εστάλησαν στο 13033, ως παράδειγμα καλής λειτουργίας της ελληνικής κοινωνίας το προηγούμενο διάστημα. Συγκρίνοντας, όμως, την Ελλάδα με το Βέλγιο, ο υπουργός παρατήρησε ότι η πανδημία βρήκε τη χώρα εκείνη σε ευάλωτη στιγμή, απόρροια, μεταξύ άλλων λόγων, της απλής αναλογικής που δεν επέτρεπε τη δημιουργία κυβέρνησης. Αναλυτικά και στο εισαγωγικό ερώτημα για την αποτίμηση της πρώτης ημέρας μετά τη μερική άρση των περιοριστικών μέτρων, ο Γιώργος Γεραπετρίτης σημείωσε τα εξής: «Η μέχρι τώρα εικόνα είναι ότι πηγαίνουμε καλά, δεν υπήρξε εξαιρετικά μεγάλος συγχρωτισμός στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Γενικώς η κίνηση προφανώς είναι κατά τι επιβαρυμένη, δεν έχει φτάσει όμως στα επίπεδα υψηλής έντασης που ήταν πριν από την επιβολή των μέτρων. Εξακολουθούμε να τηρούμε κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης σε ικανοποιητικό επίπεδο. Οι περισσότερες δημόσιες υπηρεσίες λειτουργούν με τους κανόνες που λειτούργησαν και μέχρι την 30ή Απριλίου. Είναι πάρα πολύ νωρίς να κάνουμε εκτιμήσεις, η εικόνα όμως που έχουμε, είναι ότι έχουμε αλλάξει λιγάκι και τον τρόπο ζωής μας, εκτός από το κομμάτι του καταναγκασμού». Η συγκριση με το Βελγιο Παρατηρώντας στη συνέχεια ότι η συμμόρφωση των πολιτών έφθασε σε επίπεδα πάρα πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, υπογράμμισε ότι λειτούργησε το κράτος -«κατερρίφθη ένα ακόμη στερεότυπο, εκτός από το έλλειμμα κοινωνικής συμμόρφωσης», ανέφερε συγκεκριμένα- και προχώρησε σε σύγκριση με το Βέλγιο, που έχει ίσο περίπου, πληθυσμό: εκεί, το πρώτο κρούσμα ήταν 25 ημέρες πριν από εμάς, εν τούτοις τα πρώτα μέτρα τα λάβαμε ταυτοχρόνως. «Το Βέλγιο έχει ένα διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης: πέρα από το γεγονός ότι είναι ομοσπονδιακό κράτος -και άρα, έχει μια δυσκολία η κεντρική κυβέρνηση να λαμβάνει αποφάσεις, ενώ εμείς είχαμε μια βασική επιτελική δομή που έτρεξε το project- κυρίως, λοιπόν, εξαιτίας του πολιτικού συστήματος και κυρίως εξαιτίας της απλής αναλογικής που εφαρμόζει, ήταν σε αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης από τον Δεκέμβριο του 2019. Η κρίση βρήκε το κράτος σε πολύ ευάλωτη στιγμή, με αποτέλεσμα να δυσκολευτεί να έχει γρήγορα αντανακλαστικά», σημείωσε με έμφαση. Επιπλέον στη χώρα μας «είχαμε πολύ μεγάλη έκρηξη της χρήσης νέων τεχνολογιών, όπου θεωρούσαμε ότι υστερούσαμε». Κατά το διάστημα των ημερών του περιορισμού της κίνησης, εστάλησαν και απαντήθηκαν από το 13033, περίπου 110 εκατ. μηνύματα. Μια εφαρμογή που δημιουργήθηκε εκ του μηδενός σε δύο ημέρες, αποτέλεσε εξαγώγιμο προϊόν: «από εμάς πήραν αυτή την πρακτική άλλες πιο προηγμένες διοικητικά, χώρες όπως η Γαλλία, ενώ σκεφτείτε και την οικολογική διάσταση του θέματος, ότι θα είχαμε 110 εκατ. έντυπα», ανέφερε επίσης. «Τιποτε δεν ειναι αυτονοητο» Στην ένσταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι έγινε το αυτονόητο, ο Γ. Γεραπετρίτης απάντησε λέγοντας ότι «τίποτε δεν είναι αυτονόητο και ειδικά στη χώρα μας. Η κοινή λογική έχει πάρα πολλές φορές υποχωρήσει δίνοντας τη θέση της σε ένα λαϊκίστικο επιχείρημα». Και, αποκάλυψε την πίεση που είχε υποστεί η κυβέρνηση -στα όρια του bullying όπως επί λέξει είπε- για το αν έπρεπε να απαγορευθούν οι καρναβαλικές εκδηλώσεις, όταν ακόμη δεν υπήρχαν θύματα. Αλλά και όταν έκλεισαν τα σχολεία στις 11 Μαρτίου, επίσης η κυβέρνηση δέχθηκε ισχυρή κριτική ακόμη και από την αντιπολίτευση. Στο σημείο αυτό όμως ο υπουργός Επικρατείας άσκησε κριτική στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας ότι επιχειρεί να βγει κερδισμένος υπό οποιαδήποτε συνθήκη: «Εάν πάμε καλά στα οικονομικά, αυτό θα είναι γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε πλάτη, εάν δεν πάμε καλά, θα είναι όλο δικό σας». Σύμφωνα ωστόσο με την κυβερνητική προσέγγιση, «ο κόσμος έχει κριτήριο και αισθητήριο να καταλαβαίνει ότι εδώ έγινε μια δουλειά που ήταν πάρα πολύ επαγγελματική. Το ότι ακούσαμε τους υγειονομικούς παράγοντες, ότι αποδώσαμε τέτοια μεγάλη αξία στους τεχνοκράτες, δεν είναι αυτονόητο. Ότι έγινε μια ιχνηλασία υποδειγματική σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Ότι λειτούργησε μια επιτελική δομή επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκαν 300 αποφάσεις υπουργών κατά το διάστημα αυτό των 60 ημερών… Αυτά δεν είναι καθόλου αυτονόητα και τα πιστώνεται πρώτα από όλα η κοινωνία, αλλά το κράτος λειτούργησε, οι πολίτες το εμπιστεύθηκαν και από αυτό ελπίζουμε να βγει ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης», ανέφερε χαρακτηριστικά.