ΑΘΗΝΑ
Η πορεία και οι τελευταίες εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας-πιστωτών, καθώς και οι προτάσεις της Αθήνας ήταν το κύριο αντικείμενο συζήτησης στη συνάντηση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη με το προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, στα γραφεία της Ένωσης. Ο κ. Δραγασάκης εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η συμφωνία με τους πιστωτές θα κλείσει εγκαίρως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αναφέροντας ότι οι διαφορές είναι πλέον μικρές και ότι έχει ήδη επιτευχθεί συμβιβασμός για τα δημοσιονομικά μεγέθη του 2015. Για το 2016 η απόσταση που χωρίζει την ελληνική πρόταση από την αντίστοιχη των δανειστών ανέρχεται σε μόλις 0,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα διεκδικεί μία συνολική λύση για το χρέος, ενώ έχει ήδη υποβάλλει αίτημα για τη μετακύλιση των αποπληρωμών προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) με τη μεταφορά των σχετικών ομολόγων, ύψους 27 δισ. ευρώ, στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Ερωτηθείς από τις τραπεζικές διοικήσεις για τα επόμενα βήματα της κυβέρνησης, ο κ. Δραγασάκης εκτίμησε ότι το Eurogroup δεν θα φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα. Ωστόσο, όπως αναφέρει το «Βήμα», είπε στους τραπεζίτες ότι πως αναμένεται νέα τηλεδιάσκεψη του προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μέσα στο Σαββατοκύριακο, προς άρση του διαφαινόμενου αδιεξόδου. Οι τραπεζίτες από την πλευρά τους έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για το κλίμα που δημιουργείται από τη δυστοκία που παρατηρείται για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων. Ζήτησαν δε από τον κ. Δραγασάκη να μην επιτείνουν τα στελέχη της κυβέρνησης την αβεβαιότητα. Παρά τις πιέσεις που δέχονται οι τράπεζες τις τελευταίες ημέρες, οπότε οι εκροές καταθέσεων έχουν εκτοξευτεί, επισήμως δηλώνεται ότι η κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν απασχόλησε τη συνάντηση, κάτι βέβαια που είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς. Πάντως η πρόεδρος της Ένωσης, Λούκα Κατσέλη, σε ομιλία της σε εκδήλωση της ΟΤΟΕ τόνισε με έμφαση την αναγκαιότητα οριστικοποίησης των διαπραγματεύσεων και κατάληξής τους σε μια αποτελεσματική συμφωνία εντός ευρώ, δηλαδή μια συμφωνία υλοποιήσιμη, σταθεροποιητική με ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα και τέλος αναπτυξιακή με διαρθρωτικά και όχι δημοσιονομικά μέτρα που θα προάγουν την επανεκκίνηση της οικονομίας.