Για τον Σιν Ντονγκ-Χιούκ το στρατόπεδο 14 της Βορείου Κορέας ήταν ο μόνος τόπος που γνώρισε στη ζωή του. Ο Βορειοκορεάτης γεννήθηκε μέσα στο στρατόπεδο εργασίας, όπου τα βασανιστήρια, οι εκτελέσεις, οι κακουχίες ήταν καθημερινότητα. Είκοσι τρία χρόνια μετά τη γέννησή του κατάφερε να ξεφύγει και να διηγηθεί στον κόσμο τη (συγκλονιστική) ιστορία του.
Η μητέρα του υπήρξε «δώρο» στον κρατούμενο πατέρα του, λόγω καλής επίδοσης του δεύτερου στην καταναγκαστική εργασία του.
Από έξι χρονών έμαθε τι είναι σκληρή δουλειά, αφού αναγκαζόταν να δουλέψει σκληρά στα ορυχεία του στρατοπέδου.
Το καθημερινό του γεύμα περιελάμβανε λάχανο και καλαμπόκι. Ήταν πάντα το ίδιο, δεν άλλαζε ποτέ. Κρέας έτρωγε μόνο όταν έπιανε κάποιους αρουραίους.
Συχνά μαζί με τους άλλους κρατούμενους συγκεντρώνονταν για να παρακολουθήσουν τις δημόσιες εκτελέσεις. Ήταν μόλις τεσσάρων ετών όταν η μητέρα του τον πήγε σε μία τέτοια εκτέλεση και οι εικόνες δεν έφυγαν ποτέ από το μυαλό του. Αυτή ήταν η πρώτη ανάμνηση της ζωής του.
Όμως, για τον Σιν Ντονγκ-Χιούκ που γεννήθηκε μέσα στο στρατόπεδο, αυτή ήταν η ζωή του.
Σύμφωνα με τα όσα μαρτυρεί ο ίδιος, οι απαγορεύσεις ήταν αυστηρές και τιμωρούνταν με θάνατο. Είχε μάθει ότι όταν έβλεπε κάποια παραβίαση των κανόνων, θα έπρεπε αυτομάτως να την καταγγείλει, αλλιώς τον περίμενε ο θάνατος.
Ένα βράδυ που γύρισε σπίτι του, κρυφάκουσε τον αδελφό του και τη μητέρα του να ψιθυρίζουν. Ο αδελφός του το είχε σκάσει από την υποχρεωτική εργασία και η μητέρα του τον συμβούλευε να δοκιμάσει να το σκάσει από το Στρατόπεδο 14.
Ο 13χρονος τότε Σιν Ντονγκ-Χιούκ έτρεξε αμέσως στον δάσκαλο και τους κατήγγειλε, ζητώντας σε αντάλλαγμα... ένα καλό γεύμα.
Μην έχοντας νιώσει ποτέ την ανθρώπινη στοργή, θεώρησε ότι αυτός ήταν ο τρόπος που έπρεπε να δράσει.
Οι φύλακες του στρατοπέδου τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν, θέλοντας να του αποσπάσουν περισσότερες πληροφορίες. Σύμφωνα πάντα με μαρτυρίες του ίδιου, τον πέταξαν σε ένα κελί, όπου ένας ηλικιωμένος άνδρας φρόντισε τις πληγές του και τον έσωσε. Για τον Σιν Ντονγκ-Χιούκ η εμπειρία ήταν ένα σοκ. Δεν γνώριζε την ανθρώπινη καλοσύνη και δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κάποιος θα μπορούσε να λειτουργήσει με αλτρουισμό.
Μερικούς μήνες μετά βγήκε από τις φυλακές. Αμέσως, οδήγησαν αυτόν και τον πατέρα του στην τοποθεσία των εκτελέσεων, όπου αναγκάστηκαν να παρακολουθήσουν την εκτέλεση της μητέρας και του αδελφού του. Ο Σιν Ντονγκ-Χιούκ δεν ένιωσε τίποτα για τον θάνατό τους.
Μερικούς μήνες μετά ένας νέος κρατούμενος ήρθε στο στρατόπεδο. Αντίθετα με τον Σιν Ντονγκ-Χιούκ δεν είχε γεννηθεί στο στρατόπεδο εργασίας και μιλούσε συνεχώς για τη ζωή του ως ελεύθερος πολίτης.
Ο Σιν Ντονγκ-Χιούκ ζήλευε όχι τόσο τη ζωή, όσο το φαγητό.
Αρκετά χρόνια πέρασαν και ο 23χρονος άνδρας, καθοδηγούμενος για τις ιστορίες «από τον έξω κόσμο» αποφάσισε να δοκιμάσει να το σκάσει. Όπως δηλώνει ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ Στρατόπεδο 14: Ζώνη Ολοκληρωτικού Ελέγχου, στόχος του δεν ήταν η ελευθερία. Στόχος του ήταν να φάει ένα κομμάτι κοτόπουλο.
Μαζί με τον συγκρατούμενό του το έσκασαν και έφτασαν στον ηλεκτροφόρο φράχτη του στρατοπέδου. Ο συγκρατούμενός του ακούμπησε τα συρματοπλέγματα και πέθανε πάνω στον φράχτη. Όπως το σώμα του έπεσε, άνοιξε ένα κενό.
Ο Σιν Ντονγκ-Χιούκ κατάφερε να περάσει πάνω από το πτώμα του συγκρατούμενού του αποφεύγοντας τα ηλεκτροφόρα σύρματα.
Ήταν πια ελεύθερος, αλλά και πολύ κουρασμένος, καθώς έφερε πάνω του τα ψυχολογικά και σωματικά σημάδια της πολυετούς κράτησής του.
Ο έξω κόσμος τον συγκλόνισε: είδε ανθρώπους να γελούν, να φοράνε τα ρούχα που επιθυμούν, να ζουν μια ελεύθερη ζωή.
Μέχρι να περάσει τα σύνορα και να ζητήσει άσυλο από τη Νότιο Κορέα, έκλεβε για να ζήσει. Δεν γνώριζε τη σημασία των χρημάτων.
Σήμερα γυρίζει όλο τον κόσμο μιλώντας για την εμπειρία του. Ένα βιβλίο για τη ζωή του έχει ήδη εκδοθεί με τίτλο «Απόδραση από το Στρατόπεδο 14: Η αξιοσημείωτη Οδύσσεια ενός άνδρα από τη Βόρεια Κορέα προς την Ελευθερία στη Δύση», ενώ η ιστορία του βρίσκεται στο επίκεντρο του ντοκιμαντέρ Στρατόπεδο 14: Ζώνη Ολοκληρωτικού Ελέγχου, το οποίο προβλήθηκε πέρυσι στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Όσο για τον ίδιο; Νοσταλγεί την Βόρειο Κορέα, «είναι η μόνη πατρίδα που γνώρισα» λέει.
«Θα είμαι ο πρώτος που θα επιστρέψω στο Στρατόπεδο 14 εάν ανοίξουν ποτέ τα σύνορα» προσθέτει. «Κι ας τρώω μονάχα καλαμπόκι».