Σε αποσπάσματα από τη διαθήκη που διάβασε το iefimerida, είναι εμφανής η αγωνία του μεγάλου μουσουργού ώστε το σπίτι του στην Ακρόπολη να γίνει Μουσείο.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ορίζει διαχειρίστρια της διαθήκης του την προσωπική του γραμματέα από το 1989, Ειρήνη Παρμενίδου. Βασική του επιθυμία είναι το σπίτι όπου έγραψε πολλά από τα έργα του και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του, το σπίτι κάτω από την Ακρόπολη, να γίνει Μουσείο. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, ο Μίκης Θεοδωράκης στη διαθήκη του ορίζει πού ακριβώς πρέπει να πάνε τα προσωπικά του αντικείμενα και το αρχείο του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης στη διαθήκη του αναγνωρίζει το γεγονός ότι το εν λόγω σπίτι δεν του ανήκει νομικά (έχει περάσει στην κόρη του και τον μεγαλύτερο εγγονό του και τη σύζυγό του), εκφράζει, όμως, την ελπίδα ότι οι οικείοι του θα σεβαστούν την επιθυμία του, καθώς, όπως λέει, γνωρίζουν πολύ καλά ότι όλα έχουν αγοραστεί με χρήματα που προήλθαν από τη δική του εργασία και πνευματικά δικαιώματα.
Στην παράγραφο 26, ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγεί πως το μουσικό του έργο γράφτηκε σε τρία σπίτια. «Στο Παρίσι, που δυστυχώς δεν υπάρχει πια, στο σπίτι μας στο Βραχάτι […] και -κυρίως- στο σπίτι μας κάτω από την Ακρόπολη, όπου και διαμένουμε ακόμα, εγώ και η σύζυγός μου Μυρτώ».
Ο συνθέτης σημειώνει πως επιθυμία του είναι το σπίτι στου Φιλοπάππου να μετατραπεί σε μουσείο, προβλέποντας ωστόσο πως η σύζυγός του μπορεί να διαμένει εκεί για όσο το επιθυμεί.
«Στο σπίτι αυτό γράφτηκαν πάρα πολλά από τα σπουδαιότερα έργα μου. Από εδώ πέρασαν πάρα πολλοί σπουδαίοι Έλληνες και ξένοι καλλιτέχνες και πολιτικοί. Επί πλέον, το σπίτι αυτό είναι η τελευταία μου κατοικία, στην οποία περνώ με τη σύζυγό μου τα τελευταία και πιο δύσκολα χρόνια μου, με συντροφιά τα αδέσποτα της Ακρόπολης και του Φιλοπάππου, που βρήκαν κι αυτά εδώ ένα καταφύγιο γεμάτο ζεστασιά και αγάπη», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, στη διαθήκη σημειώνεται πως το σπίτι αυτό δεν του ανήκε νομικά. «Επειδή δεν μου ανήκει νομικά, θα ήθελα να εκφράσω την επιθυμία μου αυτή με την ελπίδα ότι η σύζυγός μου, η θυγατέρα μου και ο μεγαλύτερος εγγονός μου, στους οποίους ανήκει, θα τη σεβαστούν. Πολύ περισσότερο εφ’ όσον γνωρίζουν πολύ καλά ότι στην πραγματικότητα και το σπίτι αυτό όπως και όλα τα υπόλοιπα έχει αγοραστεί με χρήματα που προήλθαν αποκλειστικά από τη δική μου εργασία και τα πνευματικά μου δικαιώματα», σημειώνει.
ΟΡΙΖΕΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΟΥ
Σε άλλο σημείο της διαθήκης του, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρεται στη διαχειρίστρια αυτής. Πρόκειται για την Ειρήνη Παρμενίδου, τη γραμματέα του, που, όπως γράφει και ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης στη διαθήκη του, έζησε στο πλευρό του πολλές δεκαετίες. «Μπορώ να πω ότι γνωρίζει τις σκέψεις και τις επιθυμίες μου καλύτερα από κάθε άλλον». Σημειώνει δε ότι ανάμεσα στα καθήκοντά της θα είναι και η σύμφωνα με ρητές οδηγίες του παράδοση του Αρχείου του στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας Λίλιαν Βουδούρη, που στεγάζεται στο Μέγαρο Μουσικής, «όλων των υλικών του αρχείου μου».
Ακόμη, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει την επιθυμία του όλα τα προσωπικά του αντικείμενα να παραδοθούν στη Μουσική Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη, και να επιστρέψουν στο σπίτι του μόνο σε περίπτωση που αυτό καταστεί εφικτό να γίνει μουσείο, με ευθύνη του Δημοσίου.
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟ
Ο Μίκης Θεοδωράκης περιγράφει ακόμη στη διαθήκη του την επιθυμία του αναφορικά με το προσωπικό του Αρχείο.
«Το προσωπικό Αρχείο μου επιθυμώ να παραμείνει στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας ‘’Λίλιαν Βουδούρη’’, που στεγάζεται στο Μέγαρο Μουσικής, όπου το παραχώρησα με σύμβαση δωρεάς, διότι το φρόντισε και το αξιοποίησε, και παραγγέλλω στους τετμημένους με τη διαθήκη μου να παραδίδουν εκεί και ό,τι άλλο προσωπικό μου αντικείμενο, έγγραφο ή στοιχεία που με αφορούν, διότι επιθυμία μου είναι να συγκεντρωθούν εκεί όλα τα υλικά (και κυρίως, βεβαίως, τα πρωτότυπα) που με αφορούν, σε όποιου χέρια και με όποιον τρόπο και αν βρίσκονται αυτή τη στιγμή».
Επιπλέον, στην επόμενη παράγραφο επαναλαμβάνει όσα επιθυμούσε αναφορικά με τον τελευταίο τόπο της κατοικίας του, που ήθελε να είναι στον Γαλατά Χανίων.
«Τέλος, επαναλαμβάνω και εδώ την ήδη γνωστοποιηθείσα σταθερή και αμετάκλητη επιθυμία μου να ταφώ στα χώματα όπου ετάφησαν οι γονείς μου και ο αδερφός μου, δηλαδή στο Κοιμητήριο Γαλατά Χανίων, στον ειδικό χώρο, που είχα την τιμή να μου παραχωρήσει ο τότε Δήμος Νέας Κυδωνίας, στον ήδη κατασκευασμένο για τον σκοπό αυτόν τάφο, και καλώ τα μέλη της οικογένειάς μου και κληροδόχους μου να σεβασθούν απόλυτα την επιθυμία μου αυτή».
Για το ίδιο θέμα, ο Μίκης Θεοδωράκης σημειώνει. «Επίσης, επιθυμώ, εφόσον προαποβιώσω της συζύγου μου και εφόσον βεβαίως και εκείνη το επιθυμεί, όταν πλέον φύγει από τη ζωή, να ταφεί μαζί μου στον προαναφερόμενο τάφο του Κοιμητηρίου Γαλατά Χανίων, ώστε να είμαστε μαζί και στον θάνατο, όπως ήμασταν μαζί και σε όλη μας τη ζωή. Διαφορετικά, το υπόλοιπο του τάφου να παραμείνει κενό, όπως ορίζεται και στην απόφαση του τότε Δήμου Νέας Κυδωνίας, με την οποία μου παραχωρήθηκε αυτός».
Αναφορικά με το σπίτι της οικογένειας στο Βραχάτι, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει πως θα ήθελε να απαλλοτριωθεί και να γίνει μουσείο. Ωστόσο, τονίζει πως έπειτα από επιθυμία της κόρης του να μείνει εκεί, το παραχωρεί σε εκείνη με συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ
Στην παράγραφο 21 της διαθήκης, ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγεί πως έχει συνάψει συμβόλαιο με εκδοτική εταιρεία, η οποία και θα διαχειρίζεται το πνευματικό του έργο.
«Δεν έχει και δεν επιθυμώ σε καμμιά περίπτωση να έχει οποιοδήποτε δικαίωμα πάνω στο έργο μου, κανένα απολύτως από τα μέλη της οικογένειάς μου δεν επιθυμώ να έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο και με οποιαδήποτε ιδιότητα στο πνευματικό και καλλιτεχνικό μου έργο. Το μόνο δικαίωμά τους θα πρέπει να είναι να εισπράττουν τα ποσοστά που με την παρούσα διαθήκη που τους αφήνω. Οι μόνοι υπεύθυνοι για την εκτύπωση, την παρουσίαση, την επιμέλεια και τη διάδοση των έργων μου, για τον χειρισμό των οικονομικών και οποιωνδήποτε άλλων σχέσεων που προκύπτουν από τη διάθεση και παρουσίαση των έργων μου και γενικά για οποιαδήποτε απόφαση σχετική με τα έργα μου θα είναι οι Εκδότες με τους οποίους έχω συνάψει σχετικά συμβόλαια».