Άφησαν την πατρίδα τους, τις οικογένειές τους, τα υπάρχοντά τους για να σωθούν από τον πόλεμο που μαίνεται τις τελευταίες ημέρες στην Ουκρανία. Είναι γυναίκες και παιδιά, άνθρωποι ηλικιωμένοι, που ταξίδεψαν με προορισμό την Ελλάδα και κατέληξαν στον Πειραιά για να προστατεύσουν ό,τι πολυτιμότερο έχουν, την ίδια τους τη ζωή. ‘Αλλοι από το Χάρκοβο και το Κίεβο, ενώ κάποιοι άλλοι από την Οδησσό.
Ο Δήμος Πειραιά φιλοξενεί από την Τρίτη 15 Μαρτίου τους πρώτους Ουκρανούς πρόσφυγες και αυτήν τη στιγμή διαμένουν σε ΚΑΠΗ του Δήμου και σε ξενοδοχείο της πόλης, στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η τοπική αυτοδιοίκηση προκειμένου να στηρίξει έμπρακτα τον δοκιμαζόμενο λαό της Ουκρανίας. Στο ΑΠΕ-ΜΠΕ μίλησαν ορισμένοι από τους πρόσφυγες οι οποίοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τη δίνη του πολέμου και φιλοξενούνται στο Β1 ΚΑΠΗ στο κέντρο της πόλης.
Ο ΣΥΖΥΓΟΣ ΜΟΥ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΕΙ
Η 33χρονη Αλεξάνδρα από την Ουκρανία μιλούσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το ταξίδι της από το Χάρκοβο ως την Ελλάδα, την ίδια ώρα που η δυόμισι ετών κορούλα της έπαιζε με τα κουκλάκια που βρίσκονται στο κρεβάτι όπου κοιμούνται. Στο Χάρκοβο όπου υπάρχει ελληνικός σύλλογος, οι υπεύθυνοι βοήθησαν ώστε να μπορέσουν να μπουν στο πούλμαν και να έρθουν στην Ελλάδα. «Το ταξίδι μας κράτησε τρεις μέρες. Ο σύζυγός μου και οι γονείς μου δεν έφυγαν από την πατρίδα. Εγώ επέλεξα να φύγω για να προστατέψω το παιδί μου». Μαμά και κόρη έφυγαν εν μέσω βομβαρδισμών, ενώ γλαφυρή είναι η περιγραφή της 33χρονης Ουκρανής όταν αναφέρεται στη μέρα κατά την οποία έπεφταν βόμβες και με τον σύζυγό της κάλυπταν με ό,τι έβρισκαν τα τζάμια του σπιτιού ώστε να μην τραυματιστούν από τα θραύσματα που προξενούσε το οστικό κύμα. Το μικρό κοριτσάκι όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η μητέρα, τα δύο πρώτα βράδια στην Ελλάδα ξυπνούσε από τον φόβο της. Η Αλεξάνδρα μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφέρει πως θέλει να επιστρέψει στο σπίτι της και την πατρίδα της. Της αρέσει πολύ η Ελλάδα και η κουλτούρα μας γι’ αυτό άλλωστε μαθαίνει και την ελληνική γλώσσα, όταν όμως σταματήσει ο πόλεμος θα ήθελε να γυρίσει πίσω στην πατρίδα της.
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΜΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΥΣ
Η Ναντιέζντα Πετρόβνα 64 ετών από την Ουκρανία η οποία ήρθε από το Χάρκοβο στην Ελλάδα με τις δύο κόρες της και το τρίχρονο εγγόνι της, μιλά με δάκρυα στα μάτια για τον πόλεμο που μαίνεται στη χώρα της. Έχει αφήσει πίσω τον άντρα της και για δύο εβδομάδες όπως εξηγεί έβλεπε το σκληρό πρόσωπο του πολέμου, ενώ το σπίτι της μίας της κόρης καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς. Ακόμη όμως και στο σπίτι της ίδιας που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, η διαμονή σε αυτό είναι πολύ δύσκολη, καθώς οι πτήσεις των πολεμικών αεροπλάνων είναι χαμηλές με αποτέλεσμα να τραντάζεται όλη η οικοδομή σε κάθε πέρασμα. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η 64χρονη Ουκρανή προσευχόταν για τον σύζυγό της και όλους τους συμπατριώτες της. «Πώς γίνεται όλη η ανθρωπότητα να το βλέπει και να μην μπορεί να το σταματήσει…», αναρωτιέται. Κλείνοντας ευχήθηκε να σταματήσει γρήγορα ο πόλεμος και να επιστρέψει στην πατρίδα της και να μπορεί να κάνει βόλτα στη γειτονιά της. Όπως εξηγεί τώρα πια τίποτα δεν είναι το ίδιο εξαιτίας των βομβαρδισμών, ωστόσο όπως επισημαίνει «όλα θα τα ξαναφτιάξουμε σιγά-σιγά, αρκεί να σταματήσει αυτή η αγριότητα».
ΕΔΩ ΞΥΠΝΑΜΕ ΚΑΙ ΑΚΟΥΜΕ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ...
Η 8χρονη Ρίτα, η 17χρονη Σοφία και η 20χρονη Λίντα είναι τρεις αδερφές από την Ουκρανία οι οποίες αποχωρίστηκαν τους γονείς τους, που αντιμετωπίζουν και οι δύο προβλήματα αναπηρίας και παραμένουν πίσω στο Χάρκοβο. Όπως εξηγούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκτός από τους γονείς τους αναγκάστηκαν να αποχωριστούν και τις άλλες δύο αδερφές τους οι οποίες φιλοξενούνται σε σπίτι μιας οικογένειας στη Γερμανία. Η μεγαλύτερη από τις τρεις αδελφές η Λίντα έχει σπουδάσει στην Ουκρανία δασκάλα προσχολικής ηλικίας, ενώ είναι δασκάλα χορού και στον ελληνικό σύλλογο στο Χάρκοβο αφού ο πατέρας τους είναι Έλληνας. Η Σοφία είναι μαγείρισσα ζαχαροπλαστικής, ενώ η μικρή Ρίτα θέλει να γίνει μοδίστρα. Περιγράφοντας τις σκηνές της αναχώρησής τους, η 20χρονη Λίντα, ανέφερε πως φοβούνταν πολύ για τη ζωή τους, μην τυχόν τις πυροβολήσουν ενώ βρίσκονταν στο πούλμαν, γιατί είχαν ακούσει για παρόμοιες ενέργειες. Όταν ρωτήθηκαν για το πώς βλέπουν το μέλλον τους, απαντούν πως αγαπάνε πολύ την Ελλάδα, όμως θα ήθελαν να τελειώσουν τις σπουδές που ξεκίνησαν στην πατρίδα τους και η μικρή να επιστρέψει στο σχολείο της. Το σημαντικότερο όμως είναι για εκείνες να ενωθούν με τους γονείς τους ή όπως χαρούμενα απάντησαν, «ή να έρθουν εκείνοι στην Ελλάδα». Είναι πολύ όμορφα στην Ελλάδα γιατί εδώ ξυπνάμε και ακούμε τα πουλιά ενώ στην πατρίδα ακούγαμε τις βόμβες».
«Είμαι πολύ περήφανη που βοηθάω αυτούς τους ανθρώπους, είμαι κι εγώ μητέρα και μπορώ να καταλάβω πώς μπορεί να περνάει το κάθε παιδί σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες αλλά και τους φόβους τους», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σοφία Στεφανίδη, δημοτική υπάλληλος, η οποία γνωρίζει τη ρωσική διάλεκτο και βοηθάει τον κόσμο που φιλοξενείται στο Β1 ΚΑΠΗ Πειραιά. Κάθε μέρα όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η κα Στεφανίδη, τη ρωτάνε με φόβο τα παιδιά εάν υπάρχει το ενδεχόμενο πολέμου στην Ελλάδα. «Έχουν περάσει πολύ άσχημα και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να τους κάνουμε να περνούν όμορφα και ήρεμα. Με τον δήμαρχό μας που είναι πάντα παρών, έχουμε γίνει όλοι ένα και έχουμε αγκαλιάσει αυτούς τους ανθρώπους. Δηλώνω περήφανη για τη χώρα μου που τους αγαπάει και τους φροντίζει». Όπως η ίδια αποκαλύπτει τα ίδια τα παιδιά της έχουν εκμυστηρευτεί ότι «έτσι όπως μας φροντίζετε και έτσι όπως μας κοιτάτε εσείς, δεν το έχουμε συναντήσει πουθενά».
*Ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης επισκέφθηκε τους πρόσφυγες από την Ουκρανία στο Β1 ΚΑΠΗ και συνομίλησε με τους φιλοξενούμενους, περιηγήθηκε στους χώρους και ενημερώθηκε από τους υπευθύνους του ΚΑΠΗ για τις συνθήκες φιλοξενίας των προσφύγων.
«Όπως όλος ο κόσμος, έτσι κι ο Πειραιάς κάνει το καθήκον του, δείχνοντας την αλληλεγγύη του στον ουκρανικό λαό. Είμαστε μια πόλη αδελφοποιημένη με την Οδησσό, με ιστορικές σχέσεις και στην παρούσα φάση, με πολύ στενές συνεργασίες, επισκέψεις δικές μου και αντιδημάρχων στην Οδησσό και αντίστοιχες επισκέψεις του Δημάρχου της Οδησσού στον Πειραιά. Θεωρήσαμε υποχρέωσή μας, αλλά ήταν και επιθυμία μας, να φιλοξενήσουμε Ελληνόφωνους από την Οδησσό, που χρειάζονται να μείνουν στην Ελλάδα. Στην πορεία έγιναν αιτήματα από το Κίεβο και το Χάρκοβο και έχουμε μαζί μας 25 ανθρώπους, κυρίως μητέρες, παιδιά και ηλικιωμένους», ανέφερε σε δήλωσή του ο κ. Μώραλης.