Ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διανύει «το όγδοο έτος μιας παρατεταμένης κρίσης, που ενώ ξεκίνησε ως οικονομική, μετατράπηκε σε κοινωνική και πολιτική».
Και επισήμανε: «Εν ενεργεία πρωθυπουργός χαρακτηρίζει τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας 'θεσμικό εμπόδιο'. Πρόκειται για ωμή παραβίαση του Συντάγματος. Άλλη μια προκλητική παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Μια κατάλυση στην πράξη του κράτους Δικαίου και της διάκρισης των εξουσιών. Εν ενεργεία υπουργός Εθνικής Άμυνας επικοινωνεί κατ' επανάληψη με ισοβίτη κρατούμενο για ναρκωτικά. Πράξη αδιανόητη, που κανονικά, την ίδια στιγμή της αποκάλυψής της, θα έπρεπε να οδηγήσει είτε στην παραίτησή του, είτε στην αποπομπή του».
«Η μέχρι πριν λίγες ημέρες πρόεδρος του Αρείου Πάγου» συνέχισε ο πρόεδρος της ΝΔ «ανέλαβε καθήκοντα κυβερνητικού στελέχους ως νομική σύμβουλος στον πρωθυπουργό. Προφανώς όχι για βιοποριστικούς λόγους. Ταυτόχρονα, τις τελευταίες μέρες, αλλεπάλληλες αποκαλύψεις από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της υπόθεσης, επαναφέρουν στον δημόσιο βίο τις προθέσεις που είχε αυτή η κυβέρνηση για παράλληλο νόμισμα ή έξοδο από την ευρωζώνη. Αυτό που για πολύ καιρό ονομαζόταν Plan B».
Αναφερόμενος στην οικονομία, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Η αλήθεια πρέπει να ακουστεί μέχρι την τελευταία γωνιά της Ελλάδας. Υποσχέθηκαν τέλος της λιτότητας και το σκίσιμο των μνημονίων. Και υπέγραψαν δυο μνημόνια, δεσμεύοντας τη χώρα σε λιτότητα για μισό αιώνα. Εξελέγησαν με υποσχέσεις για παροχές 12 δισ. και επέβαλαν μέτρα 14,2 δισ. Όλα αυτά σε βάρος των μη προνομιούχων. Των πιο αδύναμων Ελλήνων. Αυτούς που υποτίθεται ότι θα προστάτευαν. Με αύξηση των έμμεσων φόρων, μείωση του αφορολόγητου, κόψιμο συντάξεων, κατάργηση του ΕΚΑΣ, περικοπή κοινωνικών επιδομάτων».
Παράλληλα, ξεκαθάρισε ότι «όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις και ο ελληνικός λαός οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η κυβέρνηση, προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία, απεργάζεται και υλοποιεί διάφορα σχέδια, παρακρατικού- καθεστωτικού χαρακτήρα».
Και πρόσθεσε: «Δεν πρόκειται να τους το επιτρέψουμε. Θα ενώσουμε όλους τους Έλληνες και θα θωρακίσουμε τη Δημοκρατία μας. Και είναι πολύ σημαντικές οι τοποθετήσεις του δικαστικού κόσμου της χώρας, απέναντι στις πρωτοφανείς ενέργειες της κυβέρνησης Τσίπρα- Καμμένου. Οφείλουν όλοι να επιτελέσουν το δημοκρατικό τους καθήκον, σε όποια θέση κι αν βρίσκονται. Οι θεσμοί θα αντέξουν. Και η δικαιοσύνη θα παραμείνει το ύστατο καταφύγιο απέναντι σε κάθε κατάχρηση εξουσίας, από όπου κι αν προέρχεται».
«Γι' αυτό» ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης «απευθύνω κάλεσμα σε όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Έλληνες. Όσοι νιώθετε αγωνία για το μέλλον σας και το μέλλον των οικογενειών σας. Όσοι υποφέρετε από τα βάρη που σας έχει φορτώσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Όσοι ανησυχείτε για τον αυταρχισμό και την υποβάθμιση της Δημοκρατίας μας. Όσοι νοιώθετε εξαπατημένοι από μια αναξιόπιστη και ανίκανη κυβέρνηση. Όλοι εσείς ελάτε μαζί μας. Ελάτε να βρούμε πώς να αλλάξουμε μαζί την Ελλάδα. Κι ας είστε όσο αυστηροί θέλετε».
Δεν μας νοιάζει από πού προέρχεστε. Μας αρκεί ότι θέλετε να πάμε την Ελλάδα μπροστά» επισήμανε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρόσθεσε:
«Διχαστικά μηνύματα, περιφρόνηση των πολιτών για παλιότερες επιλογές τους, λογικές ρεβανσισμού και παρωχημένη αλαζονεία δεν χωράνε στη Νέα Δημοκρατία. Όταν εγώ ανοίγω τις πόρτες του κόμματος, κανείς δεν μπορεί να τις κλείσει. Αυτήν την εντολή έλαβα στις 10 Ιανουαρίου 2016. Ανανέωση, διεύρυνση, ισχυροποίηση της παράταξης. Είμαστε εδώ για να συνθέσουμε, για να κάνουμε διάλογο και για ενώσουμε τους Έλληνες. Και δεν έχουμε δικαίωμα να απογοητεύσουμε κανέναν.
» Ούτε τους παραδοσιακούς μας υποστηρικτές, αλλά ούτε όσους αρχίζουν να προσβλέπουν σε εμάς. Και δεν θα τους απογοητεύσουμε. Θα βγάλουμε τη χώρα από την κινούμενη άμμο της κρίσης. Θα φέρουμε ανάπτυξη για όλους στον τόπο. Θα θυμίσουμε σε όλους ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι μια κανονική χώρα, με δουλειές, ευκαιρίες και ασφάλεια στους πολίτες της. Αυτός είναι ο αγώνας μας. Σας θέλω όλους στην πρώτη γραμμή. Για να ξανακάνουμε την πατρίδα μας μια αισιόδοξη χώρα με αυτοπεποίθηση. Για να δώσουμε στους πολίτες την ελευθερία να καθορίσουν οι ίδιοι το μέλλον τους, το δικό τους και των παιδιών τους».