Δεδομένου ότι το πρόγραμμα θα εξασφαλίσει τα αναγκαία μέσα, την τεχνολογική και εν γένει υλικοτεχνική υποδομή και τον επιχειρησιακό εξοπλισμό, πρόκειται για ευκαιρία και ταυτοχρόνως πρόκληση τιτάνιου μεγέθους «αν αναλογιστούμε τις γνωστές ελληνικές μυλόπετρες της γραφειοκρατίας» όπως είπε ο κ. Στυλιανίδης και έθεσε ως προϋπόθεση ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα το να κινηθούν όλα αλλιώς και με ταχύτητες πρωτόγνωρες.
Προς τούτο έδωσε ένα πρακτικό παράδειγμα σύμφωνα με το οποίο έχει παρατηρηθεί επιστημονικά και έχει γίνει άμεση σύνδεση μεταξύ του χρόνου απόκρισης της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και της επιτυχούς κατάσβεσης μιας πυρκαγιάς, δηλαδή όσο πλησιέστερα στην απαρχή του γεγονότος γίνει εφικτή η παρέμβαση, τόσο ευκολότερα γίνεται και η κατάσβεση. «Αν λοιπόν, μέσω των σύγχρονων αυτών συστημάτων κατορθώσουμε να μειώσουμε τους χρόνους στους απολύτως ελάχιστους, π.χ. στα 5 με 10 λεπτά από την αναγγελία, τότε ένα μεγάλο μέρος των πυρκαγιών, κάποιοι μιλούν για το 70-75% θα μπορούν να ελέγχονται σε ελάχιστο χρόνο» εξήγησε.
Επίσης, ο κ. Στυλιανίδης ανέφερε ότι η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία δεν έχει μετεωρολογικό ραντάρ και αναρωτήθηκε: «Είναι δυνατόν αυτό στον 21ο αιώνα; Μετά, πώς απαιτούμε λεπτομερείς και ακριβείς προβλέψεις, π.χ. για τον όγκο του χιονιού που θα πέσει;». «Αυτά τώρα πρέπει να διορθωθούν», είπε και προσέθεσε πως δεν αρκούν μόνο τα μέσα αυτά, πυλώνας του όλου συστήματος ήταν και παραμένει η Πυροσβεστική Υπηρεσία, με το ανθρώπινο δυναμικό και την εμπειρία της.
«Αυτό, όμως, που ενίοτε επιτυγχάνουν με το περίσσευμα του ηρωισμού τους, δεν είναι δυνατόν να το ζητούμε συνέχεια. Όσο και να είναι αξιοθαύμαστος, δεν πρέπει να είναι ο κύριος τρόπος πάνω στον οποίο θα βασιζόμαστε ως κράτος και οργανωμένη πολιτεία. Όπως λέω, η σωστή πολιτική Πολιτικής Προστασίας, δεν γίνεται με γιουρούσια», ανέφερε χαρακτηριστικά και προσέθεσε πως η κύρια οδός είναι ο σύγχρονος εξοπλισμός, οι άρτιες και μεθοδικές διαδικασίες, οι αυτοματοποιημένες και συντονισμένες αντιδράσεις, το σύστημα γενικά, το οποίο τώρα οικοδομούμε.