ΑΘΗΝΑ
Την εκτίμησή του ότι ο τύμβος Καστά στην Αμφίπολη «φιλοξενεί» τον στρατηγό και παιδικό φίλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Ηφαιστίωνα, εξέφρασε ο αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Θ. Μαυρογιάννης.Μιλώντας στην εκπομπή «Ανατροπή» του Mega, επιβεβαίωσε τη χρονολόγηση της Κατερίνας Περιστέρη, ενώ παράλληλα επισήμανε ότι «οι Καρυάτιδες εκπέμπουν ένα πολιτικό μήνυμα και παραπέμπουν στο αθηναϊκό πολίτευμα, καθώς ο Ηφαιστίων ήταν Αθηναίος».«Εάν πρέπει να αναρωτηθούμε πού βρέθηκαν οι πόροι για την κατασκευή ενός τόσο μεγάλου μνημείου, τα πρώτα χρήματα έφτασαν στον Αντίπατρο πριν από την έκρηξη του Λαμιακού πολέμου, δηλαδή το φθινόπωρο του 323 π.Χ. Αυτό σημαίνει πολλά για τη χρονολόγηση. Εγώ συμφωνώ απολύτως με τη χρονολόγηση του τάφου στο 325-300 π.Χ.», είπε.«Εγώ κατέθεσα την άποψη -δεν μπορώ, βεβαίως, να είμαι κατηγορηματικός, δεν υπάρχει επιγραφή- ότι πρόκειται για τον τάφο-ηρώον του Ηφαιστίωνος. Αυτός πέθανε το Νοέμβριο του 324 π.Χ. στα Εκβάτανα της Μηδίας (...) Κανένας αρχαίος συγγραφεύς δεν λέει ότι ο τάφος του Ηφαιστίωνος είναι στη Βαβυλώνα», πρόσθεσε. Οσον αφορά στις Καρυάτιδες, τόνισε ότι η ενδυμασία έχει πολιτικό μήνυμα, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά:«Είναι ολόκληρη ιστορία "επέστρεψαν επιτέλους οι Αθηναίοι στην Αμφίπολη"», ενώ αναφορικά με τη συσχέτιση του Ηφαιστίωνος με την Αθήνα. ο κ. Μαυρογιάννης παρέπεμψε σε« μελέτη του 1991, η οποία λέει ότι ο πατέρας του Ηφαιστίωνα, Αμύντωρ, ήταν Αθηναίος».Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Μαυρογιάννης έχει προσεγγίσει τον Ηφαιστίωνα ως το πρόσωπο που φιλοξενείται στον τύμβο, καθώς τον περασμένο μήνα σε διάλεξή του με θέμα «Ο τύμβος της Αμφιπόλεως: έλεγχος των γεγονότων και των πηγών της περιόδου 324-294 π.Χ.», είχε υποστηρίξει ότι μέσα από την οπτική γωνία της Ιστορίας των Ελληνιστικών Χρόνων, ότι ο Τύμβος Καστά στην Αμφίπολη, είναι μακεδονικός τάφος και οικοδομήθηκε περί το 325 π.Χ. κατά παραγγελία του Αλεξάνδρου για τον Ηφαιστίωνα.Είχε σημειώσει δε, ότι η διαφορετικότητα ιστορίας και αρχαιολογίας είναι αυτή που καθιστά δύσκολη την απάντηση στα κρίσιμα ερωτήματα που τίθενται για τον Τύμβο.
Κ.Περιστέρη: Σημαντική προσωπικότητα
Την εκτίμηση ότι ο τάφος της Αμφίπολης ανήκει σε μια σημαντική προσωπικότητα ή σε έναν εξαιρετικά σημαντικό στρατηγό έκανε η επικεφαλής της ανασκαφικής ομάδας στον Τύμβο Καστά, Κατερίνα Περιστέρη.Μιλώντας στην εκπομπή «Ανατροπή» του Γιάννη Πρετεντέρη, η κ. Περιστέρη επανέλαβε ότι οι αρχαιολόγοι θα μιλήσουν με βεβαιότητα για τον ένοικο του τάφου, αφού ολοκληρωθεί η ανασκαφή.Η κ. Περιστέρη σημείωσε πως η σπασμένη μαρμάρινη θύρα που βρέθηκε επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για τάφο, ενώ επανέλαβε πως πρόκειται για μακεδονικό τάφο. «Είναι η εποχή που έχουμε τους μακεδονικούς τάφους, είμαστε στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα και είναι μακεδονικός τάφος αλλά με κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά» που δεν συναντώνται σε άλλους τάφους.Στο ερώτημα πότε θα ολοκληρωθεί η ανασκαφή, η κ. Περιστέρη επανέλαβε τη δήλωσή της για «έναν μήνα», τονίζοντας όμως ότι «ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου βγάλει η ανασκαφή».Εξήγησε ωστόσο ότι δεν μπορεί να πει κάτι περισσότερο μέχρι να ολοκληρωθεί η ανασκαφή, περίπου σε ένα μήνα, καθώς «εμείς οι αρχαιολόγοι δεν μπορούμε να λέμε πράγματα αν δε τα πιάνουμε, δεν τα αγγίζουμε».Σχολιάζοντας τις επικρίσεις που δέχεται σημείωσε: «Με πικραίνει αυτό το πράγμα γιατί όταν κάνεις μια δουλειά θα έπρεπε να χαίρονται όλοι οι συνάδελφοι, αλλά ευτυχώς η πλειοψηφία του απλού λαού, των συναδέλφων, είναι μαζί μας».Από την πλευρά της, μιλώντας στην εκπομπή, η γγ του υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη επανέλαβε ότι πρόκειται για ένα «'κοσμοπολίτικο' μνημείο, με την έννοια ότι συγκεντρώνει χαρακτηριστικά από διαφορετικές πολιτισμικές φάσεις».
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ
Με κείμενο, που φέρει την υπογραφή του καθενός ξεχωριστά, 140 αρχαιολόγοι, ιστορικοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές του κλάδου, εκφράζουν την αντίθεσή τους «σε κάθε απόπειρα ποινικοποίησης της επιστημονικής άποψης και στοχοποίησης όσων την εκφέρουν», με αφορμή τη διατύπωση μιας επιστημονικής υπόθεσης εργασίας από την καθηγήτρια κλασική αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ολγα Παλαγγιά, σχετικά με το ανασκαπτόμενο μνημείο στην Αμφίπολη, διατύπωση που προκάλεσε -όπως αναφέρουν οι υπογράφοντες- συνεχιζόμενες επιθέσεις.«Η αρχαιολογία, όπως άλλωστε και η ιστορία, βασίζει τα πορίσματά της σε μια εξαντλητική διαδικασία αναζήτησης, αμφισβήτησης και αναστοχασμού. Δεν επιζητούμε την απόλυτη αλήθεια, χτίζουμε πάνω στα ερωτήματα» αναφέρουν, μεταξύ άλλων, οι διαμαρτυρόμενοι και προσθέτουν: «Με την παρέμβασή μας αυτή θα θέλαμε να παροτρύνουμε τόσο τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης όσο και το κοινό τους να αποδεχτούν τις ιδιαιτερότητες της επιστημονικής συζήτησης. Ο ερευνητικός στοχασμός και ο επιστημονικός διάλογος μπορούν να μας οδηγήσουν στην καλύτερη κατανόηση του παρελθόντος, αλλά αδυνατούν να μετατρέψουν την ιστορική γνώση σε άτεγκτο και απαράβατο "καθεστώς αλήθειας"».Καταλήγουν: «Όπως και κάθε άλλο επιστημονικό πόρισμα, έτσι και οι δηλώσεις που αφορούν τις πρόσφατες αρχαιολογικές ανακαλύψεις υπόκεινται αναπόφευκτα στην κρίση της επιστημονικής κοινότητας. Η συνεχής επινόηση «εσωτερικών εχθρών» και «δολίων» κινήτρων πίσω από κάθε έκφραση ακαδημαϊκής παρρησίας όχι μόνον λειτουργεί ως πνευματική τροχοπέδη, αλλά και στερεί το ευρύ κοινό από αυτό ακριβώς το αγαθό που υποτίθεται ότι του εξασφαλίζει: την ανοικτή, απρόσκοπτη και ειλικρινή πρόσβαση στη γνώση».Αναλυτικά το κείμενο:Όσοι και όσες υπογράφουμε αυτό το κείμενο, επιστήμονες που ασχολούμαστε με την πολιτισμική κληρονομιά, παρακολουθούμε με ιδιαίτερη ανησυχία τις –συνεχιζόμενες– επιθέσεις που δέχεται η καθηγήτρια κλασικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κυρία Όλγα Παλαγγιά, με αφορμή τη διατύπωση από μέρους της μιας επιστημονικής υπόθεσης εργασίας σχετικά με το ανασκαπτόμενο μνημείο στην Αμφίπολη. Αντίστοιχες επιθέσεις για τις απόψεις τους δέχονται και άλλοι αρχαιολόγοι και ιστορικοί. Εκφράζουμε την απόλυτη αντίθεσή μας σε κάθε απόπειρα ποινικοποίησης της επιστημονικής άποψης και στοχοποίησης όσων την εκφέρουν.Ανεξάρτητα από το αν κανείς συμφωνεί ή διαφωνεί με την όποια υπόθεση εργασίας, οι λοιδορίες, οι συκοφαντίες και οι απειλές, επώνυμες και ανώνυμες, εναντίον οποιουδήποτε επιστήμονα επιχειρεί να διατυπώσει καθαρά επιστημονικές απόψεις που φαίνεται να αντιβαίνουν στην επικρατούσα στα ΜΜΕ αντίληψη, δεν απειλούν μόνον την αρχή της ελευθερίας του λόγου την οποία, θεωρητικά έστω, αποδέχεται και τηρεί η χώρα μας• επιπλέον, υπονομεύουν τον ίδιο τον παιδευτικό ρόλο της ελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς, μετατρέποντάς την από αντικείμενο δημιουργικού διαλόγου σε στοιχείο σύγκρουσης και αντιπαλότητας.Η αρχαιολογία, όπως άλλωστε και η ιστορία, βασίζει τα πορίσματά της σε μια εξαντλητική διαδικασία αναζήτησης, αμφισβήτησης και αναστοχασμού. Δεν επιζητούμε την απόλυτη αλήθεια, χτίζουμε πάνω στα ερωτήματα.Με την παρέμβασή μας αυτή θα θέλαμε να παροτρύνουμε τόσο τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης όσο και το κοινό τους να αποδεχτούν τις ιδιαιτερότητες της επιστημονικής συζήτησης: ο ερευνητικός στοχασμός και ο επιστημονικός διάλογος μπορούν να μας οδηγήσουν στην καλύτερη κατανόηση του παρελθόντος, αλλά αδυνατούν να μετατρέψουν την ιστορική γνώση σε άτεγκτο και απαράβατο «καθεστώς αλήθειας».
Όπως και κάθε άλλο επιστημονικό πόρισμα, έτσι και οι δηλώσεις που αφορούν τις πρόσφατες αρχαιολογικές ανακαλύψεις υπόκεινται αναπόφευκτα στην κρίση της επιστημονικής κοινότητας. Η συνεχής επινόηση «εσωτερικών εχθρών» και «δολίων» κινήτρων πίσω από κάθε έκφραση ακαδημαϊκής παρρησίας όχι μόνον λειτουργεί ως πνευματική τροχοπέδη, αλλά και στερεί το ευρύ κοινό από αυτό ακριβώς το αγαθό που υποτίθεται ότι του εξασφαλίζει: την ανοικτή, απρόσκοπτη και ειλικρινή πρόσβαση στη γνώση.