Ομόφωνα το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο χωρίς αναγνώριση ελαφρυντικού, ενώ μετά την ετυμηγορία των δικαστών, ο κατηγορούμενος πήρε τον δρόμο για τις φυλακές. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο 49χρονος είχε γνωρίσει την παθούσα σε δημοφιλές μέσο κοινωνικής δικτύωσης, μέσω του οποίου επικοινωνούσαν για ενάμιση χρόνο. Τον Μάρτιο του 2017, εκείνη ταξίδεψε από την Αθήνα -όπου ζει- στη Θεσσαλονίκη για να τον συναντήσει για πρώτη φορά. Φτάνοντας όμως στο σπίτι του -όπως κατέθεσε η ίδια- τόσο η εμφάνιση του κατηγορούμενου όσο και η εικόνα του σπιτιού στο οποίο διαβιούσε («ρυπαρό», «με συσσωρευμένα αντικείμενα» κι «ένα πιτ-μπουλ δεμένο στην πόρτα») απείχαν πολύ απ’ αυτά που της είχε παρουσιάσει κατά τη διάρκεια της προηγούμενης και επί μακρόν επικοινωνίας τους. Σε αυτές τις συνθήκες, η 45χρονη δεν θέλησε να περάσει μέσα, αλλά παρά την άρνησή της, ο κατηγορούμενος την πίεσε να μπει.
«ΣΕΝΑΡΙΟ ΑΠΟ ΘΡΙΛΕΡ»
Από τη στιγμή εκείνη ξεκίνησε το μαρτύριό της: Χρησιμοποιώντας σωματική βία και απειλές - όπως περιγράφεται στο κατηγορητήριο - προέβη στον βιασμό της, ικανοποιώντας κατ’ επανάληψη τις αρρωστημένες ορέξεις του. «Από τις 7 το πρωί έως τις 10 το πρωί της επόμενης μέρας την ξάπλωνε και την έσερνε από το ένα μέρος στο άλλο, παρά την άρνηση που εξεδήλωνε, αφήνοντάς τη χωρίς φαγητό και περιορίζοντας την ελευθερία των κινήσεών της» ανέφερε η εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευσή της, η οποία ανέφερε ότι η υπόθεση θα μπορούσε να είναι σενάριο από «θρίλερ».
Όσο κι αν φώναζε κανείς δεν την άκουγε, ενώ στη θέα του δεμένου σκύλου ένιωθε απειλή, διότι φοβόταν μήπως εκδηλώσει επιθετική συμπεριφορά απέναντί της. «Με χτυπούσε, με τραβούσε από τα μαλλιά, με είχε ώρα ακινητοποιημένη. Έστελνε μηνύματα από το κινητό μου σε γνωστούς, έλεγε πως θα με κάνει ρεζίλι κι ότι έχει τραβήξει φωτογραφίες […] Είπε ότι το έκανε γιατί έπρεπε να τιμωρηθώ. Κάλεσε και τον πρώην σύζυγό μου με τον οποίο βρισκόμασταν τότε σε αντιδικία» ανέφερε η 45χρονη, μητέρα ενός ανήλικου παιδιού, στην κατάθεσή της στο δικαστήριο, περιγράφοντας καρέ-καρέ όσα έζησε.
«EΝΙΩΣΑ ΝΤΡΟΠΗ»
Όταν την άφησε ελεύθερη εκείνη επέστρεψε στην Αθήνα, όπου μετά από ένα 24ωρο και παρά τις αναστολές που - όπως ανέφερε - είχε, αποφάσισε να απευθυνθεί στη ΓΑΔΑ καταγγέλλοντας τα όσα φρικτά έζησε. «Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί, ήμουν πολύ φοβισμένη, ένιωσα ντροπή, εξαθλίωση και ταπείνωση. Έλεγα μέσα μου «πού να το πω; Μην το πεις πουθενά θα γίνεις βούκινο». Φοβήθηκα για την επιμέλεια του παιδιού μου, μην τη χάσω» κατέθεσε χαρακτηριστικά. Σχολιάζοντας τις τύψεις της παθούσας για όσα υπέστη, η εισαγγελέας της έδρας σχολίασε - μεταξύ άλλων - πως πρόκειται για «κατάλοιπα μιας πατριαρχικής κοινωνίας που κάνουν το θύμα του βιασμού να νιώθει ενοχές για μια γνωριμία, για μια ανθρωπινή σχέση...». «Δεν συναίνεσε στο να βιαστεί, στο να στερηθεί την τροφή της […] Τα όσα υπέστη είναι πρωτάκουστα» πρόσθεσε η εισαγγελέας στην αγόρευσή της με την οποία ζήτησε την ενοχή του κατηγορούμενου.Το δικαστήριο τον έκρινε τελικά ομόφωνα ένοχο για βιασμό, παράνομη κατακράτηση και παραβίαση προσωπικών δεδομένων, ενώ αποφάσισε η έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη.