Η έκθεση διαπιστώνει ευοίωνες προσδοκίες για την ελληνική οικονομία μετά τον θετικό ρυθμό μεγέθυνσης που παρουσίασε το 2017 αλλά και τις προβλέψεις για επιτάχυνση του ρυθμού μεγέθυνσης φέτος σε επίπεδα κοντά στο 2%.
Στην έκθεση καταγράφονται οι θετικές εξελίξεις στην πορεία της ελληνικής οικονομίας αλλά και οι προκλήσεις που έχει μπροστά της, μεταξύ των οποίων το νέο Πλαίσιο Εποπτείας που βρίσκεται σε φάση διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, αλλά και το υψηλό δημόσιο χρέος, τα κόκκινα δάνεια, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο που φθάνουν τα 130 δισ. ευρώ όπως και η διαρροή ανθρώπινου εξειδικευμένου δυναμικού σε χώρες του εξωτερικού και η μακροχρόνια ανεργία.
Η αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών, όπως σημειώνουν πηγές του Γραφείου απαιτεί την ανάγκη μιας στρατηγικής μακράς πνοής με ελάχιστη συναίνεση μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και των κοινωνικών φορέων.
Χρειάζεται, όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι ίδιες πηγές, ένας ανοικτός δημόσιος διάλογος για το πώς θα αντιμετωπισθούν όλες αυτές οι προκλήσεις.
Σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες βασικοί άξονες αυτής της συζήτησης θα πρέπει να είναι:
- Η εξασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας
- Η διασφάλισης υψηλών και σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων
- Η σχεδιασμένη αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου.
- Η ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας
- Η ενίσχυση της εξωστρέφειας κλάδων υψηλής προστιθέμενης αξίας
- Η ενίσχυση των εγχώριων επενδύσεων καθώς και η προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό
- Η τυποποίηση των διαδικασιών ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών με κοινωνική προστασία.
ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Αναλυτικότερα σε ό,τι αφορά στα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και τις προκλήσεις που έχει μπροστά της το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή επισημαίνει τα ακόλουθα:
«Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει αλλά ταυτόχρονα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Στη διάρκεια του 2017 οι κυριότερες οικονομικές μεταβλητές παρουσίασαν βελτίωση:
* Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ ήταν θετικός και διαμορφώθηκε στο 1,4% έπειτα από δύο χρόνια στασιμότητας. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ιδιαίτερα θετική επίδοση των επενδύσεων και των εξαγωγών καθώς η ιδιωτική κατανάλωση παρουσίασε στασιμότητα και η δημόσια κατανάλωση υποχώρησε.
* Η ρευστότητα της οικονομίας βελτιώθηκε καθώς καταγράφηκε αύξηση των νέων τραπεζικών δανείων, ιδιαίτερα των επιχειρηματικών, ως επακόλουθο, μεταξύ άλλων, της αύξησης των καταθέσεων στις εγχώριες τράπεζες, της σταδιακής απεξάρτησής τους από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA) και της βελτίωσης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού δηλαδή κατ' ουσίαν της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Παράλληλα, η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2018 για τις ελληνικές τράπεζες ολοκληρώθηκε, χωρίς να προκύψουν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες.
* Ο ρυθμός πληθωρισμού, αν και επιβραδύνθηκε, παραμένει θετικός, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι σχεδόν ισορροπημένο.
* Η ανεργία μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, η απασχόληση αυξήθηκε με τον υψηλότερο ρυθμό που έχει παρατηρηθεί από το 2001 και οι ροές μισθωτής εργασίας κατέγραψαν το υψηλότερο θετικό ισοζύγιο από το 2013.
* Το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπέρασε τους στόχους του προγράμματος για τρίτο έτος κατά σειρά και καταγράφηκε συνολικό πλεόνασμα (συμπεριλαμβανομένων των τόκων δημοσίου χρέους) για δεύτερο συνεχές έτος.
* Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων συνεχίζουν να καταγράφουν αποκλιμάκωση με αποτέλεσμα η διαφορά τους (spread) έναντι των αποδόσεων των αντίστοιχων γερμανικών και πορτογαλικών τίτλων να έχει περιοριστεί.