ αυτό και αρχίσαμε διάλογο μαζί τους. Έπρεπε να τους πείσουμε ότι δεν αντιμαχόμαστε την εμμονή τους για ελευθερία. Αλλά θέλουμε να συνεργαστούμε για πρακτικά ζητήματα. Και τα καταφέραμε».
Αυτή τη στιγμή, στον καταυλισμό υπάρχουν 2.500 μαγαζιά, τρία σχολεία, νοσοκομεία. Το 75% των «κατοικιών» (σκηνών και τροχόσπιτων) έχει ηλεκτρικό ρεύμα, το 71% τουαλέτες, υπάρχουν 2.000 σημεία υδροδότησης και το 50% έχει δορυφορικές κεραίες. Και οι δρόμοι βελτιώθηκαν. Στην κεντρική αγορά, «Σανζ Ελιζέ», το κόστος για να ανοίξεις ένα μαγαζί ανέρχεται σε 5.000 δολάρια. «Το να ανοίξεις ένα κατάστημα σου δίνει μια αίσθηση συνέχισης της ζωής» λένε τα αδέρφια Αλ Χάλετ, που «κρατούν» εδώ και 15 μήνες ένα από τα 100 κουρεία του καταυλισμού.
«Στην αρχή, προμηθεύαμε τους κατοίκους του καταυλισμού με τρόφιμα, αλλά πλέον τους δίνουμε κουπόνια, ώστε να πηγαίνουν να ψωνίζουν μόνοι τους ό,τι θέλουν από τα δύο σουπερμάρκετ που άνοιξαν στον καταυλισμό. Το να πηγαίνει η οικογένεια να κάνει τα ψώνια της έχει να κάνει με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια» εξηγεί ο Κλάινσμιτ.
50 ΒΑΘΜΟΙ ΚΕΛΣΙΟΥ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ
«Αποφασίσαμε να φύγουμε όταν βομβαρδίστηκε το σπίτι του γείτονά μας. Στην αρχή σκεφτήκαμε ότι θα λείψουμε για λίγους μήνες» λέει ο 31χρονος Άχμετ που, μαζί με τη σύζυγό του, την 5χρονη κόρη και το 6 μηνών κοριτσάκι του, ζει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο στον καταυλισμό. «Η υπόλοιπη οικογένεια μού λείπει περισσότερο. Οι περισσότεροι έχουν συλληφθεί και πολλοί αγνοούνται. Μόνο σε μια Συρία χωρίς τον Άσαντ θα επιστρέψουμε».
Σε μία άλλη οικογένεια, οι τρεις έφηβοι γιοι δείχνουν φωτογραφίες στα κινητά τους με τον ελεύθερο σκοπευτή που σκότωσε τα δυο τους αδέρφια.
«Το καλοκαίρι μετρήσαμε θερμοκρασίες μέχρι 50 βαθμούς Κελσίου μέσα στη σκηνή. Και σκεφτείτε ότι τα μέρη απ’ όπου έρχονται πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι ορεινά και δροσερά. Και τώρα ζουν στην έρημο» λέει η Μακντόνελ.
«Ναι. Θέλω να γυρίσουμε πίσω. Αυτό περιμένω» λέει ο 33χρονος Χάμεντ που με την 31 ετών γυναίκα του, Ζαχάρ και τα τέσσερα παιδιά τους έφτασαν από τις αρχές Νοεμβρίου στο Ζαατάρι. Ένα μήνα πριν, πληροφορήθηκαν ότι βομβαρδίστηκε το σπίτι τους στην Νταράα.
«Ζούμε μέρα τη μέρα χωρίς να μπορούμε να δουλέψουμε, χωρίς να έχουμε αρκετά χρήματα για ν' αγοράσουμε αυτά που θέλουμε. Στην αρχή έπιασα δουλειά να μαζεύω τα σκουπίδια και έπαιρνα 12 με 30 ιορδανικά δηνάρια την εβδομάδα. Για να ζήσεις σε μια κοινότητα μέσα στην Ιορδανία χρειάζεσαι περίπου 400 ιορδανικά δηνάρια το μήνα» λέει ο Χάμεντ. Οι τιμές στα ενοίκια από την αρχή του πολέμου τριπλασιάστηκαν σε πολλές περιοχές. «Αν οι αρχές σε πιάσουν να δουλεύεις σε στέλνουν πίσω στη Συρία».
«ΟΤΑΝ ΚΟΙΤΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΔΕΝ ΒΛΕΠΕΙΣ ΠΑΙΔΙΑ»
Σε κάθε γωνιά του καταυλισμού μικρά παιδιά κρατούν από ένα καροτσάκι. «Δυο πράγματα ονειρεύονται. Είτε να γίνουν χτίστες, ή να κρατήσουν όπλο» τονίζει ο Κλάινσμιτ.
«Όταν κοιτάς τα παιδιά, δεν βλέπεις παιδιά. Πρέπει να δώσουμε στα παιδιά πίσω την παιδικότητά τους».
Στα τρία σχολεία που υπάρχουν στον καταυλισμό φοιτά μόλις το 25% των παιδιών του καταυλισμού, ενώ ακόμη 80.000 παιδιά φοιτούν σε σχολεία της Ιορδανίας, όπου οι δάσκαλοι εργάζονται διπλές βάρδιες για να ανταποκριθούν. Από τα 23.000 εγγεγραμμένα παιδιά, τα 11.000 με 12.000 όντως παρακολουθούν τα μαθήματα. Τα υπόλοιπα δεν μπορούν, είτε λόγω απόστασης, είτε επειδή εξωθούνται σε παιδική εργασία ή εξαναγκάζονται σε γάμους.
Ο 15χρονος Ουάλιντ, ο μικρότερος από 10 αδέρφια, είναι ο μόνος στην οικογένεια που πηγαίνει σχολείο. «Τέσσερα στα δέκα παιδιά ρωτούν για τον εμφύλιο και τον Άσαντ. Δίνω γενικές απαντήσεις. Όχι λεπτομέρειες. Πολλά έχουν χάσει γονείς, αδέρφια. Είναι τα ευάλωτα θύματα μέσα στον καταυλισμό» λέει ο 50χρονος Ιορδανός δάσκαλος ισλαμικής ιστορίας Αουάντ.
Το 60% των μαθητών έχουν δυσκολίες συγκέντρωσης, πολλά απομονώνονται, γίνονται συχνά βίαια. Όλα ρωτούν γιατί ενώ ο κόσμος συμπαραστάθηκε στη Λιβύη και στην Αίγυπτο, δεν έκανε τίποτε για τη Συρία.
«Στην αρχή, ο καταυλισμός ήταν σα φυλακή. Ήμασταν περικυκλωμένοι από τον ιορδανικό στρατό. Πήγαιναν τα παιδιά σε απομακρυσμένες περιοχές για να βρουν άμμο στην έρημο, για να παίξουν και οι αρχές παραπονούνταν. Τουλάχιστον τώρα έχουν φτιάξει κάποιες παιδικές χαρές».