Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός αναφέρει ακόμα, ότι οι κρατούμενοι για αδικήματα κακουργηματικού ή πλημμεληματικού χαρακτήρα και για τα συλληφθέντα διωκόμενα πρόσωπα, που προσάγονται ενώπιον των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, δεν μπορούν να εξαναγκαστούν να υποστούν αυτοδιαγνωστικό έλεγχο για COVID-19.
Όμως, υπογραμμίζει ο κ. Πλιώτας, ότι στις περιπτώσεις αυτές, επιβάλλεται οι εισαγγελικές αρχές να διερευνάται εάν στοιχειοθετείται τυχόν ποινική ευθύνη του προσαγόμενου αρνούμενου να υποβληθεί σε self-test, για τέλεση πιθανών ποινικών αδικημάτων, όπως είναι η απείθεια (άρθρο 169 Ποινικού Κώδικα) και διάδοση μεταδοτικής ασθένειας (άρθρο 285 Ποινικού Κώδικα).
Ακόμα, αναφέρει ο κ. Πλιώτας, ότι ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, στις περιπτώσεις των αυτόφωρων πλημμελημάτων, έχει τη δυνατότητα -λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του δράστη- με τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 279 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, να δώσει εντολή να αφεθεί ελεύθερος ο συλληφθείς και «να μην εφαρμοστεί η προβλεπόμενη για τα αυτόφωρα εγκλήματα διαδικασία του άρθρου 418 παρ. 1 εδάφιο α΄ και 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Τέλος, αναφέρεται ότι στους ανεμβολίαστους κατηγορούμενους και αρνούμενους να υποβληθούν σε self-test, οι εισαγγελείς πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηροί στα λοιπά υγειονομικά μέτρα, όπως είναι η χρήση μάσκας, η τήρηση αποστάσεων, κλπ.