Από την πλευρά του δικηγορικού σώματος ζητήθηκε: Να λειτουργήσει άμεσα το δεύτερο μηχάνημα ελέγχου στην κάτω πύλη της πρώην Σχολής Ευελπίδων, το οποίο παραμένει ανενεργό.
Να διασφαλιστεί η είσοδος αποκλειστικά και μόνον δικηγόρων στην κάτω πύλη της πρώην Σχολής Ευελπίδων, όπως έχει ήδη προβλεφθεί, και να λειτουργήσει η -ανενεργός σήμερα- πύλη εισόδου δικηγόρων στο Εφετείο Αθηνών.
Να ληφθούν πρόσθετα μέτρα ασφαλείας στον χώρο της πρώην Σχολής Ευελπίδων και ιδίως, πεζές περιπολίες εντός του χώρου των δικαστηρίων και τοποθέτηση ενισχυτικού σιδηρού πλέγματος περιμετρικά.
Να ληφθούν τα αναγκαία, προληπτικά και προστατευτικά μέτρα, ώστε να αποτραπούν στο μέλλον φαινόμενα καταστολής, όπως τα πρόσφατα στο Ειρηνοδικείο Αθηνών.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΔΣΑ, κατά τη διάρκεια της συνάντησης, «επισημάνθηκε η ανάγκη βελτίωσης των σχέσεων αστυνομικών και δικηγόρων. Συγκεκριμένα, τονίστηκε ότι ο ρόλος του δικηγόρου κατά την άσκηση του λειτουργήματος του, ιδίως εντός των αστυνομικών τμημάτων κατά τη διάρκεια της αστυνομικής προανάκρισης, πρέπει να γίνεται σεβαστός και να διασφαλίζεται η σύννομη και αποτελεσματική επικοινωνία των δικηγόρων με τους εντολείς τους». Επίσης, δόθηκε έμφαση στην «αναγκαιότητα τήρησης από τα αστυνομικά όργανα των διατάξεων του άρθρου 39 ΚΔ, που αποκλείουν την εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας στα πλημμελήματα που φέρεται να έχει διαπράξει δικηγόρος και απαγορεύουν τη σύλληψη δικηγόρου κατά την άσκηση των καθηκόντων του, κατά τους ειδικότερους ορισμούς της διάταξης».
Ο Υπουργός, σύμφωνα με την ανακοίνωση, δεσμεύθηκε ότι θα μελετήσει τα θέματα αυτά και θα προβεί στις δέουσες ενέργειες στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.